Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Περπατώντας από το Κεντρί στο Οροπέδιο Λασιθίου (Η στραθιά των Σταμνάδων του Κεντριού)


Την άνοιξη του 2013 η αγαπημένη μου ξαδέλφη η Πόπη μου έκανε δώρο το αξιόλογο βιβλίο του κ. Γιώργου Μανιαδάκη “Κεντρί το χωριό των Σταμνάδων”. Καθώς το διάβαζα λοιπόν ήρθαν στη μνήμη μου οι αφηγήσεις της μητέρας μου για το χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε και για την οικογένειά της. Μου έλεγε συχνά ότι ο παππούς μου ο Γιώργης ο Αστροπεκάκης για να ζήσει την οικογένειά του, που αποτελούνταν από εννέα άτομα, πήγαινε από το Κεντρί στο Οροπέδιο Λασιθίου με το γαϊδουράκι του φορτωμένο σταμνιά, για να τα πουλήσει και να αγοράσει από κει πατάτες, φρούτα και όσπρια. Συγκινήθηκα πολύ διαβάζοντας αυτό το βιβλίο και συγκεκριμένα τις αναφορές στα γεγονότα που πολλές φορές μου είχε αφηγηθεί η μητέρα μου. Πήρα λοιπόν από ένα αντίτυπο για να το χαρίσω σε κάθε παιδί μου, να μάθουν και αυτοί για το χωριό της μαμάς μου.

Διαβάζοντάς το με το γιο μου, γεννήθηκε μια σκέψη στο νου και των δυο μας. Να πραγματοποιήσουμε και μεις την πορεία που έκανε ο παππούς μου, σαν ελάχιστο φόρο τιμής σ' αυτόν και στους υπόλοιπους Κεντριανούς. Θαυμάσαμε το κουράγιο και την υπομονή αυτών των ανθρώπων, που περπατούσαν τόσα χιλιόμετρα σε αντίξοες συνθήκες για να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειάς τους. Όπως γράφει ο κ. Μανιαδάκης στο βιβλίο του, ο παραδοσιακός αυτός τρόπος μεταφοράς των αγγείων με γαϊδουράκια ή μουλάρια, οι “στραθιές” όπως τις ονόμαζαν οι παλιοί Κεντριανοί, κράτησε πολλές δεκαετίες και αποτέλεσε ένα μεγάλο κομμάτι της αγγειοπλαστικής ιστορίας του Κεντριού. Ο πιο προσφιλής τόπος πώλησης των σταμνιών ήταν τα χωριά του οροπεδίου Λασιθίου, όπου ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο, ήταν ο παράδεισος των υπαίθριων κηπευτικών. Η συναλλαγή γινόταν σε είδος. Αντάλλαζαν τα προϊόντα των τσικαλαριών με πατάτες, ξερά κουκιά, φασόλια, φακές, φάβα και διάφορα κηπευτικά. Οι στραθιές, λόγω της δυσκολίας τους, οργανώνονταν ομαδικά γιατί η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη της ομάδας ήταν απαραίτητη. Κάθε στραθιά διαρκούσε περίπου 36 ώρες πήγαινε-έλα και πραγματοποιούνταν όταν είχε φεγγάρι, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής γινόταν νύχτα, λόγω της καλοκαιρινής ζέστης.

Αρχίσαμε λοιπόν να οργανώνουμε το σχέδιό μας κατ' αρχάς συλλέγοντας πληροφορίες για τη διαδρομή αυτή. Η αγαπημένη μου θεία η Νίκη, μας έδωσε πολλές πληροφορίες και μας αφηγήθηκε διάφορα γεγονότα που τους εξιστορούσε ο παππούς μου, όταν γυρνούσε από αυτές τις πορείες. Τεχνική βοήθεια, όπως χάρτες των περιοχών και πληροφορίες για τη διαδρομή και τις καιρικές συνθήκες βρήκαμε κυρίως μέσω ίντερνετ αλλά και από το βιβλίο του κ. Μανιαδάκη.

Έτσι λοιπόν το πρωί της Τρίτης 8 Οκτωβρίου 2013, καθ' όλα έτοιμοι, ξεκινήσαμε από το σπίτι της θείας μου της Νίκης στο Κεντρί για το “προσκύνημα” όπως συνηθίζαμε πλέον να το λέμε, αφού πρώτα πήραμε την ευχή της. 
Ο καιρός ευτυχώς ήταν σύμμαχός μας. Το φθινόπωρο είχε μπει για τα καλά και η θερμοκρασία κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν ήταν πολύ υψηλή. Ιδανικές συνθήκες για πεζοπορία! 
Πήραμε αρχικά το δρόμο από το Κεντρί προς Μακρυλιά, από τη βόρεια έξοδο του χωριού -θέση Πέτρος- μέσα από τη περιοχή “Κολυβολάκκοι”, όπως φαίνεται και στο χάρτη. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής είχαμε μπροστά μας τις κορφές Ανεβάλουσα και πίσω μας εκτάσεις με ελιές και στο βάθος τη θάλασσα του Λιβυκού. 

Η θέα προς τον κάμπο της Ιεράπετρας

Το εξωκλήσι του Αγίου Ιωάννη
Όταν φθάσαμε στο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη κάναμε τη πρώτη μας στάση για ξεκούραση και ελαφρύ φαγητό. Φυσικά το φαγητό μας τι άλλο θα μπορούσε να είναι εκτός από πεντανόστιμο κρίθινο παξιμάδι και τυρί γραβιέρα!! Κάτι ήξεραν οι πρόγονοί μας! Η θέα από τον περίβολο της εκκλησίας στους γύρω λόφους ήταν φανταστική! Και η δροσιά των φοινικόδεντρων απολαυστική!
Αφού ξεκουραστήκαμε για λίγα λεπτά πήραμε το κατηφορικό μονοπάτι προς τον κεντρικό δρόμο, που συνδέει την Ιεράπετρα με τη Μακρυλιά και τους Μεσελέρους.
Ακολούθως περπατώντας στην άσφαλτο περάσαμε το χωριό Μακρυλιά. Αμέσως μετά τα τελευταία σπίτια του χωριού στον κεντρικό δρόμο υπάρχει μία πηγή. Εκεί δροσιστήκαμε και γεμίσαμε τα παγούρια μας.      
 
Η βρύση έξω από τη Μακρυλιά

Στη συνέχεια βαδίζοντας στην άσφαλτο πήραμε το δρόμο για τους Μεσελέρους. Στο μέσο της διαδρομής θαυμάσαμε την υπέροχη θέα προς τη λίμνη των Μπραμιανών και το Λιβυκό.

Η θέα προς το φράγμα των Μπραμιανών
Όταν φθάσαμε στη νότια είσοδο των Μεσελέρων, όπου είναι το ελαιουργείο του χωριού, κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο του χωριού, περπατήσαμε στα στενά σοκάκια του και σταματήσαμε στο κέντρο της πλατείας για να θαυμάσουμε την παλιά εκκλησία. Ήταν πλέον μεσημέρι, γι' αυτό καθίσαμε στη ταβέρνα του χωριού για να φάμε και να ξεκουραστούμε. Φυσικά το μενού περιελάμβανε νοστιμότατα ντόπια κρητικά εδέσματα, ντολμαδάκια, χοχλιούς μπουμπουριστούς, μυζηθροπιτάκια, κρίθινο ντάκο, ελιές και φανταστικές οφτές πατάτες. Στο το τέλος μας φιλέψανε ρακή για να χωνέψουμε.

Χάρτης διαδρομής από το Κεντρί στους Μεσελέρους
Αφού αναπληρώσαμε τις δυνάμεις μας, φορτωθήκαμε τα σακίδια και ξεκινήσαμε πάλι για τη συνέχεια της πορείας μας. Τριακόσια μέτρα περίπου μετά τη βόρεια έξοδο των Μεσελέρων στην κατεύθυνση για Καλό Χωριό μπήκαμε στα αριστερά στο σηματοδοτημένο μονοπάτι Ε4 που οδηγεί -αφού περάσει από κορφές λόφων, ένα διάσελο και ένα ρέμα- στο χωριό Πρίνα. Στο σημείο που το μονοπάτι ελίσσεται στις πλαγιές των λόφων αντικρίζεις τον Κόλπο του Μιραμπέλλου και την πόλη του Αγίου Νικολάου.

Ο κόλπος του Μιραμπέλου


Η έξοδος του μονοπατιού είναι 300 μέτρα μετά την Πρίνα στην κατεύθυνση προς Καλαμαύκα. Από κει γυρίσαμε προς το χωριό για να περιηγηθούμε στα δρομάκια του και να προμηθευτούμε νερό από τη βρύση του χωριού. 
Όμορφο χωριό η Πρίνα, χτισμένη στη ρίζα της νοτιοανατολικής πλαγιάς του όρους Δίκτυ. Στενά ανηφορικά δρομάκια, σπίτια με μπουκαμβίλιες στις αυλές και μικροί κήποι με λαχανικά. Την ώρα που ξεκουραζόμασταν στη βρύση ήλθε μία ηλικιωμένη κυρία. Πιάσαμε την κουβέντα, μας εξιστορούσε για την παλιά εποχή που οι γυναίκες του χωριού κουβαλούσαν νερό από τη βρύση σε σταμνιά, που έπλεναν τα ρούχα και τα στρωσίδια τους στις πέτρινες σκάφες δίπλα στη βρύση. 

Το χωριό Πρίνα

Χάρτης διαδρομής από Μεσελέρους στην Πρίνα (από 6 έως 1)

Αφού δροσίσαμε το σώμα και τη ψυχή μας συνεχίσαμε το ταξίδι μας, γιατί έπρεπε πριν βραδιάσει να φθάσουμε σε κάποιο σημείο που θα μπορούσαμε να κοιμηθούμε τη νύκτα.Για δύο χιλιόμετρα περίπου βαδίσαμε στην άσφαλτο στην κατεύθυνση για Καλαμαύκα. Μετά πήραμε δεξιά το σηματοδοτημένο χωματόδρομο Ε4, που θα μας οδηγούσε στο οροπέδιο του Καθαρού. Από δω αρχίζει ανηφορική πορεία, που αρχικά είναι ήπια αλλά σιγά-σιγά μεγαλώνει. Τετρακόσια μέτρα περίπου από την αρχή του χωματόδρομου υπάρχει αριστερά ένα εκκλησάκι. Υπάρχουν επίσης καλλιεργημένες εκτάσεις κυρίως με αμπέλια.

 Στη συνέχεια με βορειοδυτική κατεύθυνση συνεχίσαμε διασχίζοντας περιοχές με πευκόφυτες πλαγιές και μικρά πλατώματα με αμπελάκια, αμυγδαλιές και αγροτόσπιτα, που κατοικούνται εποχιακά από τους αγρότες που καλλιεργούν στην περιοχή. Επίσης υπάρχουν πολλές περιφραγμένες εκτάσεις που χρησιμοποιούνται σαν βοσκότοποι. Καθώς περνούσαμε από εκεί ακούγαμε τη μελωδία από τα κουδούνια των ζώων που έβοσκαν. 


Επτά χιλιόμετρα περίπου από το σημείο που μπήκαμε στο χωματόδρομο είναι η περιοχή Κάτω Καμινάκι. Είναι ένα πλάτωμα με βοσκότοπους και μικρές καλλιεργημένες εκτάσεις με αμπελάκια και μερικά αγροτόσπιτα στη πλαγιά. Στο κέντρο του πλατώματος δεξιά από το χωματόδρομο υπάρχει ένα πηγάδι με έναν κουβά που μπορείς να πάρεις νερό πόσιμο αλλά αγνώστου ποιότητας. Συνεχίζοντας περάσαμε από ένα άλλο πλάτωμα που λέγεται Πάνω Καμινάκι. Και εκεί υπάρχουν μικρές καλλιεργημένες εκτάσεις με αμπέλια και μία μάντρα.

Από εδώ και μετά ο ήλιος άρχισε να μας εγκαταλείπει και διαρκώς απλωνόταν όλο και περισσότερο σκοτάδι. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας έπρεπε να βρούμε κοντά μία εκκλησία όπου και σχεδιάζαμε να διανυκτερεύσουμε. Όμως δυστυχώς οι πληροφορίες ήταν λανθασμένες και έτσι αφού περπατήσαμε μερικές εκατοντάδες μέτρα με τη βοήθεια φακού αποφασίσαμε να σταματήσουμε και να βρούμε ένα κατάλληλο μέρος για διανυκτέρευση. Το κρύο βέβαια μετά τη δύση του ήλιου άρχισε να γίνεται κακός σύμμαχος, αλλά δεν υπήρχε πλέον και άλλη λύση παρά μόνο να βρούμε, όσο μας το επέτρεπε η βοήθεια των φακών, ένα σχετικά απάγκιο μέρος χωρίς πέτρες για να κοιμηθούμε. Μόλις φάνηκε μπροστά μας ένα μικρό πλάτωμα με κατάλληλο έδαφος σταματήσαμε και αφού φορέσαμε “ότι είχαμε και δεν είχαμε” για να προστατευτούμε από το κρύο και την υγρασία, φάγαμε το υπόλοιπο παξιμάδι με τυρί και κατάκοποι όπως ήμασταν στρώσαμε τα υποστρώματα και μπήκαμε στους υπνόσακους για να κοιμηθούμε. 
Παρ' όλη την κούραση από την ολοήμερη πορεία και το κρύο που μας διαπερνούσε δεν αποφασίζαμε να κοιμηθούμε αμέσως γιατί το μυαλό μας είχε πάρει ο ξάστερος ουρανός με τα χιλιάδες αστέρια και το γαλαξία. Σαν άτομο της πόλης είχα πάρα πολλά χρόνια να δω ένα τέτοιο φανταστικό θέαμα. Στο νου μας πάλι ήρθαν αναμνήσεις από τη παιδική μας ηλικία. Εγώ έλεγα στο Μάρκο ιστορίες από τα παιδικά μου χρόνια, τα καλοκαίρια που η οικογένειά μου και η οικογένεια της θείας μου της Νίκης παραθερίζαμε σε ένα αγρόκτημα που είχαμε στη θέση Λειβάδια, κοντά στη θάλασσα του Αγίου Ανδρέα. Εκεί είχαμε ένα αλώνι και όταν έκανε πολύ ζέστη τη νύκτα και δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε μέσα στο σπιτάκι, παίρναμε τα στρωσίδια μας, τα βάζαμε πάνω στα άχυρα και ξαπλώναμε όλοι στη σειρά μέσα στο αλώνι. Θα μου μείνουν αξέχαστες οι ιστορίες και τα ανέκδοτα που μας έλεγαν οι γονείς μας. Πόσο πανέμορφος ήταν ο νυχτερινός ουρανός! Προσπαθούσαμε να βρούμε τους αστερισμούς, δημιουργούσαμε φανταστικές ιστορίες βλέποντας τις σκιάσεις του φεγγαριού, θαυμάζαμε το μέγεθος του γαλαξία... Τι υπέροχα χρόνια ήταν αυτά. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό για όλα αυτά που έζησα σαν παιδί!
Ο γιος μου θυμήθηκε το χάρτη των αστερισμών που του είχε κάνει δώρο ο θείος του ο Γιώργος όταν ήταν παιδάκι και την προσπάθειά του να βρει τα αστέρια που συνέθεταν τους αστερισμούς, έτσι όπως παρουσιάζονταν στον χάρτη. Τον ενθουσιασμό που ένιωθε και το θαυμασμό για όλες αυτές τις υπέροχες ομορφιές του κόσμου που ζούμε.
Σιγά-σιγά ο Μορφέας μας πήρε στο βασίλειό του, αλλά όχι για πολύ. Το κρύο που ήταν τσουχτερό δεν μας άφηνε να απολαύσουμε τη ζεστασιά της αγκαλιάς του. Έτσι πέρασε όλη η υπόλοιπη νύκτα. Κοιμόμασταν κατά διαστήματα για λίγο, αλλά η βάρβαρη η παγωνιά δεν έλεγε να μας λυπηθεί.

Μόλις όμως άρχισε να ξημερώνει ξεχάσαμε και την παγωνιά και όλη την κακουχία της νύκτας. Αυτό που αντικρίσαμε μπροστά μας, μόλις ανοίξαμε τα μάτια μας, είναι αδύνατο να περιγραφεί με λόγια. Κάτω από το σημείο που κοιμηθήκαμε και μέχρι το τέλος του ορίζοντα αιωρούνταν ένα συνεφένιο αφράτο χαλί υφασμένο από βαμβάκι κατάλευκο. Και γύρω-γύρω στον ορίζοντα ένα ροδοκόκκινο φωτεινό στεφάνι. Οι νιόβγαλτες ακτίνες του ήλιου έπαιζαν με την πρωινή πάχνη και συνέθεταν ένα πανέμορφο ζωγραφικό πίνακα. Από τις πιο όμορφες εικόνες της φύσης, που θα μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη μου για πάντα! Ένιωσα ότι έπρεπε να φυλάξω αυτόν τον όμορφο ήρεμο τόπο, καλά κρυμμένο μέσα μου. Εδώ πάνω σε αυτή την υπέροχη φύση ξεφεύγεις από τους ρυθμούς της πόλης, από το άγχος και την τρέλα της καθημερινότητας, αδειάζει το μυαλό, για να αποθηκεύσει τη μαγεία του τοπίου και τις όμορφες εικόνες που σου προσφέρονται. Ήταν εκπληκτικό!! 
 
Το εκπληκτικό πρωινό θέαμα
Αφού απολαύσαμε αυτό το υπέροχο δώρο της φύσης, ξεκινήσαμε πάλι την πορεία μας. Για δύο χιλιόμετρα ακόμα ο δρόμος συνέχιζε ανηφορικός μέσα από πευκόφυτες περιοχές. Στα πλατώματα δεξιά και αριστερά του δρόμου διάσπαρτα σπιτάκια μελισσών. Στ' αυτιά μας το βούισμα των μελισσών που πετούσαν από φυτό σε φυτό, σε ένα τρελό χορό προσπαθώντας να χαρούν και να ζήσουν τις ομορφιές της φύσης ανάμεσα στα αρωματικά φυτά και τα βότανα που πλημμύριζαν με τα άρωματά τους τον αέρα.
Όταν φθάσαμε στο τέλος της ανηφορικής πορείας αριστερά μας φαινόταν το Λυβικό και δεξιά μας το Κρητικό Πέλαγος. Οι αποχρώσεις του πράσινου στις βουνοπλαγιές, του μπλε της θάλασσας και του γαλάζιου του ουρανού επιδρούσαν σαν βάλσαμο στα μάτια μας και στην ψυχή μας.


Στη συνέχεια ο δρόμος κατηφορίζει ελαφρά για τρία περίπου χιλιόμετρα. Ακολούθως μετά από ένα χιλιόμετρο ελαφράς ανηφορικής πορείας φθάσαμε στην τοποθεσία Ρουσόξυλο ανάμεσα από αγροτόσπιτα σε μικρό πλάτωμα με αμπέλια και καλλιέργειες. Δεξιά του δρόμου υπάρχει ένα εκκλησάκι του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Από αυτό το σημείο η θέα προς το νότο είναι εκπληκτική. Φαίνονται τα χωριά Μάλες, Μύρτος, Μύθοι και το φαράγγι της Σαρακίνας.


Εδώ συναντήσαμε και κάποια άτομα από τις Μάλες, που είχαν έρθει για να φροντίσουν τις καλλιέργειές τους. Πολύ ευγενικοί, μας πρόσφεραν δροσερό νερό και μας κέρασαν λουκουμάδες. Η κυρία μας είπε ότι καταγόταν από τη Θράκη. Παντρεύτηκε έναν κρητικό από τις Μάλες και όταν γνώρισε την περιοχή της άρεσε τόσο πολύ που αποφάσισαν να ζήσουν πλέον εκεί, στη ζεστασιά του Λυβικού.
Πήραμε μια ανάσα και συνεχίσαμε τη πορεία μας μέσα από το πευκοδάσος. Αφού περάσαμε μία χαρακτηριστική κορφή με μεγάλους βράχους, μπροστά μας ανοίχτηκε καταπληκτική θέα προς την κοιλάδα του Σελάκανου. Από εδώ ξεκινάει στα αριστερά μας το μονοπάτι που οδηγεί στο Σελάκανο.



Χάρτης από το σημείο 15 (Πρίνα) στο 5 (διαστ. για Καθαρό)

Εμείς συνεχίσαμε το δρόμο μας με κατεύθυνση βόρεια προς το οροπέδιο του Καθαρού. Η περιοχή για δύο χιλιόμετρα είναι πευκόφυτη, αλλά μετά στο τοπίο υπάρχει χαμηλή βλάστηση και καλλιέργειες με δένδρα κυρίως αχλαδιές, μηλιές και καρυδιές. Στην αριστερή πλαγιά φαίνεται το μετόχι του Σωτήρος. Μετά από 500 μέτρα κοντά στο δρόμο δεξιά συναντήσαμε ένα γραφικό πετρόχτιστο εκκλησάκι με διαμορφωμένο χώρο για ξεκούραση.
Φυσικά δεν αποφύγαμε τον πειρασμό να κόψουμε και να δοκιμάσουμε λίγα αχλάδια και μήλα στη διαδρομή. Όπως λέει και ο λαός “ασθενής και οδοιπόρος αμαρτία ουκ έχει”. Τα πιο νόστιμα ήταν αυτά που κόψαμε από τις αγριαπιδιές και αγριομηλιές. Πολύ μικρά σε μέγεθος αλλά πολύ γλυκά. Νόστιμες αυθεντικές γεύσεις χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση.
Αφού ξεκουραστήκαμε για λίγα λεπτά συνεχίσαμε τη πορεία. Πάντα βόρεια προς το οροπέδιο του Καθαρού. Περάσαμε από το Μετόχι του Ρωμανού όπου υπάρχουν μερικά αγροτόσπιτα, και στάνες με κατσίκια και πρόβατα. Συνεχίζοντας μετά από μία σύντομη λίγο ανηφορική πορεία φθάσαμε στα πρώτα σπίτια πριν το Καθαρό. Εδώ μερικά από τα κτίρια είναι καινούρια, σωστές βίλες. Φθάνοντας στο ψηλότερο σημείο αντικρίσαμε από κει το Οροπέδιο του Καθαρού. 
 
Το Οροπέδιο του Καθαρού από ψηλά
Σε υψόμετρο 1.150 μέτρων απλώθηκαν μπροστά μας 60.000 στρέμματα πεδινής έκτασης, με καλλιέργειες δημητριακών, λαχανικών, αμπελιών και οπωροφόρων δέντρων.
Χιλιάδες αιγοπρόβατα έβοσκαν στη πεδινή έκταση και στις γύρω πλαγιές. Όλη η έκταση του Καθαρού, όπως μάθαμε χαρακτηρίζεται από ένα ιδιαίτερο καθεστώς ιδιοκτησίας. Ανήκει αποκλειστικά στο Δημοτικό Διαμέρισμα Κριτσάς και μόνο οι μόνιμοι εγγεγραμμένοι κάτοικοι του χωριού έχουν δικαίωμα να βοσκήσουν τα ζωντανά τους ή να καλλιεργήσουν τη γη, αποδίδοντας ένα ποσοστό της ετήσιας παραγωγής στην κοινότητα. Επίσης, μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα να χτίσουν, χωρίς όμως το δικαίωμα να πουλήσουν ή να μεταβιβάσουν σε ξένους. 
Ήταν πια μεσημέρι, τα στομάχια μας απαιτούσαν επιτακτικά φαγητό γι' αυτό κατευθυνθήκαμε προς την ταβέρνα. Καθίσαμε κάτω από την πέργολα κατάκοποι. Βγάλαμε και τα παπούτσια μας για να ξεκουράσουμε τα πόδια μας που είχαν ταλαιπωρηθεί αρκετά. Παραγγείλαμε ότι πιο παραδοσιακό διέθετε η ταβερνούλα, απολαύσαμε το πεντανόστιμο φαγητό μας, ήπιαμε και μια ρακούλα για να μας χαλαρώσει και να μας ξεκουράσει. Εδώ στο οροπέδιο του Καθαρού ήταν το χάνι του Κουτουλάκη, στο Σγουρό Πρίνο, όπου έκαναν την πρώτη τους στάση οι Κεντριανοί, μετά από δώδεκα ώρες νυχτερινής διαδρομής. Τα μέλη της στρατιάς κατέβαζαν με προσοχή από τα ζώα τα σαμάρια με τα σταμνιά, για να τα ξεκουράσουν και να ξαποστάσουν και αυτοί. Μετά από μικρή στάση ξανασαμάρωναν τα ζώα τους και συνέχιζαν την πορεία της στραθιάς τους.


Καθώς αναπαυόμουν μετά το φαγητό αφηρημένη, κάποια στιγμή αντιλαμβάνομαι ότι ο γιος μου είχε απομακρυνθεί από το τραπέζι και είχε ξαπλώσει νυσταγμένος και κατάκοπος σε ένα πεζούλι στον ήλιο. Η ώρα όμως ήταν πλέον 4 και έπρεπε να συνεχίσουμε την πορεία για το οροπέδιο του Λασιθίου και να φθάσουμε στον Άγιο Γεώργιο πριν νυχτώσει. Ξέραμε ότι η διαδρομή αυτή είχε δυσκολίες και γι' αυτό έπρεπε να την ολοκληρώσουμε οπωσδήποτε όσο θα ήταν ακόμα μέρα.
Προσπαθώντας να τον ξυπνήσω μου ήρθαν πάλι στο νου αναμνήσεις από το δύσκολο αγώνα μου κάθε πρωί όταν προσπαθούσα να τον ξυπνήσω για να ετοιμαστεί για το σχολείο, τότε που ήταν ακόμα μαθητής. Άγχος να προλάβουμε! Εγώ να φθάσω εγκαίρως στη δουλειά μου και τα παιδιά στο σχολείο. Δύσκολα αλλά όμορφα χρόνια!
Φαινόταν πολύ κουρασμένος. Είχε συσσωρευθεί όλη η κούραση. Η έλλειψη ύπνου της νύχτας, λόγω του κρύου, τον είχε εξουθενώσει. Εγώ, ίσως λόγω της ανησυχίας μου για τη συνέχεια της διαδρομής, έκανα περισσότερο κουράγιο. Παρ' όλα αυτά έπρεπε να ετοιμαστούμε για τη συνέχεια της πορείας μας. Φορτωθήκαμε λοιπόν τα σακίδια, ευχαριστήσαμε την κυρία που μας ετοίμασε το φαγητό και ξεκινήσαμε τη διαδρομή για το Οροπέδιο Λασιθίου. Στην αρχή περπατήσαμε σε αγροτικό χωματόδρομο διασχίζοντας τη πεδινή έκταση του οροπεδίου ανάμεσα σε πελώριους πρίνους, που αγέρωχοι και περήφανοι φαίνονταν να ανθίστανται το χρόνο και τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, που επικρατούν στην περιοχή τη χειμερινή περίοδο.

 
Γύρω μας υψώνονταν επιβλητικές οι ορθοπλαγές του όρους Δίκτη, η άγρια ορεινή Κρήτη. Μετά από διαδρομή μισής ώρας περίπου υπάρχει πινακίδα που σε οδηγεί προς μονοπάτι που αφού διασχίζει το φαράγγι του Χαυγά φτάνει στο οροπέδιο Λασιθίου. Εμείς όμως δεν ακολουθήσαμε αυτή τη διαδρομή γιατί θέλαμε να περάσουμε από τις “στροφές της Αλέξαινας”, από το μονοπάτι που ακολουθούσαν οι Κεντριανοί.
Συνεχίζοντας αφού περπατήσαμε δίπλα από κοίτη ποταμού αρχίσαμε να ανηφορίζουμε έως ότου φθάσαμε στο ύψωμα του Τιμίου Σταυρού μετά από 6 χιλιόμετρα περίπου.


Από εδώ ακολουθούμε το αρχαίο μινωικό μονοπάτι για τη κάθοδό μας προς το οροπέδιο Λασιθίου. Από αυτό το μονοπάτι λέγεται ότι πέρασε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο δρόμο για την Ιεράπετρα μέσω Μαλών κατά την περιοδεία του στην περιοχή. Ο δρόμος αυτός είναι μια από τις 8 παλιές εισόδους του Οροπεδίου και κατά τον Petlenbury, τον γνωστό Άγγλο και μεγάλο περιπατητή του νησιού μας, ακολουθεί τον Μινωικό δρόμο που συνέδεε τη Λύκτο με τα ανατολικά διαμερίσματα της Κρήτης. Φαίνεται πως στα Μινωικά χρόνια το Οροπέδιο του Λασιθίου ήταν αξιόλογος συγκοινωνιακός κόμβος γιατί αρκετές οδικές αρτηρίες, προστατευόμενες μάλιστα από μικρά οχυρά, διασταυρωνόταν εκεί.


Το έδαφος εδώ είναι πετρώδες με διάσπαρτα δέντρα και θάμνους (πρίνους, ασφένταμους, κ.λ.π.). Το τοπίο χαρακτηρίζουν οι πολλές και μεγάλες πέτρες. Οι Κεντριανοί όταν περνούσαν από εκεί, με φορτωμένα τα ζώα τους, ήταν πολύ προσεκτικοί γιατί το μονοπάτι ήταν δύσκολο, κακοτράχαλο και στενό. Έπρεπε λοιπόν να φροντίζουν να μην συμβεί κάποιο ατύχημα με συνέπεια να σπάσουν τα σταμνιά. Το μονοπάτι που αρχικά είναι σχετικά ευδιάκριτο, αφού κινηθεί περιφερειακά με πορεία δυτικά και βόρεια συνεχίζει στις στροφές της Αλέξαινας. Από εδώ ψηλά η θέα που ανοίχτηκε μπροστά μας ήταν φανταστική. Στα πόδια μας απλώθηκε το πανέμορφο οροπέδιο Λασιθίου. Είδαμε όλα τα χωριά του οροπεδίου, τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις και φυσικά τις τεχνητές λιμνοδεξαμενές. Σ' αυτό το σημείο ο ενθουσιασμός μας ήταν μεγάλος. Πανηγυρίζαμε γιατί αισθανθήκαμε ότι επιτέλους, μετά από κοπιαστική πορεία, βρισκόμασταν κοντά στο στόχο μας.

Το Οροπέδιο του Λασιθίου από ψηλά

 
Χάρτης διαδρομής από Οροπέδιο Καθαρού στο Οροπέδιο Λασιθίου


Ξαφνικά όμως, εκεί που περιμένεις να συνεχιστεί αυτό το όμορφο και ιστορικό μονοπάτι, εκπλήσσεσαι γιατί μπροστά σου βρίσκεται "φυτρωμένος" στη θέση του ένας έντονα κατηφορικός δρόμος, σκαμμένος με σκαπτικό μηχάνημα, εξαφανίζοντας για πάντα το όμορφο καλντερίμι. Οι πέτρες είναι τόσες πολλές και ολισθηρές που η κατάβαση γίνεται πολύ επικίνδυνη. Η οργή μας ήταν τόσο μεγάλη για εκείνους που, χωρίς να καταλαβαίνουμε πραγματικά το λόγο, κατέστρεψαν αυτό το όμορφο μινωικό μονοπάτι, που άντεξε τόσες χιλιάδες χρόνια, εγκαταλείποντας στην θέση του πέτρες και χώματα.
Συνεχίσαμε όμως την κατάβαση, αφού δεν γινόταν διαφορετικά, με μεγάλη δυσκολία και ιδιαίτερη προσοχή, κατρακυλώντας κατά διαστήματα με κίνδυνο την ακεραιότητά μας, έως ότου βρήκαμε σε ένα σημείο ξανά τμήμα που αρχαίου μονοπατιού, το οποίο ακολουθήσαμε και φτάσαμε στην εκκλησία της Αγίας Πελαγίας. 


Η εκκλησία αυτή όπως διαβάσαμε χτίστηκε μετά το 1545 κατά την ενετική κατοχή. Λέγεται ότι υπήρξε γύρω από το μοναστήρι και μετόχι όπου έμεναν αρκετές οικογένειες. Ο οικισμός όμως αργότερα καταστράφηκε και ερημώθηκε. Εδώ στο εκκλησάκι της Αγίας Πελαγίας, μετά από κοπιαστική πορεία πάνω από δεκαοκτώ ώρες, γινόταν η τελευταία συγκέντρωση της ομάδας των Κεντριανών, χωρίς να ξεσαμαρώσουν τα ζώα, για να αποφασίσουν σε ποιο χωριό θα πήγαινε ο καθ' ένας τους και σε ποια τιμή θα διέθεταν τα σταμνιά.
Και κατά την επιστροφή, πάλι το εκκλησάκι ήταν σημείο αναφοράς. Η ώρα της επιστροφής δεν ήταν ίδια για όλα τα μέλη της ομάδας, μια και οι συνθήκες της ανταλλαγής των σταμνιών ήταν διαφορετικές για κάθε άτομο. Οπότε η επιστροφή δεν ήταν ομαδική. Είχαν όμως ένα κώδικα επικοινωνίας ώστε να γνωρίζουν πόσα άτομα έχουν ξεκινήσει την πορεία για την επιστροφή στο Κεντρί. Κάθε μέλος της ομάδας περνώντας πάλι από το εκκλησάκι της Αγίας Πελαγίας άφηνε μια πέτραπάνω σε ένα χαράκι, ώστε να γνωρίζουν οι επόμενοι πόσοι έχουν επιστρέψει πριν από αυτούς και πόσοι έπονται.
Έτσι και μεις λοιπόν κάναμε το συμβούλιό μας εδώ για να αποφασίσουμε αν θα πάμε στον οικισμό του Αγίου Γεωργίου ή του Αγίου Κωνσταντίνου. Μια και η επιστροφή μας δεν θα ήταν πεζοπορική για να αφήσουμε τη πέτρα μας κατά το γυρισμό, αφήσαμε τώρα από μία πέτρα ο καθ' ένας μας πάνω στο πεζούλι του περιβόλου της εκκλησίας, για να μιμηθούμε τους προγόνους μας και να αφήσουμε και μεις το σημάδι του πηγαιμού μας στο οροπέδιο του Λασιθίου.



 

Τελικά αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε το δρόμο για τον Άγιο Γεώργιο, που ήταν και ο πιο κοντινός, γιατί σε λίγο θα έπεφτε το σκοτάδι. Για καλή μας τύχη στα μισά της διαδρομής συναντήσαμε ένα ζευγάρι βοσκών με το αγροτικό τους αυτοκίνητο. Σταματήσαμε να ρωτήσουμε αν υπάρχουν ταξί ή δωμάτια στο χωριό και αυτοί προθυμοποιήθηκαν να μας πάρουν μαζί τους και να μας πάνε στο χωριό. Πάρα πολύ ευγενικοί άνθρωποι. Προσπάθησαν να μας εξυπηρετήσουν. Μας πήγαν στο σπίτι του μοναδικού ταξιτζή του χωριού, τον οποίο απορρίψαμε γιατί η τιμή που μας ζήτησε για να μας πάει μέχρι τα Μάλια ήταν πολύ τσουχτερή. Τελικά μας πήγαν στο μοναδικό ξενώνα του χωριού που λειτουργούσε εκείνη την εποχή, για να κοιμηθούμε και να φύγουμε το πρωί για τον Άγιο Νικόλαο. Τους αποχαιρετήσαμε καταϋποχρεωμένοι για τη βοήθεια που πρόθυμα μας έδωσαν.

Στον ξενώνα δεν θα έλεγα ότι οι συνθήκες και η αντιμετώπιση ήταν η καλύτερη που θα μπορούσαμε να έχουμε, αλλά “δίνοντας τόπο στην οργή” που λένε, βολευτήκαμε όπως μπορέσαμε. Αφού κάναμε μια βόλτα στο χωριό για να το γνωρίσουμε, φάγαμε και πήγαμε κατάκοποι για ύπνο, μια και το πρωί έπρεπε να πάμε στη στάση του ΚΤΕΛ στις πέντε και μισή, πριν ξυπνήσουν τα κοκόρια, για να πάρουμε το λεωφορείο που θα μας πήγαινε στον Άγιο Νικόλαο.

Το πρωί το κρύο ήταν διαπεραστικό αλλά, μετά την κρύα διανυκτέρευση στο βουνό, δεν μας πτοούσε πλέον τίποτα. Εμείς στη στάση, σαν καλά παιδιά, φθάσαμε πέντε και μισή αλλά το λεωφορείο βέβαια όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα πέρασε στις έξι και μισή. Ξεροσταλιάσαμε να περιμένουμε, αλλά .... ας κάναμε και αλλιώς.
Από ότι μου είπε ο γιος μου η διαδρομή προς τον Άγιο Νικόλαο ήταν πολύ όμορφη. Ειδικά αυτή την ώρα που άρχιζε να ξημερώνει και να προβάλουν οι πρώτες ακτίνες του ήλιου. Εγώ δυστυχώς δεν κατάφερα να δω τίποτα γιατί έκλεισαν τα μάτια μου στον Άγιο Γεώργιο και ξανάνοιξαν στον Άγιο Νικόλαο. Από κει παίρνοντας το λεωφορείο φθάσαμε στο Ξεροπήγαδο, για να επιστρέψουμε στο Κεντρί, στο σπίτι της θείας της Νίκης. Εκεί βέβαια η θεία μου και η ξαδέλφη μου μας επιφύλαξαν τρανή υποδοχή με καφεδάκι και λουκουμάδες με μέλι ... και όχι μόνο!
Η απόλαυση στο μεγαλείο της!
Εκείνη την ώρα αισθάνθηκα απερίγραπτη αγαλλίαση! Ένιωθα τόσο όμορφα! Ο στόχος μας είχε επιτευχθεί, οι εμπειρίες της διαδρομής μας ήταν φανταστικές, οι ώρες που είχα ζήσει με το γιο μου ήταν μοναδικές, οι εικόνες που γέμισαν το νου μου ήταν υπέροχες, οι αναμνήσεις που με πλημμύρισαν ήταν συγκινητικές, τα συναισθήματα που ένιωσα ήταν απερίγραπτα, ο καφές και οι λουκουμάδες μοσχομύριζαν, η αγάπη της θείας μου και της εξαδέλφης μου ήταν αμέτρητη!
Τι άλλο να ζητήσει η ψυχή μου;
Παρ' όλα αυτά όμως, μια απίστευτη έκπληξη ήρθε και ολοκλήρωσε με ένα μαγικό τρόπο την όλη προσπάθειά μας. Καθώς απολαμβάναμε το πρωινό μας μέσ' τη καλή χαρά, ένας επισκέπτης κτύπησε την πόρτα της θείας μου. Φυσικά δεν πίστευα στα αυτιά μου όταν μου σύστησε η θεία μου τον επισκέπτη της. Δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι ο επισκέπτης αυτός ήταν ο κ. Μανιαδάκης, που είχε έλθει να επισκεφτεί τη θεία μου, χωρίς να ξέρει ότι εμείς βρισκόμασταν εκεί μετά το τέλος της διαδρομής που είχαμε κάνει. Της διαδρομής των Κεντριανών προς το οροπέδιο Λασιθίου που ο ίδιος περιέγραφε στο βιβλίο του. Το βιβλίο που μας έδωσε το ερέθισμα για να πραγματοποιήσουμε αυτή την υπέροχη πορεία. Την πορεία που μας χάρισε τόσες υπέροχες εμπειρίες και συναισθήματα!





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου