Για ένα μου ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη είχα συλλέξει διάφορες πληροφορίες για τα αξιοθέατα που θα μπορούσα να δω.
Πιστεύω να φανούν και σε σας χρήσιμα!
ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ
Στο αεροδρόμιο Κεμάλ Ατατούρκ όπου προσγειώνονται οι διεθνείς πτήσεις υπάρχει μετρό το οποίο συνδέει το αεροδρόμιο με το σταθμό Aksaray. Ο καλύτερος τρόπος μετακίνησης από το αεροδρόμιο προς την πόλη! Μετά μπορεί να πάρει κανείς το τραμ που περνάει από το Σουλταναχμέτ και σε άλλα κεντρικά σημεία της πόλης.
Το τραμ είναι εξαιρετικά εξυπηρετικό, ειδικά αν μένει κανείς στην περιοχή του Μπέιγιογλου και θέλει να βρεθεί στο Σουλταναχμέτ (δηλαδή στην παλιά πόλη), χωρίς να υποστεί το πακέτο της κίνησης. Ή και αντιστρόφως φυσικά. Η διαδρομή που κάνει είναι εξαιρετικά βολική για να δει κανείς τα περισσότερα αξιοθέατα. Κάνει στάση στην πλατεία που βρίσκεται η Αγία Σοφία και επίσης κάνει στάση και στο Καπαλί Τσαρσί, την σκεπαστή αγορά. Τα περισσότερα αξιοθέατα είναι εκεί γύρω.
Στη στάση Karakoy, μπορείτε να το συνδυάσετε με το Tunel, το οποίο είναι ένα μικρό Funiculaire, όπως περίπου αυτό στον Λυκαβηττό. Έτσι αποφεύγεται και την ανηφόρα. Το Funiculaire θα σας βγάλει στην αρχή της λεωφόρου Istiklal (αυτή που παλιά ήταν η ξακουστή Λεωφόρος του Πέραν). Από εκεί μπορείτε να ανεβείτε σε έτερο ρομαντικό τραμ το οποίο την διασχίζει και φτάνει ως την πλατεία Taksim. Προσοχή όμως: Το Tunel κλείνει στις 9 το βράδυ.
Το μετρό δεν έχει ακόμη εκτεταμένο δίκτυο με συνέπεια οι διαδρομές που κάνει να μην εξυπηρετούν ιδιαιτέρως τον τουρίστα. Αν όμως θέλετε να βρεθείτε στις δυτικοποιημένες περιοχές με τους γυάλινους ουρανοξύστες τότε το παίρνετε από την πλατεία Taksim και κατεβαίνετε στο Levent.
Με τα πλοία είναι ένας καλός τρόπος να μεταφερθεί κανείς. Θα τα βρετε στο Eminonu, απέναντι από την Αγορά των Μπαχαρικών (Misir Carsi), προκειμένου να διαπλεύσετε τον Βόσπορο και αυτό είναι πολύ εξυπηρετικό αν θελήσετε να επισκεφτείτε κάποια προάστια χωρίς να μπλέξετε στην κίνηση. Άλλος σταθμός πλοίων, τα οποία διαπλέουν το Βόσπορο για να βρεθούν στην ασιατική πλευρά ή για να προσεγγίσουν τα Πριγκηπόννησα, θα βρείτε στο Karakoy, αφού περάσετε απέναντι τον Κεράτιο Κόλπο, είτε περπατώντας πάνω από τη γέφυρα του Γαλατά είτε παίρνοντας το τραμ για μια στάση. Θυμηθείτε να κατεβείτε στη στάση Karakoy.
Αν αποφασίσετε να χρησιμοποιήσετε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς της Κωνσταντινούπολης αγοράζετε τα ζετόν, είτε από το γκισέ, είτε από το κοντινότερο περίπτερο. Τα εισιτήρια κοστίζουν 3 Λίρες και ισχύουν για 90 λεπτά για όλα τα μέσα συγκοινωνίας. Χρήσιμο επίσης είναι να προμηθευτείτε το Akbil ένα ηλεκτρονικού τύπου πάσο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλα τα μέσα μεταφοράς. Το αγοράζετε προπληρώνοντας τα εισιτήρια στους σταθμούς λεωφορείων του μετρό του τραμ κλπ καταβάλλοντας και μια μικρή εγγύηση η οποία και σας επιστρέφεται. Το πάσο αυτό είναι ένα μεταλλικό, στρογγυλού σχήματος, αντικείμενο το οποίο περιβάλλεται από μία πλαστική λαβή. Είναι εκπτωτικό της τάξης του 10%. Όταν αδειάσει μπορείτε να προσθέσετε μονάδες. Σε κάθε λεωφορείο, τραμ, μετρό, πλοίο υπάρχει ένα μηχάνημα, πορτοκαλί χρώματος, στο οποίο βρίσκεται μια υποδοχή όπου τοποθετείτε το Akbil και αφαιρούνται αυτόματα οι μονάδες. Ιδιαίτερα χρήσιμο για τους τουρίστες είναι το μπλε (mavi) Akbil το οποίο λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο αλλά έχει συγκεκριμένη διάρκεια ισχύος: Μια μέρα, μια εβδομάδα, δεκαπέντε ημέρες. Επίσης μπορείτε να εφοδιαστείτε με την Istanbul Κart, την προπληρωμένη κάρτα που θα αντικαταστήσει το Akbil. Και για αυτή πληρώνεται μία εγγύηση που όμως δεν επιστρέφεται. Οι εκπτώσεις είναι οι ίδιες. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ταυτοχρόνως από περισσότερα άτομα αφαιρώντας κάθε φορά το αντίστοιχο αντίτιμο εισιτηρίου.
Στη Κωνσταντινούπολη επίσης υπάρχουν πάρα πολλά ταξί. Η χρέωση δεν είναι ακριβή. Προσέξτε όμως να επιμένετε ο οδηγός χρησιμοποιήσει το ταξίμετρο.
Στο αεροδρόμιο Κεμάλ Ατατούρκ όπου προσγειώνονται οι διεθνείς πτήσεις υπάρχει μετρό το οποίο συνδέει το αεροδρόμιο με το σταθμό Aksaray. Ο καλύτερος τρόπος μετακίνησης από το αεροδρόμιο προς την πόλη! Μετά μπορεί να πάρει κανείς το τραμ που περνάει από το Σουλταναχμέτ και σε άλλα κεντρικά σημεία της πόλης.
Το τραμ είναι εξαιρετικά εξυπηρετικό, ειδικά αν μένει κανείς στην περιοχή του Μπέιγιογλου και θέλει να βρεθεί στο Σουλταναχμέτ (δηλαδή στην παλιά πόλη), χωρίς να υποστεί το πακέτο της κίνησης. Ή και αντιστρόφως φυσικά. Η διαδρομή που κάνει είναι εξαιρετικά βολική για να δει κανείς τα περισσότερα αξιοθέατα. Κάνει στάση στην πλατεία που βρίσκεται η Αγία Σοφία και επίσης κάνει στάση και στο Καπαλί Τσαρσί, την σκεπαστή αγορά. Τα περισσότερα αξιοθέατα είναι εκεί γύρω.
Στη στάση Karakoy, μπορείτε να το συνδυάσετε με το Tunel, το οποίο είναι ένα μικρό Funiculaire, όπως περίπου αυτό στον Λυκαβηττό. Έτσι αποφεύγεται και την ανηφόρα. Το Funiculaire θα σας βγάλει στην αρχή της λεωφόρου Istiklal (αυτή που παλιά ήταν η ξακουστή Λεωφόρος του Πέραν). Από εκεί μπορείτε να ανεβείτε σε έτερο ρομαντικό τραμ το οποίο την διασχίζει και φτάνει ως την πλατεία Taksim. Προσοχή όμως: Το Tunel κλείνει στις 9 το βράδυ.
Το μετρό δεν έχει ακόμη εκτεταμένο δίκτυο με συνέπεια οι διαδρομές που κάνει να μην εξυπηρετούν ιδιαιτέρως τον τουρίστα. Αν όμως θέλετε να βρεθείτε στις δυτικοποιημένες περιοχές με τους γυάλινους ουρανοξύστες τότε το παίρνετε από την πλατεία Taksim και κατεβαίνετε στο Levent.
Με τα πλοία είναι ένας καλός τρόπος να μεταφερθεί κανείς. Θα τα βρετε στο Eminonu, απέναντι από την Αγορά των Μπαχαρικών (Misir Carsi), προκειμένου να διαπλεύσετε τον Βόσπορο και αυτό είναι πολύ εξυπηρετικό αν θελήσετε να επισκεφτείτε κάποια προάστια χωρίς να μπλέξετε στην κίνηση. Άλλος σταθμός πλοίων, τα οποία διαπλέουν το Βόσπορο για να βρεθούν στην ασιατική πλευρά ή για να προσεγγίσουν τα Πριγκηπόννησα, θα βρείτε στο Karakoy, αφού περάσετε απέναντι τον Κεράτιο Κόλπο, είτε περπατώντας πάνω από τη γέφυρα του Γαλατά είτε παίρνοντας το τραμ για μια στάση. Θυμηθείτε να κατεβείτε στη στάση Karakoy.
Αν αποφασίσετε να χρησιμοποιήσετε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς της Κωνσταντινούπολης αγοράζετε τα ζετόν, είτε από το γκισέ, είτε από το κοντινότερο περίπτερο. Τα εισιτήρια κοστίζουν 3 Λίρες και ισχύουν για 90 λεπτά για όλα τα μέσα συγκοινωνίας. Χρήσιμο επίσης είναι να προμηθευτείτε το Akbil ένα ηλεκτρονικού τύπου πάσο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλα τα μέσα μεταφοράς. Το αγοράζετε προπληρώνοντας τα εισιτήρια στους σταθμούς λεωφορείων του μετρό του τραμ κλπ καταβάλλοντας και μια μικρή εγγύηση η οποία και σας επιστρέφεται. Το πάσο αυτό είναι ένα μεταλλικό, στρογγυλού σχήματος, αντικείμενο το οποίο περιβάλλεται από μία πλαστική λαβή. Είναι εκπτωτικό της τάξης του 10%. Όταν αδειάσει μπορείτε να προσθέσετε μονάδες. Σε κάθε λεωφορείο, τραμ, μετρό, πλοίο υπάρχει ένα μηχάνημα, πορτοκαλί χρώματος, στο οποίο βρίσκεται μια υποδοχή όπου τοποθετείτε το Akbil και αφαιρούνται αυτόματα οι μονάδες. Ιδιαίτερα χρήσιμο για τους τουρίστες είναι το μπλε (mavi) Akbil το οποίο λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο αλλά έχει συγκεκριμένη διάρκεια ισχύος: Μια μέρα, μια εβδομάδα, δεκαπέντε ημέρες. Επίσης μπορείτε να εφοδιαστείτε με την Istanbul Κart, την προπληρωμένη κάρτα που θα αντικαταστήσει το Akbil. Και για αυτή πληρώνεται μία εγγύηση που όμως δεν επιστρέφεται. Οι εκπτώσεις είναι οι ίδιες. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ταυτοχρόνως από περισσότερα άτομα αφαιρώντας κάθε φορά το αντίστοιχο αντίτιμο εισιτηρίου.
Στη Κωνσταντινούπολη επίσης υπάρχουν πάρα πολλά ταξί. Η χρέωση δεν είναι ακριβή. Προσέξτε όμως να επιμένετε ο οδηγός χρησιμοποιήσει το ταξίμετρο.
ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ
Ο
Ναός της Αγίας Σοφίας
Διεύθυνση:
Babihümayun Caddesi, Sultanahme
Ώρες: Τρίτη - Κυριακή 09.00 – 17.00 (Από 1 Απριλίου έως 1 Οκτωβρίου 09.00-19.00) Η είσοδος επιτρέπεται το αργότερο 2 ώρες πριν το κλείσιμο.
Είσοδος: 30 TL
Ώρες: Τρίτη - Κυριακή 09.00 – 17.00 (Από 1 Απριλίου έως 1 Οκτωβρίου 09.00-19.00) Η είσοδος επιτρέπεται το αργότερο 2 ώρες πριν το κλείσιμο.
Είσοδος: 30 TL
Ο
Βυζαντινός Ναός της
Ύπατης Σοφίας του Ένσαρκου Λόγου του
Θεού,
περισσότερο γνωστή ως Αγία
Σοφία
ή Αγιά-Σοφιά,
(τουρκικά
Ayasofya,
λατινικά
Sancta
Sophia
ή Sancta
Sapientia),
γνωστός και ως Ναός
της Αγίας του Θεού Σοφίας
ή απλά Η
Μεγάλη Εκκλησία,
ήταν από το 360 μέχρι το 1453 ορθόδοξος
καθεδρικός ναός
της Κωνσταντινούπολης,
με εξαίρεση την περίοδο 1204 - 1261 κατά την
οποία ήταν ρωμαιοκαθολικός
ναός, ενώ μετά την άλωση της
Κωνσταντινούπολης
μετατράπηκε σε τέμενος,
μέχρι το 1934 και αποτελεί σήμερα μουσειακό
χώρο (τουρκικά Ayasofya
Müzesi).
Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες
της βυζαντινής ναοδομίας, πρωτοποριακού
σχεδιασμού, και υπήρξε σύμβολο της
πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και
κατά την οθωμανική περίοδο. Το παρόν
κτίσμα ανεγέρθηκε τον 6ο αιώνα, επί
βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄, από τους
μηχανικούς Ανθέμιο από τις Τράλλεις
(σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο.
Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου
της Κωνσταντινούπολης και σε κοντινή
απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον
Ιππόδρομο της πόλης, είχαν χτιστεί
παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν
από πυρκαγιά. Το οικοδόμημα ακολουθεί
τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της
τρουλαίας βασιλικής
και συνδυάζει στοιχεία της πρώιμης
βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη
κλίμακα. Αρχιτεκτονικές επιρροές της
Αγίας Σοφίας εντοπίζονται σε αρκετούς
μεταγενέστερους ορθόδοξους ναούς αλλά
και σε οθωμανικά τζαμιά, όπως στο τέμενος
του Σουλεϊμάν και στο Σουλταναχμέτ
τζαμί. Εκτός από τον αρχιτεκτονικό
σχεδιασμό της, η Αγία Σοφία ξεχωρίζει
επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό
της, που ωστόσο υπέστη σοβαρές καταστροφές
κυρίως από τις βαρβαρότητες των Τούρκων
κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής
κυριαρχίας.
Μετά
τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης το
337, η ανέγερση ενός ναού της Αγίας Σοφίας
υπήρξε τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος
οικοδόμησης γύρω από το Μέγα Παλάτι. Η
πρώτη Αγία Σοφία εγκαινιάστηκε το 360
επί της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίνου
Β΄ και μαζί με το ναό της Αγίας Ειρήνης
αποτελούσε τον κύριο καθεδρικό ναό της
πρωτεύουσας και έδρα του Πατριαρχείου
της Κωνσταντινούπολης. Εικάζεται ότι
επρόκειτο για ξυλόστεγη βασιλική,
τρίκλιτη ή πεντάκλιτη. Καταστράφηκε
από πυρκαγιά το 404 και χτίστηκε εξαρχής
τα επόμενα χρόνια. Ο νέος ναός εγκαινιάστηκε
το 415 επί βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ και
καταστράφηκε από τους οπαδούς του
πατριάρχη επειδή ο Θεοδόσιος είχε μια
διαμάχη με τον Πατριάρχη. Αν και λίγα
συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν ως
προς την αρχιτεκτονική αξία του
οικοδομήματος, οι ιστορικές πηγές
μαρτυρούν πως στο εσωτερικό του
φυλάσσονταν ιερά κειμήλια μεγάλης
αξίας, από χρυσό ή ασήμι. Σύμφωνα με τις
πλέον πρόσφατες προσπάθειες αναπαράστασης
του ναού, υποθέτουμε πως είχε εύρος 52
μ. αποτελούμενη από ένα κεντρικό κλίτος
και τέσσερις διακριτούς διαδρόμους.
Κατά τη Στάση του Νίκα το 532, υπέστη
μεγάλη φθορά και το κτίσιμο του ναού
που διατηρείται ως σήμερα δρομολογήθηκε
από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α'. Η
κατασκευή του ολοκληρώθηκε σε μικρό
χρονικό διάστημα και τα εγκαίνιά του
τελέστηκαν στις 27 Δεκεμβρίου του 537.
Τότε, σύμφωνα με το θρύλο, ο Ιουστινιανός
αναφώνησε «Δόξα τω
Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον
επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομών!»,
θέλοντας έτσι να εκφράσει το θαυμασμό
του για το μνημείο το οποίο ήταν πιο
θαυμαστό από τον Ναό του Σολομώντα στα
Ιεροσόλυμα. Τα "θυρανοίξια" της
Αγιάς Σοφιάς ακολούθησαν θυσίες χιλιάδων
ελαφιών, βοών, προβάτων και ορνίθων και
διανομή χιλιάδων μοδίων σίτου στους
φτωχούς καθώς και πολυήμερη πανήγυρη.
Στο προαύλιο του ναού λέγεται πως υπήρχε
κρήνη, στην οποία ανεγράφετο η καρκινική
φράση "ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ",
(νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν = ξέπλυνε
δηλαδή τις αμαρτίες σου και όχι μόνο το
πρόσωπό σου). Η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί
ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά)
αποδίδει τις ίδιες λέξεις και επομένως
και το αυτό νόημα. Την εποχή του
Ιουστινιανού, η Αγία Σοφία είχε χίλιους
κληρικούς. Ο αριθμός των κληρικών είχε
ελαττωθεί κατά τα τελευταία έτη του
κράτους, όταν τα εισοδήματα της εκκλησίας
αρκούσαν μόλις για την φωταψία του ναού.
Είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια,
εξαιτίας των σεισμών του 557, ο τολμηρότατος
στη σύλληψη και κατασκευή, για την εποχή
του, θόλος κατέπεσε και συνέτριψε την
αψίδα παρά τον ιερό άμβωνα, τον ίδιο τον
άμβωνα, το κιβώριο και την Αγία Τράπεζα.
O ανιψιός του Ισιδώρου, ο Ισίδωρος ο
νεότερος, ανέλαβε και έκτισε το νέο θόλο
που υφίσταται μέχρι σήμερα. Μια περιγραφή
του παραδίδεται από τον ιστορικό Αγαθία,
από την οποία συμπεραίνεται πως ο αρχικός
τρούλος ήταν μάλλον ευρύτερος και
χαμηλότερος από το δεύτερο. Στις 24
Δεκεμβρίου του 563 υπό τον Πατριάρχη
Ευτύχιο τελέστηκαν τα δεύτερα εγκαίνια
παρουσία του Αυτοκράτορα και του λαού
της Κωνσταντινούπολης.
Ο
ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της
Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του
Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως
και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της
Ορθόδοξης εκκλησίας. Κατά την περίοδο
των Σταυροφοριών και συγκεκριμένα κατά
την περίοδο 1204-1261 ο ναός έγινε
Ρωμαιοκαθολικός και μετά την Άλωση της
Κωνσταντινούπολης το 1453 μετατράπηκε
σε μουσουλμανικό τέμενος. Ειδικότερα
και κατά την διάρκεια της άλωσης από
τους Φράγκους, η Αγία Σοφία υπέστη
τεράστιες ζημιές. Επίσης κατά την περίοδο
την Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγιναν
στο ναό σημαντικές καταστροφές στις
τοιχογραφίες του ναού (ασβεστώθηκαν),
αφού η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος
θεωρείται βλασφημία για το Ισλάμ. Ο ναός
με την σπουδαία αρχιτεκτονική του
αποτέλεσε πρότυπο για την κατασκευή
και άλλων τεμενών, όπως το Μπλε Τζαμί.
To 1934 o Μουσταφά Κεμάλ, στα πλαίσια του
εκσυγχρονισμού της Τουρκίας, μετέτρεψε
το τέμενος σε μουσείο. Σήμερα ο ναός
εξακολουθεί να είναι μουσείο, ενώ
πραγματοποιούνται σε αυτόν πολιτιστικές
εκδηλώσεις, αλλά και εκδηλώσεις που
θεωρούνται από ορισμένους ότι δεν
αρμόζουν στο χώρο, όπως επιδείξεις
μόδας. Παράλληλα γίνονται προσπάθειες
για τη διάσωση των ψηφιδωτών του ναού.
Ο ναός είναι κτισμένος σε
αρχιτεκτονικό ρυθμό βασιλικής με τρούλο.
Ο κυρίως χώρος του κτίσματος έχει σχήμα
περίπου κύβου. Τέσσερις τεράστιοι
πεσσοί, (κτιστοί τετράγωνοι στύλοι), που
απέχουν μεταξύ τους ο ένας από τον άλλο
30 μ., στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα
πάνω στα οποία εδράζεται ο τρούλος, με
διάμετρο 31 μέτρων. Ο τρούλος δίνει την
εντύπωση ότι αιωρείται εξαιτίας των
παραθύρων που βρίσκονται γύρω στη βάση
του (ο σύγχρονος ιστορικός Προκόπιος
λέει: ...δίνει την εντύπωση ότι είναι
ένα κομμάτι ουρανού που κρέμεται στη
γη...). Γενικά ο ναός είναι ορθογώνιο
οικοδόμημα μήκους 78,16 μ. και πλάτους
71,82 μ. κτισμένο στη ΝΔ. πλευρά του πρώτου
λόφου της Πόλης με κατεύθυνση ΝΑ.
Περιβάλλεται από δύο αυλές την βόρεια
και την δυτική καλούμενη και αίθριο.
Συνορεύει Ν με τα Πατριαρχικά κτίρια
τα οποία συνδέονταν με το Αυγουσταίο,
τη μεγάλη δηλαδή πλατεία που βρίσκονταν
το λαμπρό από πορφυρό μάρμαρο άγαλμα
της Αυγούστας Ελένης.
Εσωτερικά
ο Ναός διαιρείται από δύο κιονοστοιχίες
εξαρτώμενες από τους πεσσούς σε τρία
κλίτη. Ο όλος Ναός αποτελείται από τα
εξής μέρη:
Το αίθριο: Υπαίθρια
μαρμαρόστρωτη και περίστυλη αυλή στο
μέσον της οποίας ήταν η "κομψή φιάλη"
η μαρμάρινη κρήνη που έφερε την ονομαστή
καρκινική επιγραφή "ΝΙΨΟΝ
ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ". Στο
αίθριο επίσης φέρονται κάποια ίχνη
οικοδομήματος.
O έξω και o κυρίως νάρθηκας:
Πέντε πύλες από το αίθριο οδηγούν
στον έξω νάρθηκα και από αυτόν άλλες
πέντε πύλες οδηγούν στον εσωτερικό
νάρθηκα, από τις οποίες η μεσαία πύλη
λέγεται και Μεγάλη ή Ωραία Πύλη.
Από τον έσω νάρθηκα εννέα πύλες, τρεις
ανά κλίτος οδηγούν στον κυρίως Ναό. Οι
τρεις μεσαίες εξ αυτών καλούνται
Βασιλικές πύλες επειδή εξ αυτών
εισήρχετο ο Αυτοκράτορας στις επίσημες
τελετές. Και οι δύο νάρθηκες καταλαμβάνουν
περίπου το ίδιο πλάτος του Ναού με μικρό
μήκος εισόδου ο καθένας. Εκατέρωθεν του
νάρθηκα διασώζονται προσαρτήματα
μεγάλης ιστορικής σημασίας. Το προς Ν.
καλείτο Προπύλαιο του Νάρθηκα ή Ωραία
Πύλη που από τον 10ο αιώνα ήταν η κύρια
είσοδος στον Ναό. Δεξιά αυτού του
προπυλαίου ήταν το αποδυτήριον
(μητατώριον) όπου ο Αυτοκράτορας κατά
την είσοδό του άλλαζε το τζιτζάκιο και
φορούσε το σαγίο. Πάνω από τον έσω νάρθηκα
είναι ο γυναικωνίτης, εξ ου και το όνομα
"νάρθηξ γυναικωνίτιδος" η είσοδος
στον οποίο οδηγούσε άλλο προαύλιο της
Β. πλευράς (στο σχέδιο κάτω πλευράς).
Ο κύριος Ναός: Η είσοδος
στον Κυρίως Ναό, όπως προαναφέρθηκε,
ήταν οι τρεις Βασιλικές πύλες και οι
έξι, ανά τρεις εκατέρωθεν, του έσω
νάρθηκα. Ο κυρίως Ναός χωρίζεται σε τρία
κλίτη (στοές θα λέγαμε σήμερα), των οποίων
το μεσαίο είναι διπλάσιου πλάτους των
εκατέρωθεν. Το εσωτερικό σχέδιο είναι
απλό. Τέσσερις πεσσοί, κτιστοί στύλοι,
συνδέονται μεταξύ τους με υπερώα τόξα
στα οποία και φέρονται επιθόλια τόξα
συναποτελώντας έτσι μια περιμετρική
βάση επί της οποίας και εδράζει ο
τεράστιος θόλος. Η περιμετρική βάση
φέρει πλήθος στυλιδίων υπό μορφή
παραθύρων από τα οποία και ολόκληρος ο
Ναός καταυγάζεται από το φως. Η όλη
κατασκευή παρουσιάζει πράγματι την
εντύπωση μια αρμονίας φωτός και
αρχιτεκτονικής. Τα 100 αυτά παράθυρα, 40
επί της στεφάνης του θόλου και τα υπόλοιπα
στα ημιθόλια, τις κόγχες και τους τοίχους
προσδίδουν την εικόνα της ανακρέμασης
του θόλου από τον ουρανό, οι δε ακτίνες
του Ήλιου που εισέρχονται στο χώρο
δίνουν την εντύπωση να άγονται από τους
ουρανούς. Γενικά τα τόξα, τα ημιθόλια
και ο εκπληκτικός θόλος στηρίζονται
στους τέσσερις πεσσούς οι λίθοι των
οποίων φέρονται στερεωμένοι με χυτό
μόλυβδο και σιδερένιους μοχλούς. Στη
δε κατασκευή του θόλου έχουν χρησιμοποιηθεί
ελαφρόπετρες από τη Ρόδο που φέρουν την
επιγραφή "Μεγάλης Εκκλησσίας του
Κωνσταντίνου". Εξωτερικά και επί της
κορυφής του θόλου φέρονταν ο μέγας
"ερυσίπτολις σταυρός" (=έρεισμα
της πόλης), που έχει αντικατασταθεί με
την ημισέληνο. Μετά τη μετατροπή του
ναού σε μουσουλμανικό τέμενος προστέθηκαν
τέσσερις μιναρέδες. Τα ψηφιδωτά της
Αγίας Σοφίας είχαν υποστεί σημαντικές
ζημιές και σήμερα γίνονται προσπάθειες
για τη διάσωσή τους.
Οικουμενικό
Πατριαρχείο
Ortodoks
Patrihane ή αλλιώς Fener Patrihane. Μετά την άλωση
της Πόλης από τους Τούρκους το Οικουμενικό
Πατριαρχείο άλλαζε πολύ συχνά στέγη .
Τον 17ο αιώνα μεταστεγάστηκε στο σημερινό
οίκημα. Στον περίβολο της εκκλησίας του
Αγίου Γεωργίου υπήρχε μια άσημη γυναικεία
μονή που έμελλε να καταστεί η έδρα του
Πατριαρχείου. Αρχικά η έδρα του
Πατριαρχείου περιορίστηκε σε ένα μικρό
ξύλινο οίκημα κτισμένο γύρω από τον
ναό, τμήμα του οποίου επισκευάστηκε το
1698. Το 1720 αγοράστηκε και η γειτονική
αρχοντική οικία για να μένει ο Πατριάρχης.
Το
1738 όμως πυρπολήθηκε μερικώς. Ακολούθησε
μια από τις μεγαλύτερες διαρπαγές
κειμηλίων που γνώρισε το κέντρο της
Ορθοδοξίας. Τη χαρακτηριστική του όψη
το Πατριαρχείο την απέκτησε το 1797 επί
ημερών του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄. Η
αριστερή πύλη οδηγεί στο ναό ενώ η δεξιά
δυτική είσοδος φέρει προς τον πατριαρχικό
οίκο. Η μεσαία στην οποία απαγχονίστηκε
ο Γρηγόριος Εʼ έκτοτε παραμένει κλειστή.
Στις αρχές του 19ου αι. αυξήθηκε το ύψος
του πατριαρχικού ναού. Από το 1879 ο Ιωακείμ
Γʼ άρχισε νέες εργασίες ανακαίνισης.
Χτίστηκε πέτρινο διώροφο κτίριο, για
να στεγαστεί το «Εθνικό Ταμείο» και τα
γραφεία του Πατριαρχικού οίκου. Στην
ανατολική πλευρά χτίστηκαν ξύλινα κελιά
και άλλα οικήματα. Το 1941 μεγάλη πυρκαγιά
αποτέφρωσε όλα τα ξύλινα κτίρια. έτσι
ο πατριαρχικός οίκος περιορίστηκε κατά
πολύ. Από το 1941 μέχρι το 1985 η τουρκική
κυβέρνηση δεν έδινε άδεια ανοικοδόμησης
και ο πατριαρχικός οίκος και οι διάφορες
υπηρεσίες του αναγκαστικά είχαν ασφυκτικά
συμπτυχθεί στο λιθόκτιστο Ευγενίδειο,
που είχε γλιτώσει από την καταστροφή
και στο παρακείμενο Κωνσταντινιανό. Το
1985 επί Πατριάρχου Δημητρίου και με τη
χορηγία του Παναγιώτη Αγγελόπουλου, ο
οποίος έκτοτε απέκτησε τον τίτλο του
Άρχοντα Λογοθέτη και Μεγάλου Ευεργέτη
της εν Χριστώ Εκκλησίας, ο πατριαρχικός
οίκος ξανακτίστηκε αποκτώντας το παλιό
του αρχιτεκτονικό του περίγραμμα και
τη μοναστική του φυσιογνωμία.
Ο
Πατριαρχικός Ναός του Αγίου Γεωργίου
Ο
ναός αυτός χρονολογείται από το 1720 και
διαφυλάσσει ένα μικρό αριθμό ιστορικών
και θαυματουργών εικόνων όπως και
σπανίων καλλιτεχνικών θησαυρών. Στον
κυρίως ναό η ατμόσφαιρα είναι επιβλητική
με την εναλλαγή των χρωμάτων του χρυσού
και του γαλάζιου στο τέμπλο, του ασημένιου
των καντηλιών και του πορφυρού βελούδου
στα στασίδια. Ο πατριαρχικός θρόνος
είναι του ιερογλύπτη Λαυρέντιου και
αφιερώθηκε το 1577 στον τότε πατριαρχικό
ναό της Παμμακάριστου από τον Ιερεμία
Βʼ Έχει ύψος 4 μέτρα και είναι κατασκευασμένος
από ξύλο καρυδιάς με διακοσμήσεις από
ελεφαντόδοντο και πολύτιμους λίθους.
Στα δεξιά του θρόνου βρίσκεται το
παραθρόνιο και παρά δίπλα το στασίδι
του πρωτοσύγγελου. Την ημέρα που τιμάται
η μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου,
διατηρείται μέχρι σήμερα η συμβολική
συνήθεια ο Πατριάρχης να κάθεται στο
παραθρόνιο και τη θέση του στον πατριαρχικό
θρόνο να καταλαμβάνει η εικόνα του
Αγίου, ο οποίος είχε εκδιωχθεί από τον
πατριαρχικό θρόνο και εξοριστεί από τη
Βασιλεύουσα εξαιτίας της αυτοκράτειρας
Ευδοξίας. Ο ναός έχει στο εντυπωσιακό
τέμπλο του όμορφες μεταβυζαντινές
εικόνες. Υπάρχουν και μερικές πολύ
όμορφες βυζαντινές εικόνες: η μια
προέρχεται από τον ναό της Παμμακαρίστου
και είναι σε πολύ καλή κατάσταση, παρά
την αρχαιότητά της, είναι του 11ου αι, η
άλλη είναι μια ψηφιδωτή εικόνα του Αγίου
Ιωάννη του Προδρόμου της ίδιας εποχής
και η τρίτη της Παναγίας Φανερωμένης
προέρχεται από την Κύζικο και έχει την
τεχνοτροπία της παλαιολόγειας αναγέννησης.
Επίσης συναντούμε τμήμα της Στήλης της
Φραγγέλωσης, ένα κομμάτι από τον κίονα
όπου πιστεύεται ότι είχε προσδεθεί ο
Χριστός πριν από τη Σταύρωση. Το ιερό
αυτό κειμήλιο είναι από τα λίγα που
σώθηκαν από την εποχή της Άλωσης. Υπάρχουν
και τρεις λειψανοθήκες τοποθετημένες
σε μαρμάρινη βάση όπου φυλάσσονται τα
οστά της Αγίας Ευφημίας, της αυτοκράτειρας
Θεοφανούς, και της Αγίας Σολομωνής
μητέρας των Αγίων Μακκαβαίων.
Πατριαρχική
Μεγάλη του Γένους Σχολή
Στο
λόφο πάνω από το Πατριαρχείο δεσπόζει
ένα υπέροχο επιβλητικό κτίριο κτισμένο
με κόκκινο τούβλο. Η Πατριαρχική Μεγάλη
του Γένους Σχολή υπήρχε σχεδόν από
πάντα. Η εκκλησία είχε μια σχολή καθόλη
τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας
προκειμένου να παράγει θεολογικά
καταρτισμένους νέους οι οποίοι θα
στελέχωναν είτε τις δικές της υπηρεσίες
είτε και την κρατική γραφειοκρατεία.
Μεταβυζαντινή μετεξέλιξη υπήρξε αυτή
η Σχολή. Το 1804 για λόγους ανωτέρας βίας
η σχολή φεύγει από το Φανάρι και
μεταφέρεται στην Ξηροκρήνη (Kurucesme) στο
Μέγαρο των Μαυροκορδάτων. Με την έναρξη
της επανάστασης του 1821 η Σχολή κλείνει.
Το 1850 η σχολή μεταφέρεται και πάλι στο
Φανάρι σε ένα οίκημα απέναντι από το
Πατριαρχείο. Είναι η εποχή που η σχολή
αποκτά την εύνοια του σουλτάνου Σελίμ
Γʼ. Πρέπει όμως να περάσουν ακόμη τρεις
δεκαετίες έως ότου αναγερθεί με
πρωτοβουλία του Πατριάρχη Ιωακείμ Γʼ
και τις γενναίες χορηγίες ευπόρων
ομογενών και της Ιερής Μονής Βατοπεδίου,
το επιβλητικό νέο κτίριο που και σήμερα
δεσπόζει στο λόφο.
Το
μέγαρο της Σχολής είναι έργο του
Κωνσταντίνου Δημάδη και στεγάζει από
το 1882 τη Σχολή η οποία προοριζόταν αρχικά
να γίνει ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα,
οι πολιτικές όμως εξελίξεις δεν επέτρεψαν
να πραγματοποιηθεί αυτός ο στόχος. Το
κτίριο της σχολής περιλαμβάνει μεγάλη
αίθουσα τελετών διακοσμημένη με
τοιχογραφίες και μεγάλους πίνακες,
Μεγάλη Βιβλιοθήκη, μικρές μαθητικές
βιβλιοθήκες, αμφιθέατρα φυσικής, χημείας.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, με ζωολογικό,
βοτανικό, ορυκτολογικό, παλαιοντολογικό
τμήμα. Το κτίριο διαθέτει και αστεροσκοπείο!
Η
σχολή λειτούργησε στην αρχή ως οκτατάξια.
Η τελευταία τάξη αναγνωριζόταν έστω
και ανεπίσημα ως πανεπιστημιακή. Το
1902 ιδρύεται παιδαγωγική σχολή τετραετούς
φοίτησης για να προετοιμάζει εκπαιδευτικούς
που θα διορίζονταν στα ελληνικά σχολεία
της οθωμανικής επικράτειας καθώς και
σχολή βυζαντινής μουσικής. Μετά το 1922
απαγορεύεται η ανάμειξη του Πατριαρχείου
στα της Σχολής, αυξάνονται οι ώρες των
μαθημάτων στην τουρκική γλώσσα και
περιορίζονται οι ώρες διδασκαλίας στα
ελληνικά. Μετά τις ταραχές του 1955 και
τις απελάσεις του 1964 ο αριθμός των
Ελλήνων μαθητών συρρικνώνεται και τα
περισσότερα από τα ελληνικά σχολεία
της Πόλης κλείνουν. Το 1988 το Ιωακείμιο
παρθεναγωγείο στο Φανάρι ανέστειλε τη
λειτουργία του και συνενώνεται με τη
Μεγάλη του Γένους Σχολή η οποία ως τις
μέρες μας λειτουργεί ως μικτό λύκειο
με μικρό αριθμό μαθητών.
Το
εσωτερικό της σχολής δεν είναι εύκολο
να το επισκεφθεί κανείς γιατί η κεντρική
πύλη είναι κλειδωμένη.
Βαλουκλή
ή Μπαλουκλή, Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή
Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή, Balikli
Kilise, Seyit Nizam Cad 3, Silivrikapi tel: 0212 5823081
Το
ξακουστό για τις θεραπευτικές του
ιδιότητες αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής
Της «Μπαλουκλιώτισσας», ελκύεται από
μια πηγή γύρω από την οποία υπήρχε στην
αρχαιότητα ναός της Αρτέμιδος. Αργότερα
κτίστηκε ναός προς τιμήν της «Ζωοδόχου
Πηγής» η οποία υπήρξε πολύ δημοφιλής
κατά τη βυζαντινή εποχή. Το πρώτο κτίσμα
τοποθετείται κατά τα πρωτοβυζαντινά
χρόνια, ο Ιουστινιανός ο οποίος είχε
θεραπευτεί από λιθίαση, χάρη στο νερό
της πηγής, έκτισε μεγαλοπρεπή ναό ο
οποίος έκτοτε αποτέλεσε ένα από τα ιερά
προσκυνήματα της Κωνσταντινούπολης.
Σύμφωνα με την παράδοση τα ψάρια που
κολυμπάνε στο αγίασμα πήδηξαν από το
τηγάνι ενός μοναχού όταν αλώθηκε η Πόλη.
Η εκκλησία καταστράφηκε και ξανακτίστηκε
πολλές φορές. Το 1821 λεηλατήθηκε και
πυρπολήθηκε κατά τη διάρκεια ταραχών
που ξέσπασαν με αφορμή την έναρξη της
Ελληνικής Επανάστασης. Το σημερινό
κτίσμα χρονολογείται από το 1833 όταν
εκδόθηκε ειδικό φιρμάνι ανοικοδόμησης
της εκκλησίας. Το 1955 κατά τη διάρκεια
των Σεπτεμβριανών ο ναός πυρπολήθηκε
και η βυζαντινή εικόνα της «Μπαλουκλιώτισσας»
χάθηκε. Οι επισκευές στο ναό έγιναν
αργότερα από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα.
Δυτικά της εκκλησίας βρίσκεται το
νεκροταφείο με τους τάφους των Πατριαρχών
και των λαϊκών οι οποίοι συλλήθηκαν στα
Σεπτεμβριανά.
Ας
περάσουμε τώρα από την άλλη πλευρά του
Κερατίου. Εδώ υπάρχουν αρκετές εκκλησίες
σε λειτουργία. Θα αναφερθώ μόνο στην
Αγία Τριάδα.
Η
Αγία Τριάδα του Σταυροδρομίου
βρίσκεται στην
άλλη πλευρά του Κεράτιου Κόλπου.
Ο τρούλος της διακρίνεται και από την
πλατεία Ταξίμ. Είναι ένας τεράστιος
ναός δυτικού ρυθμού ο οποίος άρχιζε να
κτίζεται το 1876 και ολοκληρώθηκε 13 χρόνια
αργότερα με δάνειο. Εγγυητές ήταν οι
μεγάλοι ευεργέτες Ζαρίφης, Ευγενίδης,
Σκυλίτσης- Στεφάνοβικ, Κορωναίος και ο
Ιωαννίδης, οι οποίοι σταδιακά ξεπλήρωσαν
το ποσό. Στο νάρθηκα του ναού υπάρχει
μαρμάρινο αγιασματάρι με τρεις κρουνούς
από όπου ελκύεται το αγίασμα. Η εκκλησία
έχει υποστεί φθορές με το πέρασμα του
χρόνου.
Δίπλα
στην Αγία Τριάδα στο Meselik Sokak βρίσκεται
το Ζάππειο Παρθεναγωγείο
το οποίο κατασκευάστηκε με τη χορηγία
του Ευάγγελου και του Κωνσταντίνου
Ζάππα (οι ίδιοι οι οποίοι ανήγειραν και
το Ζάππειο Μέγαρο στην καρδιά της
Αθήνας.) Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε το 1882
με τις ευλογίες του Πατριάρχου Ιωακείμ
Γʼ. Τα εγκαίνια του εξαώροφου μεγαλοπρεπούς
κτιρίου έγιναν το 1885. Σήμερα συνεχίζει
τη λειτουργία του ως μικτό γυμνάσιο.
Χαμηλότερα
στην Μεγάλη Οδό του Πέραν, στη σημερινή
Istiklal Caddesi στα αριστερά σας, θα συναντήσετε
ένα στενό δρομάκι Turnacibasi. Εκεί θα
συναντήσετε το περίφημο Ζωγράφειο
το οποίο εγκαινιάστηκε το 1893 παρουσία
του Πατριάρχου Νεοφύτου Ηʼ. Τα σχέδια
τα έκανε ο Περικλής Φωτιάδης. Την
οικοδόμησή του χρηματοδότησε ο
μεγαλοτραπεζίτης της εποχής Χρηστάκης
Ζωγράφος. Το Ζωγράφειο έβγαλε χιλιάδες
αποφοίτους οι οποίοι διέπρεψαν στην
κοινωνική και οικονομική ζωή της
ομογένειας αλλά και εκτός αυτής.
Παναγία
Βλαχερνών
Διεύθυνση:
Bostan sok No 47, Ayvansaray – Fener
Ώρες:
08.00 - 18.00
Ο
Ιερός Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών,
αρχιερατικής περιφέρειας Φαναρίου-Κερατίου
Κόλπου, είναι από τα γνωστότερα ιερά
της Παναγίας και ένα από τα σημαντικότερα
Ορθόδοξα προσκυνήματα της Πόλης.
Βρίσκεται στις Βλαχέρνες, στην περίφημη
αυτή συνοικία της Κωνσταντινούπολης,
όπου εκτός του ναού υπήρχε και βασιλικό
παλάτι.
Ο
Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών ιδρύθηκε
από την αυτοκράτειρα Πουλχερία και το
σύζυγό της Μαρκιανό μεταξύ 450-453. Επί
Λέοντα Α' γνώρισε ιδιαίτερη αίγλη. Ο
ναός επεκτάθηκε και προσκτίσθηκαν ο
χώρος του «Αγίου Λούσματος», του
αγιάσματος και παρεκκλήσιο για την
εναπόθεση των κειμηλίων της Παναγίας,
που τότε μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη
στην Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα
ο ναός να γίνει το κυριότερο προσκυνηματικό
κέντρο της Θεοτόκου στην Πόλη. Επί
Ιουστινιανού Α' ο ναός
ανακαινίστηκε
και επεκτάθηκε. Την ίδια περίοδο
αφιερώθηκαν στο ναό σημαντικά περιουσιακά
στοιχεία. Παράλληλα στο ναό έφτασαν να
υπηρετούν συνολικά 74 άτομα, 12 πρεσβύτεροι,
18 διάκονοι, 6 διακόνισσες, 8 υποδιάκονοι,
20 αναγνώστες, 4 ψάλτες και 6 θυρωροί. Το
1070 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά
και ανακαινίστηκε από τους αυτοκράτορες
Ρωμανό Δ' και Μιχαήλ Ζ' Δούκα. Ξανακαταστράφηκε
και
ανοικοδομήθηκε από τον Ανδρόνικο Κομνηνό το 1184. Ξανακάηκε το 1434, λίγο πριν την άλωση. Μετά το 1434 έμεινε μόνο ο χώρος του αγιάσματος, ενώ η υπόλοιπη περιοχή περιήλθε με την Άλωση στους Οθωμανούς. Τον 18ο αιώνα η περιοχή του αγιάσματος αγοράστηκε από την συντεχνία των γουναράδων.
ανοικοδομήθηκε από τον Ανδρόνικο Κομνηνό το 1184. Ξανακάηκε το 1434, λίγο πριν την άλωση. Μετά το 1434 έμεινε μόνο ο χώρος του αγιάσματος, ενώ η υπόλοιπη περιοχή περιήλθε με την Άλωση στους Οθωμανούς. Τον 18ο αιώνα η περιοχή του αγιάσματος αγοράστηκε από την συντεχνία των γουναράδων.
Μέχρι
το 1858 η συντεχνία αγόρασε διάφορα
οικόπεδα γύρω από το αγίασμα, προκειμένου
να είναι εύκολη η επέκταση του ναϊδρίου
που υπήρχε πάνω από το αγίασμα. Παράλληλα
από το 1856 μέχρι το 1866 το ναΐδριο σταδιακά
επεκτάθηκε, με ευθύνη της συντεχνίας.
Το έτος αυτό (1866) ο Πατριάρχης Σωφρόνιος
αποφάσισε να κατασχέσει το αγίασμα με
το ναό και να τα θέσει υπό την ευθύνη
του Πατριαρχείου. Κατά τη διάρκεια των
Σεπτεμβριανών ο τουρκικός όχλος
κατέστρεψε το νάρθηκα και όλα τα ξύλινα
μέρη του ναού. Υπό την ευθύνη του τότε
πατριάρχη Αθηναγόρα ο ναός ανοικοδομήθηκε.
Βασιλική
Κινστέρνα (Yerebatan Sarayi)
Yerebatan
cad. 13 - Sultanahmet
Ώρες:
09.00 - 18.30
Είσοδος:
10 TL
Πρόκειται
για μια υπόγεια δεξαμενή ύδρευσης, ένα
θαύμα της βυζαντινής μηχανικής.
Κατασκευάστηκε μικρότερη από τον
Κωνσταντίνο και επεκτάθηκε επί
Ιουστινιανού. Το νερό έφτανε εδώ με
αγωγούς από τον Εύξεινο Πόντο. Η δεξαμενή
αυτή φτιάχτηκε για να υδροδοτείται η
πόλη σε περίπτωση πολιορκίας. Έχει μήκος
140 μέτρα και πλάτος 70. Η στέγη της
στηρίζεται σε 336 κίονες. Κάθε ένας έχει
στην κορυφή ένα περίτεχνο κιονόκρανο
ενώ δύο στηρίζονται σε βάσεις που φέρουν
την κεφαλή της μέδουσας. Ένα μέρος της
κατασκευής σκεπάστηκε με τούβλα κατά
το 19ο αι.
Καθώς
ο επισκέπτης προχωρά ακούει τους ήχους
των σταλαματιών του νερού που πέφτουν
και του δημιουργείται ένα πολύ επιβλητικό
συναίσθημα.
Τυχαίνει
και μερικές φορές να λαμβάνουν χώρα
συναυλίες σε αυτόν τον ατμοσφαιρικό
χώρο, οπότε μην το χάσετε: ενημερωθείτε
στη είσοδο, συνήθως αναρτούν πρόγραμμα.
Αν δεν έχετε αυτή την τύχη τουλάχιστον
θα μπορέσετε να πιείτε ένα καφέ στο
όμορφο καφενείο που υπάρχει στο εσωτερικό
της κινστέρνας.
Ιππόδρομος/At
Meydani
Ο
ιππόδρομος ήταν χώρος δημόσιας ψυχαγωγίας
που προοριζόταν για ιπποδρομίες και
αρματοδρομίες, αποκτώντας παράλληλα
θεσμικές και πολιτικές διαστάσεις. Ο
ιππόδρομος θεμελιώθηκε από τον Ρωμαίο
αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο, αλλά ο
Μέγας Κωνσταντίνος ήταν αυτός που
φρόντισε να συμπεριληφθεί, κάνοντας
κάποιες εργασίες επέκτασης στον περίβολο
του Μεγάλου Παλατιού. Το αυτοκρατορικό
θεωρείο, το λεγόμενο Κάθισμα, στηριζόταν
σε 24 ψηλούς κίονες. Ο ιππόδρομος ήταν
ένα μέρος όπου ο αυτοκράτορας και οι
περί αυτόν καταλάβαιναν αν η πολιτική
τους είχε αποδοχή
από τις λαϊκές τάξεις ή αν αυτές ήταν
δυσαρεστημένες. Αν τον επευφημούσαν,
όλα πήγαιναν καλά, αν τον αποδοκίμαζαν
τότε κάτι έπρεπε να κάνει. Ήταν δηλαδή
ένα είδος δημοσκόπησης, τότε που δεν
υπήρχαν η Metron Analysis και η Kappa Research.
Αποκορύφωμα της αντιπαράθεσης
αυτοκράτορα–λαϊκών τάξεων ήταν η «στάση
του Νίκα» στα χρόνια του αυτοκράτορα
Ιουστινιανού. Ακολούθησε η βίαιη
καταστολή της με την ενθάρρυνση
της αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Ο ιππόδρομος
ήταν διακοσμημένος με πολλές στήλες
και οβελίσκους από διάφορες περιοχές
της αυτοκρατορίας. Υπήρχαν μαρμάρινα
και μπρούτζινα αγάλματα αυτοκρατόρων
και ηνιόχων τα οποία σήμερα δε σώζονται.
Μάλιστα υπήρχε και ένα μπρούτζινο
τέθριππο άρμα, φτιαγμένο από τον γλύπτη
Λύσιππο, τα άλογα του οποίου εκλάπησαν
κατά την τέταρτη σταυροφορία και κοσμούν
σήμερα τον Άγιο Μάρκο της Βενετίας. Στις
επιδρομές των σταυροφόρων εξάλλου
οφείλονται και οι καταστροφές ή αρπαγές
των έργων που κοσμούσαν τον ιππόδρομο.
Οι Οθωμανοί σεβάστηκαν το μνημείο και
το αναστήλωσαν και συνέχισαν να το
χρησιμοποιούν για τελετές, εορτές και
παρελάσεις. Έχουμε μάλιστα μια πολύ
γλαφυρή περιγραφή του γνωστού Τούρκου
ταξιδευτή Εβλιγιά Τσελεμπή ο οποίος
περιγράφει
μια παρέλαση συντεχνιών προς τιμήν του
Σουλεϊμάν
του Μεγαλοπρεπούς.
Σήμερα σώζονται δύο οβελίσκοι. Ο πρώτος είναι
ο Αιγυπτιακός ο οποίος μεταφέρθηκε από
την Ηλιούπολη της Αιγύπτου το 390μ.Χ. Η
κατασκευή του τοποθετείται το 1500 π.Χ.
Αυτός ο Οβελίσκος έχει σπάσει και
πιθανότατα βλέπουμε μόνο το ένα τρίτο
του αρχικού του ύψους. Στέκεται σε μια
μαρμάρινη βάση του 4ου αι. όπου εικονίζεται
ο Θεοδόσιος Αʼ και η οικογένειά του στο
Κάθισμα και παρακολουθούν εκδηλώσεις
στον ιππόδρομο. Οι άλλες πλευρές
εικονίζουν μια αρματοδρομία, τον Θεοδόσιο
να ετοιμάζεται να στεφανώσει τον νικητή,
φυλακισμένους να ζητούν χάρη από τον
αυτοκράτορα και την ανέγερση του
οβελίσκου. Δίπλα βρίσκεται η στήλη των
Όφεων η οποία πιθανόν χρονολογείται
από το 479πΧ. και μεταφέρθηκε εδώ από τους
Δελφούς. Πρόκειται για τον τρίποδα των
Δελφών τον οποίον είχαν αφιερώσει στο
Μαντείο του Απόλλωνα στους Δελφούς 31
πόλεις κράτη μετά την νίκη των Ελλήνων
κατά των Περσών στις Πλαταιές. Το αρχικό
της ύψος ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό
που βλέπουμε σήμερα και η κόγχη της ήταν
διακοσμημένη με κεφάλια φιδιών τα οποία
τα αφαίρεσε ένας μεθυσμένος Πολωνός
αριστοκράτης το 18αι. Ένα από αυτά
εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο
Κωνσταντινούπολης. Το πιο πρόσφατο
κτίσμα είναι η Κρήνη του Γουλιέλμου Βʼ
που λέγεται είτε ότι κτίστηκε με αφορμή
την επίσκεψη του Κάιζερ στην Πόλη το
1898, είτε ότι δωρήθηκε από τον ίδιο τον
Γουλιέλμο στο σουλτάνο. Ένας ακόμη
οβελίσκος άγνωστης προέλευσης είναι η
Στήλη του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου,
προς τιμήν του αυτοκράτορα που τον
ανέγειρε τον 10ο αι. Μερικές φορές λέγεται
και χάλκινη στήλη επειδή πιστεύεται
ότι κάποτε καλυπτόταν από πλάκες χαλκού.
Σήμερα γύρω από τον ιππόδρομο υπάρχουν
πολλά όμορφα καφέ που μπορείτε να
δοκιμάσετε και ναργιλέ χαζεύοντας το
Μπλε Τζαμί.
Στήλη
του Κωνσταντίνου / Cemberlitas.
Cemberlitas Yeniceriler Cad.
Cemberlitas Yeniceriler Cad.
Αυτή
η στήλη είναι φτιαγμένη από πορφυρίτη
λίθο της Ηλιοπούλεως της Αιγύπτου και
την ανάρτησε ο Μέγας Κωνσταντίνος το
330μ.Χ με αφορμή τους εορτασμούς για την
ανακήρυξη της Κωνσταντινούπολης ως
πρωτεύουσας. Αποτελούσε τη βάση για το
άγαλμα του αυτοκράτορα το οποίο
καταστράφηκε σε καταιγίδα το 1106. Ο
Μανουήλ Κομνηνός τοποθέτησε στη θέση
του επίχρυσο σταυρό. Η στήλη αυτή πήρε
το όνομα Τσεμπερλί Τας (Πέτρα των
Δακτυλίων) όταν ο σουλτάνος Μουσταφά
Γʼ το 1701 τη στερέωσε με μεταλλικούς
δακτυλίους προκειμένου να ενισχυθεί η
κατασκευή η οποία είχε καταπονηθεί μετά
από μια μεγάλη πυρκαγιά.
Δυστυχώς
άλλα κοσμικά βυζαντινά μνημεία δεν
έχουν σωθεί. Όμως εδώ και δύο χρόνια μια
σημαντική ανακάλυψη έγινε: βρέθηκε,
εξαιτίας εργασιών για μια υποθαλάσσια
σήραγγα, ένα μισοθαμμένο στη λάσπη
βυζαντινό λιμάνι με δεκάδες βυζαντινούς
δρόμωνες (βυζαντινά πλοία) σε άριστη
κατάσταση. Υπήρξε διεθνής κινητοποίηση
για να μπορέσουν να τους ανελκύσουν και
να τους συντηρήσουν. Δυστυχώς θα αργήσουν
όμως πολύ να είναι επισκέψιμοι για το
κοινό.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ
ΙΧΝΗ
Τα
τείχη της Πόλης από
τη θάλασσα του Μαρμαρά στον Κεράτιο
Κόλπο, προστάτευαν τη Κωνσταντινούπολη
για παρά πάνω από χίλια χρόνια. Κτίστηκαν
από το Θεοδόσιο Β΄, τον επονομαζόμενο
Μικρό (ανέβηκε στο θρόνο παιδί),
επισκευάστηκαν από τον Ιουστινιανό και
παρά την άλωση της Πόλης από τους
σταυροφόρους το 1204 και τους Οθωμανούς
Τούρκους το 1453 στέκουν ακόμη όρθια.
Μπορείτε να περπατήσετε κατά μήκος τους
και σε ορισμένα σημεία να ανεβείτε και
πάνω τους. Ορισμένα σημεία των τειχών
έχουν αναπαλαιωθεί με επιτυχία, και
δυστυχώς ορισμένα έχουν αναπαλαιωθεί
με απαράδεκτο τρόπο. Και για να μη
νομίζετε ότι υπεύθυνοι είναι οι Τούρκοι,
γι αυτό το έκτρωμα την ευθύνη έχει το
Αμερικάνικο Ινστιτούτο Βυζαντινών
Σπουδών.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ
ΠΑΛΑΤΙΑ
Παλάτια
βυζαντινά δε σώθηκαν. Ένα ερείπιο
μόνο στέκεται ακόμη όρθιο, το Παλάτι
του Πορφυρογέννητου
(τουρκιστί Tekfur Saray στην οδό Sisehane Caddesi).
Βρίσκεται κοντά στη Μονή της Χώρας.
Έχουμε περιγραφή αυτής της μεγαλειώδους
αυτοκρατορικής κατοικίας από την Άννα
την Κομνηνή στο βιβλίο της Αλεξιάδα.
Εκεί πραγματοποιούνταν οι τοκετοί των
αυτοκρατορισσών του Βυζαντίου. Τα παιδιά
που γεννιόντουσαν σε αυτό το οίκημα
έφεραν τον τίτλο του πορφυρογέννητου,
το οποίο σήμαινε ότι γεννήθηκαν όταν ο
πατέρας τους ήταν ήδη αυτοκράτορας.
Μεγάλο ατού της βυζαντινής διπλωματίας
ήταν να παντρεύει κάθε λογής βυζαντινές
πορφυρογέννητες πριγκίπισσες με
περίεργους και εξωτικούς χαν, τσάρους,
εμίρηδες, σουλτάνους κλπ. προκειμένου
να διασφαλίσουν τα συμφέροντα του
θρόνου. Σήμερα ότι σώζεται είναι μια
θαυμάσια τριώροφη πρόσοψη φτιαγμένη
από λευκό μάρμαρο και κόκκινα τούβλα.
Την είσοδο σηματοδοτούν τέσσερις
αψιδωτές θύρες, πάνω από τις οποίες
βρίσκονται δύο σειρές τρίλωβα παράθυρα.
Η ακριβής περίοδος κατασκευής του δεν
έχει διευκρινιστεί. Κατά το 1700 έγινε
κέντρο παραγωγής πλακιδίων ιζνικ.
Καθώς
τα τείχη πλησιάζουν στον Κεράτιο θα
συναντήσετε τα ερείπια του παλατιού
των Βλαχερνών. (Ivaz Aga Cad. Ayvansaray). Σε
αυτά περιλαμβάνονται ένας πύργος,
γνωστός ως φυλακή του Ανεμά, μια ταράτσα
ανατολικά και ένας άλλος πύργος νότια
της ταράτσας γνωστός ως Πύργος του Ισαάκ
Αγγέλου. Οι απαρχές του παλατιού αυτού
πάνε μακριά στο 500μ.Χ. Επισκευάστηκε από
τους Κομνηνούς το 12ο αι. Υπάρχουν
υπολείμματα τοιχογραφιών στον Πύργο
του Ανεμά. Μπορείτε να εξερευνήσετε το
γύρω χώρο, αλλά για να μπείτε μέσα πρέπει
να βρείτε το φύλακα.
Ανάκτορο
του Βουκολέοντος. Kennedy cad. Sultanahmet
Αποτελούσε
συνέχεια του Μεγάλου Παλατιού. Βρίσκεται
κοντά στο ναό του Σεργίου και Βάκχου.
Χτίστηκε από το Θεοδόσιο το Βʼ το Μικρό
γύρω στο 400 με 450 μ.Χ. Το ανάκτορο αυτό
έβλεπε στην Προποντίδα και ήταν χτισμένο
πίσω από τα παράλια τείχη. Τα νερά από
το μικρό ιδιωτικό λιμάνι έφταναν μέχρι
το παλάτι και επέτρεπαν στον αυτοκράτορα
να επιβιβάζεται στην αυτοκρατορική
λέμβο. Ο ερειπωμένος πύργος στα ανατολικά
κατά τη βυζαντινή εποχή ήταν φάρος. Τώρα
πια έχει μείνει μόνο ένα τμήμα της
πέτρινης κατασκευής με τρία παράθυρα
με μαρμάρινα κουφώματα. Παρόλο που το
ερείπιο δεν είναι εντυπωσιακό, έχει
γίνει μάρτυρας ιστορικών γεγονότων:
εκεί δολοφονήθηκε ο αυτοκράτορας
Νικηφόρος Φωκάς από τη γυναίκα του
Αυγούστα Θεοφανώ και τον εραστή της και
ανιψιό του δολοφονημένου αυτοκράτορα
Ιωάννη Τσιμισκή. Σε αυτό το παλάτι
κατέφυγε το 1204 κατά την άλωση της Πόλης
από τους Φράγκους ο αυτοκράτορας Αλέξιος
Δούκας ή Μούρτζουφλος. Το ανάκτορο έπαψε
να χρησιμοποιείται μετά την ανάκτηση
της Πόλης. Οι Οθωμανοί γκρέμισαν ένα
τμήμα του και το υπόλοιπο το χρησιμοποίησαν
ως τόπο φυλακής των πολιτικών αντιπάλων
των σουλτάνων.
ΙΣΛΑΜΙΚΑ
ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ
Μπλε
Τζαμί η αλλιώς Τέμενος Σουλτάναχμετ.
Διεύθυνση:
Sultanahmet, İstanbul, Turkey
Απο
09.00 -18.00 εκτός από τις ώρες προσευχής -30
λεπτά για 5 φορές την ημέρα και τις
Παρασκευές που μένει κλειστό για το
κοινό.
Απαραίτητα
σεμνή περιβολή για να μπορέσετε να
μπείτε μέσα.
Το
Μπλε Τζαμί ή Τζαμί του Σουλτάνου Αχμέτ,
ή Αχμέτ Τζαμί, ή Αχμετιέ Τζαμί (στα
τούρκικα Sultanahmet Camii) είναι το ωραιότερο
και μεγαλύτερο τζαμί στην Κωνσταντινούπολη,
ξακουστό και για την αρμονία του.
Θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα
αριστουργήματα της Ισλαμικής αρχιτεκτονικής
παγκοσμίως και αρχιτέκτονάς του υπήρξε
ο Σεντεφχάρ Μεχμέτ Αγάς (Sedefhar Mehmet Ağa)
μαθητής του Μιμάρ Σινάν.
Το
τζαμί χτίστηκε μεταξύ 1609 και 1616 με
διαταγή του σουλτάνου Αχμέτ Α' -από τον
οποίο πήρε και το όνομά του- όταν αυτός
ήταν σε ηλικία 20 ετών. Βρίσκεται στο
παλαιότερο τμήμα της Κωνσταντινούπολης,
κοντά στην τοποθεσία του αρχαίου
Ιππόδρομου (Ατ Μεϊντάνι), και απέναντι
(δυτικά) από την Αγία Σοφία.
Είναι
επίσης πολύ κοντά στο Τοπ Καπί, τόπο
διαμονής των Σουλτάνων της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας μέχρι το 1853, που είναι
στη συνέχεια της Αγίας Σοφιάς, ανατολικά,
επί της ευρωπαϊκής ακτής του Βόσπορου.
Για κάποιον που βλέπει την παραλία από
τη θάλασσα, οι θόλοι και οι μιναρέδες
του Μπλε τζαμιού δίπλα στην Αγιά Σοφιά
κυριαρχούν στη θέα της Κωνσταντινούπολης.
Το
τζαμί αυτό χτίστηκε στο κέντρο της
νοτιοδυτικής πλευράς του ιπποδρόμου
επίτηδες απέναντι από την Αγία Σοφία,
έτσι ώστε να δεσπόζει κατά την προσέγγιση
των πλοίων. Η κατασκευή αυτού του
οικοδομήματος είχε τόσο ενθουσιάσει
τον νεαρό Σουλτάνο που λέγεται ότι και
ο ίδιος εργάσθηκε για την ανέγερσή του.
Δυστυχώς όμως για τον ίδιο τον Σουλτάνο
δεν πρόλαβε να χαρεί πολύ το περίλαμπρο
αυτό οικοδόμημα λόγω του θανάτου του
ένα μόλις χρόνο μετά το άνοιγμα των
θυρών του. Μάλιστα, έχει ταφεί μέσα στο
τζαμί. Σήμερα, και τα δυο κτίρια
συναποτελούν ένα μοναδικό ιστορικό και
αρχιτεκτονικό σύνολο.
Το
τζαμί έγινε γνωστό στη Δύση σαν "Μπλε
Τζαμί" λόγω της κυριαρχίας του μπλε
χρώματος στην εσωτερική του διακόσμηση.
Παρόλα αυτά, το μπλε χρώμα δεν ήταν μέρος
της αρχικής διακόσμησης του τζαμιού
και στις μέρες μας έχει ξεκινήσει η
διαδικασία αφαίρεσής του. Σήμερα, το
τζαμί δεν δίνει ιδιαίτερα την εντύπωση
του "μπλε" στους επισκέπτες.
Ο
αρχιτέκτονας του Αχμέτ του Α΄ είχε λάβει
εντολή να μη λυπηθεί κανένα έξοδο,
προκειμένου να δημιουργήσει τον πιο
εντυπωσιακό και όμορφο τόπο λατρείας
του Ισλάμ στον κόσμο. Μάλιστα ο Σουλτάνος
είχε διατάξει, πριν φύγει για τη Μέκκα,
να κατασκευαστεί ο τρούλος από ατόφιο
χρυσό. Αυτό φυσικά δεν θα μπορούσε να
συμβεί λόγο του βάρους του χρυσού. Ο
αρχιτέκτονας τότε κατασκεύασε τον
τρούλο με απλά υλικά, ενώ για να σώσει
την ζωή του πρόσθεσε και 6 μιναρέδες
γύρω από το Τζαμί, δικαιολογούμενος
στον Σουλτάνο πως υπήρξε θύμα παρανόησης,
(ο αριθμός "έξι" (αλτί) και η λέξη
"χρυσός" (αλτίν) προφέρονται σχεδόν
το ίδιο στα Τούρκικα)!
Η
βασική δομή του τζαμιού είναι περίπου
κυβική, 53 επί 51 μέτρα. Όπως συμβαίνει με
όλα τα τζαμιά, είναι έτσι προσανατολισμένο
ώστε όταν οι πιστοί κάνουν την προσευχή
τους να είναι στραμμένοι προς τη Μέκκα.
Διακρίνεται σε τρία μέρη: την εξωτερική
αυλή, την εσωτερική αυλή (προαύλιο) και
το κυρίως οικοδόμημα.
Ο
κεντρικός κύβος σκεπάζεται από ένα
βαθμιδωτό σύστημα θόλων και ημίθολων,
που κορυφώνεται στον κεντρικό θόλο, οι
διαστάσεις του οποίου είναι 33 μετρα
διάμετρος και 43 μέτρα ύψος στο κεντρικό
του σημείο. Το συνολικό αποτέλεσμα
χαρακτηρίζεται από τέλεια οπτική αρμονία
και οδηγεί το μάτι στην κορυφή του θόλου.
Το
Μπλε Τζαμί είναι το μοναδικό στην Τουρκία
που έχει έξι μιναρέδες. Όταν αποκαλύφθηκε
ο αριθμός των μιναρέδων, ο Σουλτάνος
κατηγορήθηκε για αλαζονεία, καθώς εκείνη
την εποχή τον ίδιο αριθμό μιναρέδων
είχε και η Κάαμπα στη Μέκκα. Ο Αχμέτ
ξεπέρασε το πρόβλημα πληρώνοντας για
να χτιστεί ένας έβδομος μιναρές στο
τζαμί της Μέκκας.
Στο
κατώτερο εσωτερικό μέρος το τζαμί
κοσμείται με περισσότερα από 20.000
χειροποίητα κεραμικά πλακάκια, φτιαγμένα
στο Ίζνικ (Νίκαια στην αρχαιότητα). Τα
ανώτερα επίπεδα είναι βαμμένα. Περισσότερα
από διακόσια παράθυρα με περίτεχνα
σχέδια από βιτρώ αφήνουν να περάσει
φυσικό φως, που στις μέρες μας ενισχύεται
από πολυέλαιους. Οι διακοσμήσεις
συμπεριλαμβάνουν στίχους από το Κοράνι,
πολλοί απ' τους οποίους αποτυπώθηκαν
από τον Σαίντ Κασίμ Γκουμπάρι, που
θεωρούνταν ο κορυφαίος καλλιγράφος της
εποχής. Τα πατώματα καλύπτονται με χαλιά
που δωρίζουν οι πιστοί και αντικαθίστανται
τακτικά.
Το
πιο σημαντικό στοιχείο της εσωτερικής
αρχιτεκτονικής είναι το μιχράμπ,
δηλαδή η κόγχη προσευχής, φτιαγμένο από
λεπτοδουλεμένο μάρμαρο, και με τους
πλαϊνούς τοίχους σκεπασμένους από
κεραμικά πλακάκια. Στα δεξιά του μιχράμπ
βρίσκεται το μινμπέρ, δηλαδή ο
άμβωνας, όπου στέκεται ο ιμάμης κατά τη
διάρκεια της μεσημεριανής προσευχής
της Παρασκευής ή των ιερών ημερών. Το
τζαμί έχει σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο
ώστε, ακόμα κι όταν είναι γεμάτο κόσμο,
όλοι να μπορούν να βλέπουν και να ακούν
τον μάμη.
Καθένας
από τους μιναρέδες έχει τρία μπαλκόνια,
και μέχρι πρόσφατα ο μουεζίνης ανέβαινε
μια στενή σκάλα στο εσωτερικό του μιναρέ
πέντε φορές τη μέρα για να καλέσει σε
προσευχή. Σήμερα χρησιμοποιούνται
μεγάφωνα, και το κάλεσμα αντηχεί σε όλη
την παλιά πόλη, συνδυασμένο με το κάλεσμα
από τα άλλα τζαμιά της περιοχής. Πολλοί
Τούρκοι και τουρίστες μαζεύονται το
δειλινό στο πάρκο απέναντι από το τζαμί
για να ακούσουν το κάλεσμα για τη βραδυνή
προσευχή, καθώς ο ήλιος δύει και το τζαμί
φωτίζεται από χρωματιστούς προβολείς.
Στον
εξωτερικό χώρου υπάρχει μια αυλή η οποία
έχει την ίδια έκταση με το τζαμί. Στην
αυλή υπάρχει η Κρήνη των Καθαρμών η
οποία πλέον δεν χρησιμοποιείται από
τους πιστούς. Την αυλή τη διατρέχει μια
περίκλειστη θολωτή στοά η οποία στηρίζεται
σε κολώνες που συγκρατούν τη στέγη με
τους 30 τρούλους.
Να σημειώσουμε και
ένα ιστορικό γεγονός που έγινε στο Μπλέ
Τζαμί: Ο σουλτάνος Μαχμούτ ανήγγειλε
το 1826 τη διάλυση του Σώματος των
Γενιτσάρων.
Σουλεϊμανιγιέ
Τζαμί (τουρκ. Süleymaniye Camii)
.
Βρίσκεται
στο δεύτερο λόφο της παλαιάς πόλης σε
περίοπτη θέση που δεσπόζει του Κεράτιου
κόλπου. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα
μνημεία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής
του 16ου αιώνα. Είναι καταγεγραμμένο
στον κατάλογο ιστορικών μνημείων της
Ουνέσκο και η περιοχή του τεμένους είναι
προστατευόμενη περιοχή από το 1980.
Το
τζαμί και το ευρύτερο κτιριακό σύμπλεγμα
που το περιβάλει χτίστηκε κατά παραγγελία
του Σουλτάνου Σουλεϊμάν Α' (β. 1520-66) ως
μνημείο νίκης μετά την κατάκτηση της
Ρόδου και της Βαγδάτης. Είναι έργο του
μεγάλου Οθωμανού αρχιτέκτονα Μιμάρ
Σινάν. Οι εργασίες για την κατασκευή
του ξεκίνησαν το 1550 και διήρκεσαν μέχρι
το 1557. Πρόκειται για ένα από τα
αντιπροσωπευτικότερα δείγματα της
κλασσικής οθωμανικής αρχιτεκτονικής.
Δεν επρόκειτο για ένα απλό τέμενος αλλά
για ένα κουλιγιέ,
δηλαδή ένα ίδρυμα το οποίο είχε πολλές
λειτουργίες. Το οικοδομικό αυτό συγκρότημα
περιελάμβανε έξι ιερατικές σχολές
(μεντέρσες), ένα άσυλο για απόρους
ασθενείς, ένα ψυχιατρείο, ένα χαμάμ, ένα
καραβάν σαράι (πανδοχείο με χώρο για τα
ζώα και τα εμπορεύματα) ένα φιλανθρωπικό
ίδρυμα (ιμαρέτ) το οποίο φρόντιζε την
καθημερινή σίτιση 1000 απόρων καθώς και
πολλά μικρά μαγαζιά. Στα κτίσματα αυτά
προστέθηκαν αργότερα τα μαυσωλεία του
Σουλειμάν και Χιουρέμ ή Ρωξελάνης, της
συζύγου του (η μοναδική γυναίκα στην
ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας
η οποία κατάφερε να την παντρευτεί
σουλτάνος με ιμάμη και κουμπάρο. Οι
υπόλοιπες Kadin, δηλαδή οι γυναίκες των
σουλτάνων ήταν μόνο στα λόγια, με νομική
δέσμευση καμία άλλη δεν υπήρξε). Πάντως
η διακόσμησή του με μάρμαρα κεραμικά
ιζνίκ και βιτρώ εντυπωσιάζει πολύ τον
επισκέπτη. Στο τζαμί αυτό υπάρχουν
τέσσερις μιναρέδες οι οποίοι πιστοποιούν
ότι επρόκειτο για αυτοκρατορικό τζαμί.
Τέσσερις μιναρέδες μόνο ο σουλτάνος
μπορούσε να ανεγείρει, δύο οι πρίγκιπες
και έναν οι κοινοί θνητοί. Οι μιναρέδες
αυτοί φέρουν δέκα εξώστες, αριθμός
συμβολικός μια και ο Σουλεϊμάν ήταν ο
10ος σουλτάνος της οθωμανικής δυναστείας.
Εξίσου εντυπωσιακός είναι ο τρούλος
του, του οποίου το ύψος είναι ακριβώς
διπλάσιο από τη διάμετρό του. Τον
πλαισιώνουν 32 παράθυρα, τοποθετημένα
στα τόξα που συγκρατούν τέσσερις
τεράστιοι πεσσοί από συμπαγή πορφυρίτη.
Το μιχράμπ (κόχη με προσανατολισμό τη
Μέκκα) και το μινμπέρ (άμβωνας) είναι
φτιαγμένο από λευκό μάρμαρο. Τα βιτρό
πάνω από το μιχράμπ χρονολογούνται στο
16ο αιώνα. Πλακάκια ιζνίκ και ανάγλυφα
από ελεφαντόδοντο συμπληρώνουν τη
διακόσμηση. Στον περίβολο του τεμένους
24 αρχαίοι κίονες από κόκκινο γρανίτη
και λευκό μάρμαρο οι οποίοι κατά
πληροφορίες είχαν αφαιρεθεί από το
αυτοκρατορικό θεωρείο στον Ιππόδρομο
(το λεγόμενο κάθισμα) στηρίζουν 28
τρούλους. Έξω
από το συγκρότημα του τεμένους βρίσκεται
το μαυσωλείο του δημιουργού του Σινάν,
φτιαγμένο από λευκό μάρμαρο.
Γενί
Τζαμί (Τούρκικα:Yeni Camii)
Το
Γενί Τζαμί
ή Νέο Τζαμί ή Βαλιντέ Σουλτάν Τζαμί,
δεσπόζει στο νότιο άκρο της Γέφυρας του
Γαλατά. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1597
με αρχιτέκτονα τον Davut Aga, μαθητή του
Μιμάρ Σινάν, ο οποίος, όμως, πέθανε το
1599 και τη θέση του πήρε ο Dalgıç Ahmed Cavus. Η
κατασκευή του διήρκεσε πάνω από μισό
αιώνα και ολοκληρώθηκε το 1663, ενώ
εγκαινιάστηκε το 1665. Στο εξωτερικό του
υπάρχουν 66 τρούλοι σε διάφορα μεγέθη,
τοποθετημένοι σε μια πυραμιδική διάταξη,
καθώς και δύο μιναρέδες, ενώ ο κεντρικός
τρούλος έχει 36 μέτρα ύψος και υποστηρίζεται
από τέσσερα συνοδευτικά ημιθόλια. Όπως
σε όλα τα αυτοκρατορικά τζαμιά στην
Κωνσταντινούπολη έτσι και στο Γενί
Τζαμί υπάρχει στην είσοδο μία μνημειώδης
αυλή, στο κέντρο της οποίας δεσπόζει
ένα επιβλητικό σιντριβάνι, ενώ ολόκληρη
η πρόσοψη είναι διακοσμημένη με πλακίδια
Ιζνίκ. Το εσωτερικό του τζαμιού έχει
τετράγωνο σχήμα και ο κεντρικός χώρος
οριοθετείται από τέσσερις μεγάλους
πεσσούς που αποτελούν τη βασική υποστήριξη
του τρούλου. Τα πλακίδια Ιζνίκ κυριαρχούν
και στην εσωτερική διακόσμηση, με έμφαση
στο μπλε, πράσινο και λευκό χρώμα. Το
αρχικό συγκρότημα αποτελούνταν από το
ίδιο το τζαμί, ένα νοσοκομείο, ένα
δημοτικό σχολείο, δημόσια λουτρά, δύο
δημόσιες κρήνες και μία αγορά, ενώ επί
της βασιλείας του Σουλτάνου Αχμέτ ΙΙΙ
προστέθηκε μία βιβλιοθήκη. Το πιο
σημαντικό μέρος του συγκροτήματος
είναι βέβαια η παρακείμενη αγορά
μπαχαρικών, το περίφημο Μισίρ Τσαρσί,
που δημιουργήθηκε για να αποφέρει στο
τζαμί τα απαραίτητα για το έργο του
χρήματα.
Buyuk
Mecidiye camii
Ένα
μικρό και χαριτωμένο τζαμί από την
πληθώρα που υπάρχουν, είναι αυτό που
βρίσκεται στο Ortakoy και λέγεται Buyuk
Mecidiye Cammi, δηλαδή Μεγάλο Αυτοκρατορικό
Τζαμί. Μεγάλο δεν είναι καθόλου, αλλά
έτσι ήθελε να το ονομάσει ο σουλτάνος
Αμπντούλ Μεσίτ που έδωσε την παραγγελία
στους Μπαλιάν να το κατασκευάσουν.
Είναι ρυθμού νέο-μπαρόκ, αλλά εκείνο
που του δίνει χάρη είναι τα τεράστια
παράθυρά του τα οποία αντιφεγγίζουν
τις αντανακλάσεις των νερών του Βοσπόρου,
μέσα στο τζαμί.
Ρουσέμ
Πασά Τζαμί
Το
Ρουστέμ Πασά Τζαμί
(Turkish
: «Rustempasa
Camii) είναι ένα οθωμανικό
τέμενος που βρίσκεται στο
Hasırcılar Çarşısı στην περιοχή του Εμίνονου
και είναι έργο του Σινάν, σπουδαίου
αρχιτέκτονα, αφιερωμένο στο Ρουστέμ
πασά, γαμπρό του Σουλειμάν στην κόρη
του Μιχριμάχ. Μικρό και χαριτωμένο, με
έναν μόνο μιναρέ. Βρίσκεται
μία ανάσα απ'τα σοκάκια του
παζαριού, που υπάρχει εκεί. Το Ρουστέμ
Πασά είναι υπερυψωμένο αφού ουσιαστικά
έχει χτιστεί πάνω από ένα χάνι. Το χάνι
ήταν κτιριακό συγκρότημα που χρησίμευε
για την προστασία και την διανυκτέρευση
των καραβανιών. Βέβαια στην περίπτωση
της Πόλης χρησίμευε περισσότερο γιά
την φύλαξη και αποθήκευση προιόντων
και λειτουργούσε ως εμπορικό κέντρο.
Το εσωτερικό του είναι επενδυμένο με
πλακίδια Ιζνίκ τα οποία είναι στολισμένα
με ανθάκια και φύλλα. Ο φωτισμός του
Τζαμιού είναι χαρακτηριστικός διότι
είναι παντού ομοιόμορφος. Επίσης πολύ
ιδιαίτερη είναι και η διακόσμησή του.
Σύμφωνα με το Κοράνι απαγορεύεται κάθε
απεικόνιση ανθρώπινης μορφής. Έτσι
λοιπόν η καλλιτεχνική διαμόρφωση έπρεπε
να βρεί μία άλλην διέξοδο να εκφρασθεί.
Από αυτόν τον παράγοντα λοιπόν προέκυψαν
οι καλλιγραφίες, τα τσινιά και τα
αραβουργήματα. Τα αραβουργήματα
είναι γεωμετρικά και φυτομορφικά σχέδια
κάθε μορφής και πραγματικά υψηλής
ποιότητας. Τα Τσινιά απ'την άλλη αποτελούν
για την Οθωμανική διακόσμηση ότι τα
ψηφιδωτά για την Βυζαντινή. Τα πιο
φημισμένα απ' αυτά τα πλακάκια θεωρούνται
της Νίκαιας και το εσωτερικό του Ρουστέμ
Πασά είναι γεμάτο από τα εξαιρετικής
ποιότητας Çini. Στην αυλή υπάρχει
οκτάγωνο συντριβάνι. Πανέμορφο, αξίζει
τον κόπο να το επισκεφτείτε.
ΟΘΩΜΑΝΙΚΑ
ΠΑΛΑΤΙΑ
Τοπ
Καπί:
Διεύθυνση:
Babihümayun Caddesi, Sultanahmet
Ώρες:
Πέμπτη - Δευτέρα 09.00 – 16.30
Είσοδος:
παλάτι 30 TL – χαρέμι 15 λίρες – Αγία
Ειρήνη 20 λίρες
Μουσείο
και παλάτι αξίζει, και να μην το χάσετε.
Αρχικά ονομαζόταν Γενί Σαράι, δηλαδή
νέο παλάτι. Θεμελιώθηκε από τον Μωάμεθ
τον Πορθητή . Το πρώτο του τμήμα χτίστηκε
μεταξύ του 1472 και του 1478 και εκεί έζησε
ο Μωάμεθ μέχρι το θάνατό του το 1481. Το
Τοπ Καπί δέσποζε πάνω στον πρώτο λόφο
της Κωνσταντινούπολης εξασφαλίζοντας
την εποπτεία της κίνησης του Βοσπόρου,
της Χρυσούπολης και της Προποντίδας
και υπήρξε για πάνω από τέσσερις αιώνες
η κατοικία των Σουλτάνων. Χτισμένο
ακριβώς πίσω από την Αγιά Σοφία, το
ανάκτορο του Τοπ Καπί ήταν η καρδιά της
αυτοκρατορίας, μέχρι το 19αι όταν οι
Σουλτάνοι μετακόμισαν στο νέο ανάκτορο
του Ντολμάμπαχτσε. Μέσα στο παλάτι
λειτουργούσε σχολή η οποία εκπαίδευε
τους στρατιώτες και τους δημοσίους
υπαλλήλους. Το παλάτι αυτό είναι κτισμένο
σύμφωνα με την ανατολική αρχιτεκτονική
άποψη η οποία απορρίπτει τα ενιαία
μονομπλόκ, τα μεγάλου μεγέθους εντυπωσιακά
και επιβλητικά στον περιβάλλοντα χώρο
κτίρια, αλλά προτιμά μικρά και κομψά
περίπτερα και περίκλειστες από τον έξω
κόσμο αυλές με συντριβάνια, λιμνούλες,
κρήνες κλπ. Έτσι λοιπόν το κτιριακό
συγκρότημα του Τοπ Καπί είναι κτισμένο
γύρω από τέσσερις αυλές γύρω από τις
οποίες κτίστηκαν μια σειρά από περίπτερα
που φιλοξενούσαν κυβερνητικές υπηρεσίες.
Στο Παλάτι μπαίνουμε από την Πύλη Μπαμπ
Ι Χουμαγιούν (Bab I Humayun) την Αυτοκρατορική
Πύλη η οποία βρίσκεται στην οδό Sogukcesme
sok απέναντι από την όμορφη ροκοκό κρήνη
που κατασκεύασε ο Αχμέτ Γ΄. Η Πύλη αυτή
κατασκευάστηκε το 1478 επί ημερών του
Μωάμεθ του Πορθητή. Δεξιά και αριστερά
της Πύλης σε δύο εσοχές οι σουλτάνοι
συνήθιζαν να κρεμούν τα κεφάλια των
εκτελεσθέντων αντιπάλων τους για να
φοβηθούν οι επίδοξοι διεκδικητές του
θρόνου τους. Μάλλον υπήρξε αποτελεσματική
τακτική μια και δεν υπήρξε αλλαγή της
δυναστείας στη μακραίωνη πορεία της
αυτοκρατορίας. Μπαίνοντας το πρώτο
κτίσμα που συναντούμε είναι η εκκλησία
της Αγίας Ειρήνης. Απέναντι από την Αγία
Ειρήνη, βρίσκεται το Αυτοκρατορικό
Νομισματοκοπείο το οποίο σήμερα είναι
εκθεσιακός χώρος. Αν δεν κατευθυνθείτε
αμέσως στο Τοπ Καπί αλλά στρίψετε
αριστερά και ξανά αριστερά θα οδηγηθείτε
σε ένα σύμπλεγμα κτιρίων τα οποία
απαρτίζουν το Αρχαιολογικό Μουσείο.
Περνάμε από την πρώτη αυλή στην οποία
βρισκόμαστε στη δεύτερη μέσω της Πύλης
των Χαιρετισμών της Bab I Selam. Αριστερά
και δεξιά βρίσκονται δύο οκτάγωνοι
πύργοι όπου φυλακίζονταν οι μελλοθάνατοι.
Η Πύλη κατασκευάστηκε με εντολή του
Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Από εδώ
μόνο ο Σουλτάνος και η μητέρα του η
Βαλιντέ Σουλτάν μπορούσαν να βγουν
έφιπποι. Στα δεξιά της πύλης, δίπλα στα
εκδοτήρια βρίσκεται ένα συντριβάνι.
Εκεί ξέπλεναν οι δήμιοι τα τσεκούρια
τους μετά τον αποκεφαλισμό. Στην δεύτερη
αυλή θα δούμε τα κτίρια των μαγειρείων.
Έχουν δύο σειρές από 10 καμινάδες. Το
κτίριο αυτό κατασκευάστηκε επί Μωάμεθ
Βʼ ανακατασκευάστηκε τον 16 αι από τον
αρχιτέκτονα Σινάν. Υπήρξε μάλιστα το
πρώτο έργο της πολύχρονης καριέρας του.
Εκεί μαγειρευόταν το φαγητό για τις
χιλιάδες κόσμου που διέμεναν στο παλάτι.
Σήμερα στεγάζει μια εξαιρετική συλλογή
κινεζικής πορσελάνης η οποία είναι η
δεύτερη καλύτερη παγκοσμίως μετά από
εκείνη που υπάρχει στην Κίνα. Δυστυχώς
ο φωτισμός είναι πολύ κακός. Θα δείτε
ακόμη και ιαπωνικές πορσελάνες
διακοσμημένες με στίχους από το Κοράνι.
Η συλλογή περιλαμβάνει ασημικά και
γυαλικά. Απέναντι από τις κουζίνες
βρίσκεται το Kubealti ή Divan Odasi δηλαδή η
αίθουσα Συνεδριάσεων του Αυτοκρατορικού
Συμβουλίου, το περίφημο Ντιβάνι. Το
μικρό παράθυρο που φαίνεται πάνω από
τη θέση του Μεγάλου Βεζίρη επέτρεπε στο
σουλτάνο να παρακολουθήσει τις
συνεδριάσεις ή μάλλον να τις κρυφακούει
μια και οι συνεδριάζοντες δεν μπορούσαν
να ξέρουν πότε ήταν παρών και πότε όχι,
οπότε πρόσεχαν γενικώς τα λόγια τους.
Το
διπλανό κτίριο ήταν τα παλιά χρόνια το
Εσωτερικό Θησαυροφυλάκιο, όπου φυλασσόταν
τα χρήματα τα οποία προερχόντουσαν από
όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας. Σήμερα
φιλοξενεί μια πλούσια συλλογή όπλων.
Πλάι
από το Kubealti, δηλαδή το Ντιβάνι, κάτω από
τον Πύργο της Δικαιοσύνης (Adalet Kulesi) είναι
η είσοδος για το Χαρέμι. Το πιο ενδιαφέρον
σημείο του παλατιού.
Η
λέξη χαρέμι προέρχεται από τα αραβικά
και σημαίνει «απαγορευμένο». Ήταν η
οικία της μητέρας του σουλτάνου, της
βαλιντέ σουλτάν, η οποία είχε το ανώτατο
πρόσταγμα, των τεσσάρων συζύγων του
(καντίν), των παλλακίδων, και των παιδιών
του. Κανείς δεν είχε δικαίωμα να εισέρχεται
εκτός από τον ίδιο το σουλτάνο και τους
γιούς του. Στην οθωμανική αυτοκρατορία
δεν ίσχυε η διαδοχή του πρωτότοκου γιου
με συνέπεια ο οποιοσδήποτε γιος να
μπορεί να γίνει σουλτάνος. Επιπλέον για
να αποφευχθούν οι τυχόν εμφύλιες έριδες
ο ανακηρυχθείς σουλτάνος είχε την
υποχρέωση, βάσει νόμου, να δολοφονήσει
τα αδέλφια του. Καθώς καταλαβαίνετε η
μάχη ήταν λυσσαλέα. Οι δολοπλοκίες του
χαρεμιού λοιπόν ήταν ατελείωτες. Στα
μετέπειτα χρόνια τους έβαζαν στο «χρυσό
κλουβί», δηλαδή σε κάποια χρυσοποίκιλτα
διαμερίσματα του χαρεμιού, με δικό τους
προσωπικό χαρέμι, αλλά με στειρωμένες
οδαλίσκες. Τους απαγορευόταν επί ποινή
θανάτου να εγκαταλείψουν τα διαμερίσματά
τους. Ζούσαν έγκλειστοι και φυλακισμένοι
μια ζωή τρυφηλότητας. Σε μερικούς από
αυτούς έλαχε και έγιναν κάποια στιγμή
σουλτάνοι. Ήταν ένας από τους λόγους
της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι άνθρωποι αυτοί, αποκομμένοι, με
απόλυτη έλλειψη πείρας και σχετικής
εκπαίδευσης, έπρεπε να διαχειριστούν
την τύχη μιας αυτοκρατορίας.
Το
χαρέμι είναι ένας σωστός λαβύρινθος
από διαδρόμους και αίθουσες. Για να μπει
κανείς πληρώνει ένα δεύτερο εισιτήριο
και γίνεται και μια ξενάγηση. Συνεχίζοντας
την περιήγηση στο σύμπλεγμα του Τοπ
Καπί, καλό είναι να μπείτε από την Τρίτη
Πύλη των Ανακτόρων, την Bab I Saadet ή Πύλη
της Ευτυχίας. Θα συναντήσετε μια αίθουσα
την Arz Odasi, δηλαδή την αίθουσα των αιτήσεων,
όπου τα μέλη του ανωτάτου συμβουλίου
εξέφραζαν τα αιτήματά τους προς τον
Σουλτάνο. Πίσω από αυτήν την αίθουσα
βρίσκεται ένα θαυμάσιο μαρμάρινο οίκημα
διακοσμημένο με περίτεχνα καλλιγραφικά
σχέδια. Πρόκειται για τη βιβλιοθήκη του
Αχμέτ Γʼ η οποία κατασκευάστηκε το 1719
και περιέχει πάνω από 4000 χειρόγραφα.
Αριστερά βρίσκεται ο οίκος των λευκών
ευνούχων, όπου τώρα εκτίθεται η συλλογή
παλαιών ρολογιών οθωμανικών και
ευρωπαϊκών. Πλάι στην έκθεση στα αριστερά
σας βρίσκεται το Περίπτερο του Ιερού
Μανδύα. (Hirka I Saadet), ο ιερότερος χώρος του
παλατιού. Αν η Τρίτη αυλή στην οποία
τώρα βρίσκεστε ήταν απαγορευμένη στους
πολλούς, ο χώρος αυτός ήταν για τους
λίγους των λίγων: Ακόμα και για τους
σουλτάνους η αίθουσα αυτή άνοιγε μόνο
τη 15η ημέρα του ραμαζανιού για να τιμηθεί
η μνήμη του Προφήτη.
Ο
ιερότερος θησαυρός είναι στο Περίπτερο.
Είναι ο μανδύας του Προφήτη Μωάμεθ. Στην
αίθουσα όπου φυλάσσεται μέσα σε χρυσό
κιβώτιο, απαγορεύεται η είσοδος στον
επισκέπτη, ο οποίος πάντως μπορεί να
τον δει κοιτώντας μέσα από ένα τζάμι.
Το
πιο εντυπωσιακό τμήμα του παλατιού
είναι το Θησαυροφυλάκιο (Hazine). Εδώ
βρίσκονται συγκεντρωμένοι όλοι οι
θησαυροί των σουλτάνων. Χλιδή απίστευτη.
Θρόνοι χρυσοί, στιλέτα αδαμαντοκόλλητα,
πανοπλίες με πολύτιμους λίθους. Θα δείτε
ένα διαμάντι 86 καρατίων, το 5ο σε μέγεθος
παγκοσμίως, το λεγόμενο διαμάντι του
κουταλά, επειδή λέγεται ότι βρέθηκε στα
σκουπίδια και αγοράστηκε από ένα παλιατζή
έναντι τριών κουταλιών. Πάντως πολλά
γυναικεία κοσμήματα δε θα δείτε, γιατί
σε αντίθεση μα τους θησαυρούς των
σουλτάνων και των βεζίρηδων οι οποίοι
αποτελούσαν κρατική περιουσία και
επέστρεφαν στο παλάτι μετά το θάνατό
τους, τα κοσμήματα των γυναικών ήταν
προσωπική τους περιουσία.
Πλάι
στο Θησαυροφυλάκιο είναι τα υπνωτήρια
των Ιπποκόμων εκστρατείας (Seferli Kogusu).
Σήμερα εδώ εκτίθεται πλούσια συλλογή
αυτοκρατορικών ενδυμάτων τα οποία
διασώθηκαν δια μέσου των αιώνων χάρη
στην πρακτική της φύλαξής τους σε
σφραγισμένα μπαούλα. Μεταξύ των εκθεμάτων
περιλαμβάνεται και το καφτάνι του Μωάμεθ
του Πορθητή.
Η
τέταρτη αυλή είναι η πιο χαριτωμένη από
όλες: περιλαμβάνει πολλούς μικρούς
κήπους με τουλίπες συντριβάνια περίπτερα
και μια μαγευτική θέα στη συμβολή
Κερατίου με Βόσπορο. Τα περίπτερα δεν
περιέχουν εκθέματα. Είναι όμως πολύ
κομψά και όμορφα. Εκεί θα βρείτε και το
εστιατόριο Konyali το οποίο έχει καταπληκτική
θέα και πολύ καλό φαγητό, οπότε έτσι
κουρασμένοι που θα είστε, πάρτε μια
ανάσα τρώγοντας στα παλάτια των Σουλτάνων.
Ανάκτορο
του Ντολμάμπαχτσέ:
Διεύθυνση:
DolmabahçeΏρες: Τρίτη - Κυριακή 09.00 – 18.30
Είσοδος: 25 - 30 TL (τα εισιτήρια πληρώνονται μόνο σε τουρκικές λίρες).
Το
ανάκτορο Ντολμάμπαχτσε (τουρκ.
Dolmabahçe Sarayı) ήταν κατοικία των
σουλτάνων και διοικητικό κέντρο της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1856
μέχρι το 1922, με εξαίρεση την περίοδο
1889-1909 κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε
το ανάκτορο Γιλντίζ. Το 1922 το ανάκτορο
πέρασε στη δικαιοδοσία του τουρκικού
κράτους και χαρακτηρίστηκε εθνική
κληρονομιά. Σε αυτό πέθανε ο Κεμάλ
Ατατούρκ στις 10 Νοεμβρίου του 1938 στις
9.05 πμ. Όλα τα ρολόγια του παλατιού έχουν
σταματήσει στην ώρα του θανάτου του.
Από το 1960 λειτουργεί ως μουσείο. Βρίσκεται
επί της ευρωπαϊκής πλευράς του Βοσπόρου
στην περιοχή Καμπατάς. Ονομάστηκε έτσι
επειδή επιχωματώθηκε ένας κόλπος που
υπήρχε και δημιουργήθηκε ένα πάρκο
(=μπαχτσές). Το γέμισμα λέγεται ντολμά,
καλύπτοντας συνολικά έκταση περίπου
110.000 μ2.
Η
κατασκευή του ξεκίνησε το 1843, με εντολή
του σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄, ο
οποίος έκρινε ότι το Τοπ Καπί δεν
προσέφερε πλέον μοντέρνες ανέσεις και
ολοκληρώθηκε το 1856. Το κόστος της
ανέγερσης έφτασε τα 5 εκατομμύρια
οθωμανικά χρυσά νομίσματα, το ισοδύναμο
δηλαδή 35 τόννων χρυσού. Για την επικάλυψη
των οροφών του παλατιού, έκτασης 45.000
μ2, με φύλλα χρυσού, χρησιμοποιήθηκαν
14 τόννοι αυτού του μετάλλου.
Η
πρόσοψη του παλατιού έχει μήκος 248 μέτρα.
Μια μεγάλη αίθουσα αποτελεί τον πυρήνα
του, με δύο πτέρυγες εκατέρωθεν όπου
συναντώνται τα πολυτελή δωμάτια και τα
βασιλικά διαμερίσματα. Οι χώροι διαμονής
και εργασίας των ανδρών (σελαμλίκ) και
το χαρέμι βρίσκονται στη νότια και
βόρεια πλευρά αντίστοιχα. Το κτιριακό
συγκρότημα περιλάμβανε ακόμα διαμερίσματα
για το προσωπικό που διέμενε εντός του
ανακτόρου, κουζίνα, ιμαρέτ για τη διατροφή
του προσωπικού, νοσηλευτήριο, στάβλους,
καθώς και θαλάμους για τους λογχοφόρους
φύλακες της κατοικίας. Συνολικά υπήρχαν
285 δωμάτια, 6 χαμάμ, 6 εξώστες και 68
τουαλέτες, καλύπτοντας έκταση 45.000
τετραγωνικών μέτρων. Εντυπωσιακή είναι
η «κρυστάλλινη σκάλα» φτιαγμένη από
μπρούτζο και κρύσταλλο μπακαρά, καθώς
και ένας βαρύτιμος πολυέλαιος, ο
μεγαλύτερος του κόσμου, ο οποίος ζυγίζει
4,5 τόνους και ήταν δώρο της βασίλισσας
Βικτορίας.
Το
Ντολμάμπαχτσε σχεδιάστηκε από τους
αρχιτέκτονες Καραμπέτ και Νικογιός
Μπαλιάν. Πρόκειται για δύο μέλη μιας
εξαιρετικά φημισμένης οικογένειας
αρχιτεκτόνων οι οποίοι κόσμησαν την
Κωνσταντινούπολη
με πολλά όμορφα
κτίρια. Τον εσωτερικό διάκοσμο του
ανακτόρου ανέλαβε ο Γάλλος διακοσμητής
Σεσάν, ενώ αρκετοί ευρωπαίοι καλλιτέχνες
ανέλαβαν να φιλοτεχνήσουν έργα ζωγραφικής
για να κοσμήσουν το παλάτι.
Γίνονται
δύο ξεναγήσεις η μία περιλαμβάνει το
χαρέμι και η άλλη το Selamlik δηλαδή τον
χώρο των ανδρών. Προτιμήστε τη δεύτερη,
είναι πιο εντυπωσιακή. Θα ευχαριστηθείτε
χλιδή, ως εκεί που δεν παίρνει άλλο.
ΜΟΥΣΕΙΑ
Αρχαιολογικό Μουσείο
Κωνσταντινούπολης:
Διεύθυνση:
Alemdar Cad. Osman Hamdi Bey Yokuşu Sok.
34122, Sultanahmet
Τρίτη
έως Κυριακή (Απρίλιο έως Οκτώβριο
09.00-19.00) (Νοέμβριο έως Μάρτιο 09.00-17.00)
Είσοδος:
15 TL
Ένα από τα κορυφαία στο
είδος του, καθώς στεγάζει μια από τις
πλουσιότερες συλλογές. Απαρτίζεται από
το κυρίως κτίριο και τη νέα πτέρυγα. Το
Αρχαιολογικό Μουσείο έχει 20 αίθουσες
στις οποίες εκτίθενται ευρήματα της
ελληνιστικής, της ρωμαϊκής, και της
βυζαντινής περιόδου. Πάντως οι πιο
φημισμένες αίθουσες είναι αυτές στις
οποίες εκτίθενται οι σαρκοφάγοι που
βρέθηκαν το 1887 στη νεκρόπολη των βασιλέων
της Σιδώνος στο σημερινό Λίβανο σε
εξαιρετική κατάσταση. Τα ευρήματα
θεωρήθηκαν τα σημαντικότερα του 19ου
αιώνα. Η Σαρκοφάγος των Θρηνουσών είναι
μια εντυπωσιακή σαρκοφάγος σε σχήμα
αρχαίου ελληνικού ναού της οποίας το
κάλυμμα είναι η σκεπή του. Οι τέσσερις
πλευρές της χωρίζονται σε 18 τμήματα με
ανάγλυφες ιωνικές κολόνες, ανάμεσα στις
οποίες στέκονται ή κάθονται γυναίκες
που θρηνούν. Η κατασκευή τοποθετείται
γύρω στο 350π.Χ Η Σαρκοφάγος του Μεγάλου
Αλεξάνδρου απεικονίζει τη νίκη του
μεγάλου στρατηλάτη επί των Περσών. Η
σαρκοφάγος χρονολογείται τον 4ο αιώνα
και λέγεται πως κατασκευάστηκε για το
βασιλιά Αβδαλώνυμο της Σιδώνος.
Μουσείο
Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης / Turk ve
Islam Eserleri Muzesi
At Meydanı Sok. No:46 İbrahim Paşa Sarayı
Sultanahmet, Eminönü
Τρίτη έως Κυριακή (Απρίλιο
έως Οκτώβριο 09.00-19.00) (Νοέμβριο έως Μάρτιο
09.00-17.00)
Είσοδος 20 TL
Στεγάζεται
στο παλάτι του Ιμπραήμ Πασά, Μεγάλου
Βεζίρη
του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, ο
οποίος έχασε το κεφάλι του επειδή έπεσε
θύμα των ραδιουργιών της συζύγου του
Σουλεϊμάν, της πανέμορφης, πανέξυπνης
αλλά και αδίστακτης Χιουρέμ ή αλλιώς
Ρωξελάνης. Το οίκημα αναπαλαιώθηκε με
σκοπό να φιλοξενήσει περισσότερα από
40.000 εκθέματα τα οποία καλύπτουν από τον
7ο έως
τον 19ο αιώνα. Κάθε μια αίθουσα του
μουσείου αναφέρεται σε διαφορετική
εποχή ή γεωγραφική περιοχή του ισλαμικού
κόσμου. Στο ισόγειο είναι το λαογραφικό
τμήμα
όπου εκτίθενται τα αντικείμενα της
καθημερινής ζωής τουρκικών φυλών, κυρίως
νομαδικών, της ανατολικής και κεντρικής
Ανατολίας.
Μουσείο
Μωσαϊκών Mozaik Muzesi Arasta Carsisi Sultanahmet.
Διεύθυνση:
Sultanahmet, Eminönü
Τρίτη έως Κυριακή
(Απρίλιο έως Οκτώβριο 09.00-19.00) (Νοέμβριο
έως Μάρτιο 09.00-17.00)
Eίσοδος: 10 TL
Δίπλα στο Μπλε Τζαμί. Η
είσοδος είναι από την αγορά Arasta. Πρόκειται
για ένα διασωθέν τμήμα ψηφιδωτού από
το Μεγάλο Παλάτι. Χρονολογείται στα
τέλη του 5ου αιώνα και είναι ένα από τα
λίγα (αν όχι το μοναδικό) πρωτοβυζαντινό,
με κοσμικό και όχι θρησκευτικό θέμα,
ψηφιδωτό που σώζεται. Παριστάνει σκηνές
κυνηγιού και η θεματολογία του πλησιάζει
πιο πολύ τα ελληνιστικά χρόνια και είναι
πολύ μακριά από τη βυζαντινή θρησκευτικότητα.
Μουσείο
Χώρας
Διεύθυνση:
Edirnekapı, Fatih
Πέμπτη έως Τρίτη (Απρίλιο
έως Οκτώβριο 09.00-19.00) (Νοέμβριο έως Μάρτιο
09.00-16.30)
Είσοδος 15 TL
Η
Μονή
της Χώρας,
γνωστή σήμερα ως Καριγιέ
Τζαμί
(τουρκ. Kariye
Camii
ή Kariye
Müzesi),
υπήρξε ελληνικό χριστιανικό μοναστήρι
που μετατράπηκε από τους Οθωμανούς σε
τζαμί κατά το 16ο αιώνα. Από το 1958 λειτουργεί
ως μουσείο. Η μονή χτίστηκε στη θέση της
σημερινής συνοικίας Εντιρνέ Καπού,
νότια του Κεράτιου κόλπου και σε κοντινή
απόσταση από τα Θεοδοσιανά τείχη. Το
μνημείο σήμερα είναι γνωστό με το όνομα
Μουσείο
Χώρας.
«Χωρίον» ή «Χώρα» έλεγαν
οι Βυζαντινοί την έξω των χερσαίων
τειχών πεδινή γη και η ονομασία της
μονής οφείλεται μάλλον στην ύπαρξη
παλαιότερου ναού έξω από τα τείχη του
Κωνσταντίνου Α'. Όταν ο Θεοδόσιος Β΄
έχτισε τα νέα τείχη της Κωνσταντινούπολης,
η μονή διατήρησε τον παραδοσιακό
προσδιορισμό «εν τη Χώρα», παρά το
γεγονός πως ανήκε στον περίβολο των
οχυρώσεων.
Πάνω από την μεγάλη θύρα
από την οποία εισέρχονταν εκ του
εσωτερικού νάρθηκα στο ναό, βρίσκεται
η εικόνα του Θεοδώρου του Μετοχίτη, δια
μωσαϊκού, που δείχνει τον Μετοχίτη να
προσφέρει στον εν θρόνο καθισμένο Σωτήρα
Χριστό το σχέδιο του ναού. Ο ναός είχε
δύο νάρθηκες τους οποίους κοσμούσαν
μωσαϊκά και τοιχογραφίες του Θεόδωρου
Μετοχίτη. Τα μωσαϊκά του δεύτερου νάρθηκα
είναι έξι ημικύκλια που απεικονίζουν
τον Χριστό να θεραπεύει ποικίλες
ασθένειες. Επίσης πάμπολλες εικόνες
διακοσμούν τος τρούλους και τους τοίχους.
Οι εικόνες είναι από τις ωραιότερες
Βυζαντινές. Τα χρώματα είναι έντονα, οι
αναλογίες των μελών αρμονικές και η
έκφραση των προσώπων φυσική. Ο μεσαίος
τρούλος έχει μία ρωγμή που τον διασχίζει.
Στο εσωτερικό του ναού διασώζονται
διάφορα μάρμαρα αρμονικής συναρμογής.
Οι Οθωμανοί έχουν καλύψει μερικές
επιφάνειες με ασβέστη.
Η πρώιμη ιστορία της μονής
δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Η παράδοση
που τη συνοδεύει τοποθετεί την ίδρυσή
της τον 6ο αιώνα από τον άγιο Θεόδωρο,
ενώ έχει αποδοθεί και στον Κρίσπο, γαμπρό
του αυτοκράτορα Φωκά (7ος αι.). Σήμερα
έχει αποδειχθεί πως ο ναός χτίστηκε το
διάστημα 1077-81 από την πεθερά του Αλεξίου
Α΄ Κομνηνού Μαρία Δούκαινα, στη θέση
παλαιότερων κτισμάτων που χρονολογούνται
τον 6ο και 9ο αιώνα. Υπέστη σοβαρή φθορά,
πιθανώς εξαιτίας σεισμού, και επισκευάστηκε
το 1120 από τον Ισαάκιος Κομνηνός. Ο
Θεόδωρος Μετοχίτης συνέβαλε στην
ανακαίνισή της (1316-21) και ήταν υπεύθυνος
για την προσθήκη του εξωνάρθηκα, του
νότιου παρεκκλησίου, καθώς και για το
διάκοσμο του ναού που περιλάμβανε
αξιόλογα ψηφιδωτά και τοιχογραφίες.
Επιπλέον, κληροδότησε στη μονή σημαντική
περιουσία, χτίζοντας παράλληλα νοσοκομείο
και δωρίζοντας σε αυτή την αξιόλογη
συλλογή βιβλίων του, με αποτέλεσμα να
προσελκύσει αργότερα σημαντικούς
λογίους.
Δίπλα
στον κεντρικό ναό υπάρχει ταφικό
παρεκκλήσι με εντυπωσιακές τοιχογραφίες.
Η ωραιότερη είναι αυτή της Αναστάσεως
στην κόχη, όπου
το θέμα που παρουσιάζεται δεν υπάρχει
σε καμία άλλη εκκλησία: Ο Χριστός αρπάζει
από το βασίλειο του θανάτου με το ένα
χέρι τον Αδάμ και με το άλλο την Εύα,
σώζοντάς τους και τους δύο ο ίδιος.
Σε όλες τις υπόλοιπες τοιχογραφίες που
έχουν σωθεί και περιγράφουν την ίδια
σκηνή ο Χριστός σώζει μόνο τον Αδάμ, ενώ
η Εύα σώζεται επειδή πιάνεται από το
χιτώνα του Αδάμ. Αυτό το στοιχείο
θεωρείται μια καινοτομία της Παλαιολόγιας
Αναγέννησης, κατά την οποία φαίνεται
να αναβαθμίζεται η θέση της γυναίκας.
Ο
ΠΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΓΑΛΑΤΑ (ΤΟΥΡΚ. GALATA KULESI)
Είναι
μεσαιωνικός, κυκλικός, πέτρινος πύργος
που βρίσκεται στην περιοχή Γαλατά
της Κωνσταντινούπολης,
στη βόρεια πλευρά του Κεράτιου
κόλπου.
Το ύψος του φτάνει τα 67 μέτρα, μέχρι το
διακοσμητικό οβελό της κωνικής κορυφής
του, ενώ η βάση του βρίσκεται 35 μέτρα
από το επίπεδο του Κεράτιου κόλπου. Η
εξωτερική διάμετρος του είναι 16,45 μέτρα
στο επίπεδο της βάσης και η εσωτερική
8,95 μέτρα. O πύργος χτίστηκε από
τη γενουατική παροικία της Κωνσταντινούπολης
το 1348/9, γνωστός τότε ως Πύργος του Χριστού
(λατ. Christea Turris) και χρησιμοποιήθηκε
αρχικά ως προπύργιο. Οι Γενουάτες είχαν
αποκτήσει το δικαίωμα ανέγερσης
οχυρωματικών τειχών με αυτοκρατορικό
χρυσόβουλο του 1302. Μέρος των τειχών που
υψώνονταν γύρω από τον πύργο είναι και
σήμερα ορατά. Mετά την οθωμανική κατάκτηση
και κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα
χρησιμοποιήθηκε επίσης ως φυλακή.
Αργότερα και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας
1960 αξιοποιήθηκε ως πυροσβεστικός σταθμός
παρατήρησης, ενώ σήμερα αποτελεί ένα
από τα σημαντικότερα τουριστικά αξιοθέατα
της περιοχής. Ένας παλαιότερος πύργος
στην περιοχή του Γαλατά είχε ανεγερθεί
κατά τον 6ο αιώνα. Ο περιηγητής Εβλιγιά
Τσελεμπή αφηγείται πως από τον πύργο
του Γαλατά κατάφερε να πετάξει το 17ο
αιώνα ο Χεζαρφέν Αχμέτ Τσελεμπή, με
αυτοσχέδιο μηχανισμό φτερών κατορθώνοντας
να διασχίσει το Βόσπορο και να προσγειωθεί
με επιτυχία στο Ουσκουντάρ. Από τον
Πύργο ο επισκέπτης έχει πανοραμική
εικόνα του Βοσπόρου, του Κεράτιου κόλπου
της της ιστορικής χερσονήσου της
Κωνσταντινούπολης. Ο πύργος βρίσκεται
απέναντι από την περιοχή Καράκιοϊ. Από
το Καντίκιοϊ μπορείτε να φτάσετε με
πλοίο, ενώ από την περιοχή Εμίνονου
μπορείτε να πάτε με τα πόδια. Από την
πλατεία Ταξίμ, μπορείτε να φτάσετε με
τα πόδια μέσω της οδού Γκαλίπ Ντεντέ.
Για να ανεβείτε στον πύργο πληρώνετε
εισιτήριο. Στον πύργο του Γαλατά
στεγάζεται, επίσης, και ένα εστιατόριο,
ανοιχτό για τους επισκέπτες του κάθε
μέρα με παραδοσιακά φαγητά τούρκικης
και οθωμανικής κουζίνας, υπό τον ήχο
παραδοσιακής τούρκικης μουσικής.
ΠΥΡΓΟΣ
ΤΟΥ ΛΕΟΝΑΡΔΟΥ
Είναι γνωστός με την τουρκική ονομασία «Kız Kulesi» ή ο «Πύργος της Κόρης», ενώ στα αρχαία και βυζαντινά χρόνια αναφέρονταν ως ο «Πύργος του Λεάνδρου». Στο ίδιο σημείο ο Αθηναίος στρατηγό Αλκιβιάδης το 408 π.Χ. είχε χτίσει παρατηρητήριο για να ελέγχει τις μετακινήσεις των περσικών σκαφών στα στενά. Ο πύργος χτίστηκε αργότερα και επανοικοδομήθηκε ως φρούριο από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο τον Κομνηνό το 1110. Στον πύργο στηριζόταν η μια άκρη της αλυσίδας με την οποία οι Βυζαντινοί έφραζαν τον Κεράτιο κόλπο. Αργότερα οι Οθωμανοί τον τροποποίησαν ελαφρώς αρκετές φορές. Χρησιμοποιήθηκε ως φάρος, ως απομόνωση ενώ ενώ μετά τους σεισμούς του 1999 ο σκελετός του ενισχύθηκε με μέταλλο και μπετόν. Ο πύργος είναι προσβάσιμος με πλοιάριο ή βάρκα και στην κορυφή του στεγάζεται πολυχώρος με εστιατόριο και καφετέρια. Το όνομα του πύργος συνδέεται με δύο θρύλους. Σύμφωνα με την τουρκική εκδοχή ένας σουλτάνος έκλεισε εκεί τη νεαρή κόρη του μετά από χρησμό που έλαβε «ότι θα πεθάνει από τσίμπημα φιδιού ως τα 18 της χρόνια», προκειμένου να την προστατέψει. Ο μόνος που την επισκεπτόταν ήταν ο πατέρας της, ο οποίος στα 18 γενέθλιά της, της πήγε ένα καλάθι φρέσκα φρούτα, μέσα στο οποίο όμως κρυβόταν ένα δηλητηριώδες φίδι που δάγκωσε την πριγκίπισσα και επιβεβαίωσε την προφητεία. Σύμφωνα με την αρχαιοελληνική εκδοχή ο πύργος οφείλει την ονομασία του στο μύθο της Ηρούς και του Λέανδρου. Η Ηρώ ήταν ιέρεια της Αφροδίτης η οποία κατοικούσε σε ένα πύργο στην πόλη της Σηστού, στην ευρωπαϊκή ακτή του Ελλησπόντου. Ο Λέανδρος, ένας νεαρός από την Άβυδο, στην απέναντι όχθη του στενού, την ερωτεύθηκε, και κάθε βράδυ περνούσε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο για να είναι μαζί της. Η Ηρώ, άναβε μία λάμπα κάθε νύχτα στην κορυφή του πύργου της, για να τον οδηγεί, και όταν έφθανε ασθμαίνων η ίδια τον υποδεχόταν στην ακτή. Μια χειμωνιάτικη νύχτα όμως η λάμπα έσβησε, ο Λέανδρος έχασε το προσανατολισμό του και πνίγηκε. Η Ηρώ όταν κατάλαβε τι συνέβη αυτοκτόνησε πηδώντας από τον πύργο.
Είναι γνωστός με την τουρκική ονομασία «Kız Kulesi» ή ο «Πύργος της Κόρης», ενώ στα αρχαία και βυζαντινά χρόνια αναφέρονταν ως ο «Πύργος του Λεάνδρου». Στο ίδιο σημείο ο Αθηναίος στρατηγό Αλκιβιάδης το 408 π.Χ. είχε χτίσει παρατηρητήριο για να ελέγχει τις μετακινήσεις των περσικών σκαφών στα στενά. Ο πύργος χτίστηκε αργότερα και επανοικοδομήθηκε ως φρούριο από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο τον Κομνηνό το 1110. Στον πύργο στηριζόταν η μια άκρη της αλυσίδας με την οποία οι Βυζαντινοί έφραζαν τον Κεράτιο κόλπο. Αργότερα οι Οθωμανοί τον τροποποίησαν ελαφρώς αρκετές φορές. Χρησιμοποιήθηκε ως φάρος, ως απομόνωση ενώ ενώ μετά τους σεισμούς του 1999 ο σκελετός του ενισχύθηκε με μέταλλο και μπετόν. Ο πύργος είναι προσβάσιμος με πλοιάριο ή βάρκα και στην κορυφή του στεγάζεται πολυχώρος με εστιατόριο και καφετέρια. Το όνομα του πύργος συνδέεται με δύο θρύλους. Σύμφωνα με την τουρκική εκδοχή ένας σουλτάνος έκλεισε εκεί τη νεαρή κόρη του μετά από χρησμό που έλαβε «ότι θα πεθάνει από τσίμπημα φιδιού ως τα 18 της χρόνια», προκειμένου να την προστατέψει. Ο μόνος που την επισκεπτόταν ήταν ο πατέρας της, ο οποίος στα 18 γενέθλιά της, της πήγε ένα καλάθι φρέσκα φρούτα, μέσα στο οποίο όμως κρυβόταν ένα δηλητηριώδες φίδι που δάγκωσε την πριγκίπισσα και επιβεβαίωσε την προφητεία. Σύμφωνα με την αρχαιοελληνική εκδοχή ο πύργος οφείλει την ονομασία του στο μύθο της Ηρούς και του Λέανδρου. Η Ηρώ ήταν ιέρεια της Αφροδίτης η οποία κατοικούσε σε ένα πύργο στην πόλη της Σηστού, στην ευρωπαϊκή ακτή του Ελλησπόντου. Ο Λέανδρος, ένας νεαρός από την Άβυδο, στην απέναντι όχθη του στενού, την ερωτεύθηκε, και κάθε βράδυ περνούσε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο για να είναι μαζί της. Η Ηρώ, άναβε μία λάμπα κάθε νύχτα στην κορυφή του πύργου της, για να τον οδηγεί, και όταν έφθανε ασθμαίνων η ίδια τον υποδεχόταν στην ακτή. Μια χειμωνιάτικη νύχτα όμως η λάμπα έσβησε, ο Λέανδρος έχασε το προσανατολισμό του και πνίγηκε. Η Ηρώ όταν κατάλαβε τι συνέβη αυτοκτόνησε πηδώντας από τον πύργο.
ΑΓΟΡΕΣ
Σκεπαστή
Αγορά
Το
μεγάλο Bazaar (Τούρκικα: Το Kapalıçarşı, που
σημαίνει καλυμμένο Bazaar) στη Κων/πολη
είναι μια από τις μεγαλύτερες και
παλαιότερες καλυμμένες αγορές στον
κόσμο, με περισσότερες από 58 καλυμμένες
οδούς και πάνω από 1.200 καταστήματα που
προσελκύουν μεταξύ 250.000 και 400.000 επισκεπτών
καθημερινά.
Ανοιγμένο το 1461, είναι
καλά - γνωστός για το κόσμημα, την
αγγειοπλαστική, το καρύκευμά του, και
τα καταστήματα ταπήτων. Πολλοί από τους
στάβλους στην αγορά ομαδοποιούνται από
τον τύπο αγαθών, με τις ειδικές περιοχές
για τα παλτά δέρματος, χρυσού κοσμήματος
και ομοίων. Το καπαλί τσαρσί περιέχει
δύο μπεζεστένια (καλυμμένες δια θόλου
δομές τεκτονικών που χτίζονται για την
αποθήκευση και ρηματοκιβώτιο που κρατά),
η πρώτη των οποίων κατασκευάστηκε μεταξύ
1455 και 1461 από τη διαταγή του σουλτάνου
Mεχμετ του κατακτητή. Η αγορά διευρύνθηκε
κατα την διάρκεια του 16ου αιώνα, κατά
τη διάρκεια ηγεμονίας του σουλτάνου
Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή , και το 1894
υποβλήθηκε σε μια σημαντική αποκατάσταση
μετά από έναν σεισμό. που προκάλεσε
καταστροφές. Η αγορά σήμερα έχει δική
τηςασφάλεια, και υπηρεσία παραπόνων.
Θα βρείτε μέσα καφετέριες καθώς και
πληθώρα μαγαζιών.
Ανοιχτά
07.00 – 22.00Kalpakçılar Cad. Sorguçlu Han. No:22 Kapalıçarşı Beyazıt - İstanbul – Tükiye
Παζάρι
της Αιγύπτου
Η πιο παλιά σκεπαστή
αγορά της Κωνσταντινούπολης γεμάτη απο
μπαχάρια και όμορφες ευωδίες. Αξίζει
να την επισκεφθείτε αρκεί να είστε
προσεκτικοί με τα πράγματα σας.Διεύθυνση: Rustempaşa Meydanı
Ώρες: Τρίτη - Κυριακή 09.00 - 22.30
ΠΑΡΚΑ
ΠΑΡΚΟ
Miniatürk: Είναι
ένα μικροσκοπικό πάρκο βρίσκεται στη
βόρειο-ανατολική ακτή του Κεράτιου
Κόλπου.
Εγκαινιάστηκε 2 Μάη 2003. Το
Miniatürk
καλύπτει συνολική έκταση 60.000 m 2.
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα
μικρογραφία του κόσμου με 15.000 m 2
μοντέλο. Το
Miniatürk
διαθέτει 40.000 m 2
ανοιχτού χώρου, 3.500 m 2
στεγασμένο χώρο 2.000 m 2
από τις πισίνες και τις πλωτές οδούς,
και χώρο στάθμευσης χωρητικότητας 500
οχημάτων. Το
πάρκο περιέχει 122 μοντέλα έχουν γίνει
σε κλίμακα 1/25th. 58 από τις δομές είναι
από Κωνσταντινούπολη , 52 είναι από την
Ανατολία , και 12 είναι από τα οθωμανικά
εδάφη που σήμερα βρίσκονται εκτός της
Τουρκίας . Επίσης, χαρακτήρισε τα ιστορικά
δομές, όπως το ναό της Αρτέμιδος στην
Έφεσο και το Μαυσωλείο του Μαύσωλου
στην Αλικαρνασσό ( τώρα Bodrum ). Επιπλέον
χώρος αυτός προορίζεται για τις πιθανές
μελλοντικές μοντέλα.
ΒΑΡΚΑΔΑ
ΣΤΟ ΒΟΣΠΟΡΟ
Αν
ο καιρός είναι καλός, ή μάλλον όποια
μέρα ο καιρός είναι καλός, επιβάλλεται
να κάνετε μια βαρκάδα στο Βόσπορο. Όλα
τα τουριστικά πρακτορεία της Πόλης
πωλούν αυτή την εκδρομή. Οπότε
διαπραγματευτείτε με δύο, τρία και
καταλήξτε. Άλλη εκδοχή είναι να την
κάνετε μόνοι σας: Κατεβαίνετε στο λιμάνι
Εμίνονου και είτε παίρνετε ένα εισιτήριο
για το πλοίο της γραμμής το οποίο σας
επιτρέπει να ανεβοκατεβαίνετε κάθε
φορά που το πλοίο κάνει στάση, και αυτός
άλλωστε είναι και ο οικονομικότερος
τρόπος της κρουαζιέρας στο Βόσπορο,
είτε προχωρείτε πιο αριστερά, όπου είναι
αραγμένα διάφορα σκάφη και διαπραγματευόσαστε
με τους κάποιους σχετικούς που πάντα
βρίσκονται εκεί γύρω, την τιμή για όλη
την ημέρα: ανάλογα με τον αριθμό των
ατόμων που είστε, και τη μέρα που θα
είστε εκεί (εμείς που δοκιμάσαμε ανήμερα
πρωτομαγιά και είμαστε μεγάλη παρέα
μας ζήτησαν αρκετά περισσότερα λεφτά
απʼ ότι σε μια φίλη μου, η οποία ήταν
μόνη της δεκαπέντε περίπου μέρες πριν,
μια άσχετη ημέρα). Εννοείται ότι θα
παζαρέψετε αγρίως. Έτσι θα έχετε δικό
σας σκάφος για όλη την ημέρα που θα σας
σταματάει όπου του ζητήσετε και θα
ξεκινά όταν του πείτε.
Συμβουλή: Εκτός
και αν είναι καλοκαιρινοί μήνες, όσο
ζέστη και να κάνει το πρωί, το μπουφανάκι
να το πάρετε μαζί σας, γιατί το απόγευμα
ο καιρός δαγκώνει.
Στη
βαρκάδα αυτή θα δείτε τα εναπομείναντα
γιαλιά του Βοσπόρου, τα οποία τα
περισσότερα έχουν αριστουργηματικά
αναστηλωθεί. Όπου γιαλιά είναι ξύλινες
παραθαλάσσιες επαύλεις, που ανήκαν σε
πλούσιους κατοίκους της Πόλης, έλληνες,
εβραίους, φραγκολεβαντίνους και τούρκους,
οι οποίοι τους ζεστούς μήνες του
καλοκαιριού παραθέριζαν στις όχθες του
Βοσπόρου που τότε ήταν εξοχή. Εξ ου και
κατά μια εκδοχή η λέξη γιαλί, από το
ελληνικό αιγιαλός. Θα δείτε επίσης και
πρώην ψαροχώρια νυν προάστια, κάστρα,
παλάτια, γέφυρες που ενώνουν τη Δύση με
την Ανατολή, την Ευρώπη με την Ασία. Όλη
η αρχοντιά, που κάποτε είχε η Πόλη, εδώ
επιζεί. Η ασιατική πλευρά κατά τη γνώμη
μου είναι η πιο όμορφη, έχει δηλαδή τα
πιο όμορφα διατηρημένα κτίρια.
Καθώς
θα ανεβαίνατε το Βόσπορο το πρώτο χωριό
που ήδη έχει αναφερθεί πιο πάνω είναι
το Ορτάκιοϊ. Το χωριό αυτό είχε
έντονη ελληνική παρουσία. Ήταν λαϊκή
γειτονιά, ζούσαν κυρίως ψαράδες,
καϊκτσήδες, και κηπουροί. Υπάρχει εν
λειτουργία η εκκλησία του Αγίου Φωκά.
Η παραλία του Ορτάκιοϊ είναι πολύ
ζωντανή, γεμάτη μπαράκια και νυχτερινά
κέντρα.
Δίπλα
στο Ορτάκιοϊ έχει κτιστεί η Γέφυρα
του Βοσπόρου. Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι
σκέφτηκε ότι μπορούσε να αναλάβει το
τεχνικό έργο να ενώσει τις δύο ακτές
του Βοσπόρου. Το έργο αυτό όμως έμελλε
να εγκαινιαστεί το 1973. Η κατασκευή της
γέφυρας διήρκεσε τρία χρόνια. Το συνολικό
μήκος της γέφυρας είναι 1622 μέτρα και η
απόσταση των δύο στηριγμάτων 1974 μέτρα.
Το ύψος της φθάνει τα 64 μέτρα και το
πλάτος της τα 33.40 μέτρα. Η γέφυρα του
Βοσπούρου (τούρκικ: Boğaziçi Köprüsü)
είναι η μία από τις δύο γέφυρες που
ενώνουν τις δύο ακτές του Βοσπόρου, άλλη
είναι η γέφυρα Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ. Η
γέφυρα ενώνει το Ορτακόι στην ευρωπαϊκή
πλευρά με το Μπεηλέρμπεη στην ασιατική
και είναι για οδική χρήση. Όταν
ολοκληρώθηκε το 1973, η γέφυρα ήταν η 4η
μεγαλύτερη κρεμαστή γέφυρα στο κόσμο
και η μεγαλύτερη έξω από τις ΗΠΑ. Σήμερα
είναι η 19η μεγαλύτερη. Η ίδεα για την
κατασκευή μιας γέφυρας στο Βόσπορο
χρονολογείται από την αρχαιότητα. Ο
Δαρείος Α΄ της Περσίας κατασκεύασε μια
προσωρινή γέφυρα στο Βόσπορο, έτσι ώστε
να μεταφέρει στρατεύματα για να κυνηγήσει
τους Σκύθες και να υπερφαλαγγίσει την
Μακεδονία. Η πρώτη πρόταση για μόνιμη
γέφυρα έγινε από τον Σουλτάνο Αμπντούλ
Χαμίτ Β΄ για σιδηροδρομική χρήση το
1900, αλλά αυτός που πήρε την τελική απόφαση
ήταν ο Τούρκος Πρωθυπουργός Αντνάν
Μεντερές το 1957. Η γέφυρα σχεδιάστηκε
από την εταιρία Φρίμαν Φοξ και Σία και
η κατασκευή της άρχισε το 1970. Στην
κατασκευή της εργάστηκαν 37 μηχανικοί
και 400 εργάτες. Η γέφυρα ολοκληρώθηκε
τις 30 Οκτωβρίου 1973. Για να τη διαβεί
κανείς πρέπει να πληρώσει διόδια.
Πιο
κάτω, συναντά κανείς το Αρβανιτοχώρι η
Arnavutkoy (ή Μέγα Ρεύμα). Επίσης πολύ
χαριτωμένο προάστιο. Όπως μαρτυρούν οι
ονομασίες του, στο μέρος αυτό τα νερά
που κατεβαίνουν από τον Εύξεινο Πόντο
σχημάτιζαν ισχυρό ρεύμα, και πολλοί από
τους κατοίκους του μέρους αυτού ήταν
αλβανικής καταγωγής. Το ελληνικό στοιχείο
και εδώ ήταν εξαιρετικά ισχυρό. Στην
περιοχή αυτή είχε κτήματα η οικογένεια
των Υψηλάντηδων, στα οποία έγινε και
για πρώτη φορά η καλλιέργεια της φράουλας.
Σε κάποιο από τα ελληνικά σπίτια της
περιοχής συναντήθηκαν πριν από την
ελληνική επανάσταση οι Τσακάλωφ και
Σκουφάς. Μέχρι και σήμερα λειτουργεί ο
ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και το
κοιμητηριακό εκκλησάκι του Προφήτη
Ηλία, με τοίχους από πέτρα και κεραμίδι.
Στα υψώματα υπάρχει και μικρός ναός της
Αναλήψεως.
Το επόμενο χωριό που θα συναντήσετε είναι το Bebek. Υπήρξε ξακουστό κοσμοπολίτικο θέρετρο των αρχών του 20ου αιώνα. Στα κομψά ξύλινα γιαλιά του δινόντουσαν χοροεσπερίδες όπου σύχναζε όλη η καλή κοινωνία της Πόλης. Αρκετά από αυτά τα αρχοντικά έχουν σωθεί και το πιο εντυπωσιακό από αυτά είναι ένα ανάκτορο το οποίο υπήρξε η θερινή κατοικία του αντιβασιλέα (χιντίβ, χεδίβης) της Αιγύπτου Αμπάς Χιμλί Βʼ. Χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και θυμίζει λόγω των επικλινών του στεγών θυμίζει την αρχιτεκτονική της βόρειας Γαλλίας. Υπάρχουν επίσης στοιχεία art nouveau όπως τα κιγκλιδώματα που έχουν φυτικές διακοσμήσεις και ο ανατέλλων ήλιος ανάμεσα στους δύο πυργίσκους ο οποίος συμβόλιζε τον ανατέλλοντα νέο αιώνα. Ο χεδίβης χρησιμοποίησε το ανάκτορό του μέχρι την εκθρόνισή του από τους Άγγλους το 1914. Σήμερα στεγάζει το Αιγυπτιακό προξενείο
Το επόμενο χωριό που θα συναντήσετε είναι το Bebek. Υπήρξε ξακουστό κοσμοπολίτικο θέρετρο των αρχών του 20ου αιώνα. Στα κομψά ξύλινα γιαλιά του δινόντουσαν χοροεσπερίδες όπου σύχναζε όλη η καλή κοινωνία της Πόλης. Αρκετά από αυτά τα αρχοντικά έχουν σωθεί και το πιο εντυπωσιακό από αυτά είναι ένα ανάκτορο το οποίο υπήρξε η θερινή κατοικία του αντιβασιλέα (χιντίβ, χεδίβης) της Αιγύπτου Αμπάς Χιμλί Βʼ. Χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και θυμίζει λόγω των επικλινών του στεγών θυμίζει την αρχιτεκτονική της βόρειας Γαλλίας. Υπάρχουν επίσης στοιχεία art nouveau όπως τα κιγκλιδώματα που έχουν φυτικές διακοσμήσεις και ο ανατέλλων ήλιος ανάμεσα στους δύο πυργίσκους ο οποίος συμβόλιζε τον ανατέλλοντα νέο αιώνα. Ο χεδίβης χρησιμοποίησε το ανάκτορό του μέχρι την εκθρόνισή του από τους Άγγλους το 1914. Σήμερα στεγάζει το Αιγυπτιακό προξενείο
Στη
συνέχεια θα δείτε το Rumeli Hisarι, ή
Κάστρο της Ευρώπης. Κτίστηκε από τον
Μωάμεθ τον Πορθητή το 1452 ως πρώτο βήμα
για την κατάκτηση της Πόλης. Καθώς
βρίσκεται στο στενότερο σημείο του
Βοσπόρου, από εδώ γινόταν ο έλεγχος του
ανεφοδιασμού των Βυζαντινών. Από την
άλλη μεριά θα δείτε το Κάστρο της Ασίας,
Anadolu Hisari το οποίο είχε κτιστεί το 14ο
αιώνα από το Βαγιαζήτ Αʼ. Οι στρατιωτικές
μονάδες οι οποίες είχαν εγκατασταθεί
στα δύο αυτά κάστρα, ήλεγχαν εντελώς τα
στενά, δεδομένου ότι είχαν στον οπλισμό
τους και κανόνια τα οποία τα είχαν
στρέψει εναντίον των πλοίων που τολμούσαν
να διαπλεύσουν τον Βόσπορο. Εξ ου και
το οχυρό το αποκαλούσαν Bogazkesen δηλαδή
«οχυρό που κόβει τα στενά». Το κάστρο
απαρτίζεται από τρεις μεγάλους πύργους,
άλλοτε μολυβδοσκέπαστοι, οι οποίοι
δημιουργούν ένα τρίγωνο. Ανάμεσά τους
βρίσκονται άλλοι δεκατέσσερις. Οι πύργοι
ενώνονται μεταξύ τους με τείχη τα οποία
καταλήγουν σε οδοντωτές επάλξεις. Το
οχυρό καλύπτει περίπου 30.000 τετραγωνικά
μέτρα. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης
έχασε τη στρατηγική του σημασία. Το 17ο
αιώνα μετατράπηκε σε φυλακή. Ο βορινός
πύργος ονομάστηκε «Μακάβριος Πύργος».
Από εδώ έριχναν στη θάλασσα τα πτώματα
των γενιτσάρων που εκτελούνταν στα
κελιά. Κατά την περίοδο της βασιλείας
του σουλτάνου Μαχμούτ Βʼ (1808-1839) το οχυρό
εγκαταλείφθηκε και ερειπώθηκε. Οι
κωνικές στέγες καταστράφηκαν και τα
ξύλινα μέρη του σάπισαν. Το 1953, κατά την
επέτειο των 500 χρόνων από την άλωση το
κάστρο αναστηλώθηκε και έγινε επισκέψιμο
για το κοινό. Σήμερα έχει βρει μια πιο
ειρηνική χρήση. Χρησιμοποιείται ως
θεατρικός και μουσικός χώρος κατά τη
διάρκεια των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ
Κωνσταντινούπολης.
Πιο πέρα συναντάμε
το Πάρκο Εμιργκιάν Emirgan Parki το οποίο
είναι διάσημο επειδή φιλοξενεί κάθε
Απρίλιο το Φεστιβάλ Τουλίπας. Η τουλίπα
είναι το εθνικό λουλούδι των Τούρκων,
τρόπον τινά. Στις ασιατικές στέπες
φύτρωναν άγριες τουλίπες, οι εκτεταμένες
καλλιέργειες έγιναν όμως αρχικά στην
Ολλανδία. Αργότερα τις επανεισήγαγε
στην Τουρκία ο Μωάμεθ Δ΄ (1648-87). Η βασιλεία
του γιού του Αχμέτ Γʼ είναι γνωστή ως
«η Εποχή της Τουλίπας». Ο συγκεκριμένος
Σουλτάνος, έπαθε πλάκα με το άνθος αυτό:
το διέδωσε παντού όσο μπορούσε, έβαλε
να το ζωγραφίζουν, να το λαξεύουν παντού,
να το σκορπάν στο διάβα του. Εκτός αυτών
όμως, ο συγκεκριμένος σουλτάνος δεν
ενδιαφερόταν και τόσο για τη διακυβέρνηση
της αυτοκρατορίας του την οποία και
άφησε στα χέρια του Μεγάλου Βεζύρη
Ιμπραήμ Πασά. Τον οποίον καλού κακού
πάντως τον πάντρεψε και με την κορούλα
του για να τον ελέγχει. Ως που να πεις
κύμινο η νεαρά έλεγξε και τους δύο,
πατέρα και σύζυγο, και κυβερνούσε αυτή.
Ο μπαμπάς της αντίρρηση δεν έφερε:
προτίμησε να ασχοληθεί με τις τέχνες
και τα γράμματα. Τον ενδιέφερε η
πολιτιστική προσέγγιση με τη Δύση και
κυρίως με τη Γαλλία με την οποία είχε
πολύ καλές σχέσεις. Ύψωσε τη θέση της
ελληνικής κοινότητας διορίζοντας τους
Φαναριώτες ως ηγεμόνες της Μολδαβίας
και της Βλαχίας. Πάντως μʼ αυτά και με
εκείνα δεν τα κατάφερε και σπουδαία
πράγματα με αποτέλεσμα να τον εκθρονίσουν
οι γενίτσαροί του οι οποίοι τον κατηγόρησαν
για διασπάθιση του δημοσίου χρήματος.
Από τότε έπαψαν οι γυναίκες του χαρεμιού
να ασκούν την εξουσία και πλέον οι
γενίτσαροι ήταν αυτοί οι οποίοι έπαιζαν
το πολιτικό παιχνίδι, μέχρι να καταφέρει
ο σουλτάνος Μαχμούτ Βʼ να τους εξοντώσει
το 1826. (γεγονός που εμάς τους έλληνες
πολύ μας βοήθησε κατά την επανάστασή
μας του 1821, να σφάζονται στο αναμεταξύ
τους σουλτάνος και γενίτσαροι). Πάντως
απʼ όλη αυτή την ιστορία έμεινε στους
Τούρκους ένα πάθος, ένας καημός με το
άνθος αυτό. Αν λοιπόν βρεθείτε, Απρίλη
μήνα, στην περιοχή αυτή πηγαίνετε βόλτα
στο πάρκο το οποίο βρίσκεται στις πλαγιές
των λόφων που βλέπουν τα στενά. Και αν
πεινάσετε ή διψάσετε υπάρχουν τρία
όμορφα περίπτερα (το Σαρί Κιόσκ, το Πέμπε
Κιοσκ και το Μπεγιάζ Κιοσκ) στα οποία
μπορείτε να πιείτε τον καφέ σας ή να
γευματίσετε.
Προχωρώντας προς τα βόρεια συναντούμε πολλά μικρά χωριά, νυν προάστια τα οποία είχαν ελληνικό πληθυσμό. Αναφέρω κάποια:
Προχωρώντας προς τα βόρεια συναντούμε πολλά μικρά χωριά, νυν προάστια τα οποία είχαν ελληνικό πληθυσμό. Αναφέρω κάποια:
Σωσθένιο
ή Στένη, ή τουρκιστί Istinye. Φυσικό
λιμάνι. Κάθε πρωί στην προκυμαία του
πωλούνται φρέσκα ψάρια. Ένδειξη ότι
κάποτε υπήρχε έντονη η ελληνική παρουσία
είναι ο ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών
Σωσθενίου.
Νεοχώριον ή Νηχώρι/ Yenikoy
Υπήρξε
το μεγαλύτερο ελληνικό χωριό του
Βοσπόρου. Τόπος καταγωγής του Καβάφη.
Υπάρχουν ακόμη πολλές χριστιανικές
εκκλησίες. Κομψές βίλες του 19ου αιώνα
κοσμούν την παραλία του
χωριού.
Θεραπειά/Tarabya
Τα Θεραπειά ήταν γνωστά ως το «Θερινό Φανάρι», ήταν ανέκαθεν τουριστικό θέρετρο. Το όνομά του οφείλεται στο πολύ καλό κλίμα του το οποίο θεράπευε κάθε πρόβλημα. Οι μεγάλες αρχοντικές οικογένειες του Φαναριού είχαν εδώ τα εξοχικά τους, ενώ ακόμη και σήμερα επιφανή μέλη της τουρκικής κοινωνίας παραθερίζουν στο προάστιο αυτό. Εδώ βρισκόταν και το αρχοντικό του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Στα Θεραπειά βρίσκεται το Χουμπέρ Κιοσκ, γιαλί του 19ου αιώνα το οποίο τώρα ανήκει στην Προεδρία της Δημοκρατίας και φιλοξενεί τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Τα Θεραπειά ήταν γνωστά ως το «Θερινό Φανάρι», ήταν ανέκαθεν τουριστικό θέρετρο. Το όνομά του οφείλεται στο πολύ καλό κλίμα του το οποίο θεράπευε κάθε πρόβλημα. Οι μεγάλες αρχοντικές οικογένειες του Φαναριού είχαν εδώ τα εξοχικά τους, ενώ ακόμη και σήμερα επιφανή μέλη της τουρκικής κοινωνίας παραθερίζουν στο προάστιο αυτό. Εδώ βρισκόταν και το αρχοντικό του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Στα Θεραπειά βρίσκεται το Χουμπέρ Κιοσκ, γιαλί του 19ου αιώνα το οποίο τώρα ανήκει στην Προεδρία της Δημοκρατίας και φιλοξενεί τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Τα
Θεραπειά είναι η έδρα της μητρόπολης
των Δερκών. Εδώ βρίσκεται η εκκλησία
της Αγίας Παρασκευής την οποία έκτισε
το 1860 η χήρα του τελευταίου της οικογένειας
των Μαυρογένηδων η οποία είναι πολύ
εντυπωσιακή.
Στη συνέχεια συναντά
κανείς τον Βαθυρρύακα ή Buyukdere.
Εδώ
κατά τον 19ο αιώνα οι πρέσβεις των
ευρωπαϊκών κρατών έκτιζαν τις επαύλεις
τους. Σήμερα μπορείτε να επισκεφθείτε
το Sadberk Hanim Muzesi το οποίο καταλαμβάνει
δύο παραδοσιακά ξύλινα γιαλιά του
Βοσπόρου και είναι το πρώτο ιδιωτικό
μουσείο της Τουρκίας το οποίο άνοιξε
το 1981 και ανήκει στην οικογένεια Κοτς.
http://www.sadberkhanimmuzesi.org.tr/
Πιο
πέρα είναι το χωριό Rumeli Kavagi. Στο λόφο
πάνω του διακρίνονται τα ερείπια ενός
κάστρου το οποίο χτίστηκε από τον Μανουήλ
Αʼ Κομνηνό ως φυλάκιο τελωνείου. Αυτό
το χωριό είναι η βορειότερη στάση του
πλοίου στην ευρωπαϊκή πλευρά. Από το
σημείο αυτό ο Βόσπορος ανοίγει και
συναντά τη Μαύρη Θάλασσα μετά από 8 χλμ,
αλλά από το σημείο αυτό οι ακτές και από
τις δύο πλευρές είναι υπό στρατιωτικό
έλεγχο.
Απέναντι
από το Rumeli Kavagi στην ασιατική πλευρά
βρίσκεται το Anadolu Kavagi. Μπορείτε να
ανεβείτε στο ερειπωμένο βυζαντινό
κάστρο του 14ου αι. Ακόμη διακρίνονται
οι σταυροί και τα μονογράμματα του
Μιχαήλ Παλαιολόγου. Στο χωριό, στην
κεντρική πλατεία του η οποία βλέπει στη
θάλασσα θα βρείτε πολλές ψαροταβέρνες
με νόστιμο καλκάνι από τον Εύξεινο
Πόντο.
Πιο
χαμηλά συναντάμε το Βεϊκόζ/ Beykoz.
Είναι το μεγαλύτερο ψαροχώρι της
ασιατικής ακτής του Βοσπόρου και αυτό
με πολλές ψαροταβέρνες. Όμως αυτός ο
τόπος είναι γνωστός για δύο πράγματα:
φουντούκια και γυαλικά. Τα πρώτα
θεωρούνται ότι είναι τα καλύτερα στην
Τουρκία, άλλωστε και το όνομα του χωριού
σημαίνει τα «φουντούκια του πρίγκιπα».
Τα
γυαλικά είναι φτιαγμένα από αδιαφανές
γυαλί με ραβδώσεις συνήθως χρυσού
χρώματος. Στο χωριό αυτό υπάρχει μια
πανέμορφη στεγασμένη κρήνη στην κεντρική
πλατεία, η οποία χτίστηκε το 1746 με διαταγή
του σουλτάνου Μαχμούτ Αʼ. Έχει μεγάλο
θόλο και περιστύλιο με 10 κρουνούς και
ονομάζεται βρύση του Ισάκ Αγά (Ishak Aga
Cesmesi), από τον Οθωμανό αξιωματούχο που
την εγκαινίασε. Το 1854 συγκεντρώθηκε εδώ
ο αγγλογαλλικός στόλος για να αναχωρήσει
για τον πόλεμο της Κριμαίας. Νότια του
λιμανιού θα συναντήσετε την παραθαλάσσια
έπαυλη του 19ου αιώνα, το γιαλί Χαλίλ
Ετχέμ, η οποία είναι ένας ενδιαφέρον
συνδυασμός νεοκλασικού και νεομπαρόκ
ύφους.
Πιο
κάτω θα συναντήσετε ένα άλλο χωριό το
Τσουμπουκλού/ Cubuklu.
Σκαρφαλωμένο
σε ένα καταπράσινο λόφο βρίσκεται το
Hidiv Karsi το έτερο ανάκτορο του
αντιβασιλέα της Αιγύπτου, στην ασιατική
πλευρά πια. Αυτό το ανάκτορο Hidiv Karsi
λέγεται, κτίστηκε το 1900. Ο πύργος του
είναι σήμα κατατεθέν για όσους ταξιδεύουν
στον Βόσπορο. Ο Ιταλός αρχιτέκτονας
Ντέλφιο Σεμινάτι συνδύασε την ευρωπαϊκή
τεχνοτροπία της Art Nouveau με στοιχεία
οθωμανικής παράδοσης. Εντυπωσιακότερη
όλων είναι η κυκλική αίθουσα της εισόδου.
Πάνω από την μαρμάρινη κεντρική κρήνη
η οποία περιβάλλεται από οκτώ ζεύγη
κομψών μαρμάρινων κιόνων υπάρχει ένας
φεγγίτης με βιτρό. Πολύ κομψός είναι
και ο ανελκυστήρας του, ο πρώτος που
χρησιμοποιήθηκε σε ιδιωτική κατοικία.
Το ανάκτορο αυτό χρησιμοποιείται πλέον
ως εστιατόριο και ως χώρος δεξιώσεων.
Κατεβαίνοντας
και άλλο νότια συναντά κανείς το χωριό
Κάλιντζα, λίγο πάνω από τη δεύτερη
γέφυρα του Βοσπόρου, τη γέφυρα Φατίχ
Σουλτάν Μεχμέτ. Είναι ένα από τα ωραιότερα
χωριά στον Βόσπορο. Ο επισκέπτης μπορεί
να απολαύσει καφέ και τσάι στα γραφικά
καφενεδάκια της παραλίας, πρέπει όμως
να δοκιμάσει ένα νόστιμο ντόπιο προϊόν:
το γιαούρτι. Στην πλατεία του χωριού θα
δείτε ένα έλασσον έργο του Σινάν το
τέμενος Ισκεντέρ Πασά και οικοδομήθηκε
το 1559-60. Ο Ισκεντέρ Πασάς ήταν βεζίρης
του Σουλτάνου Σουλεϊμάν. Το αυθεντικό
κτίσμα έχει υποστεί αλλαγές. Στο Κάλιντζα
βρίσκεται το γιαλί Αμτζαζαντέ Χουσείν
Πασά Κιοπρουλή, το οποίο είναι το
αρχαιότερο σωζόμενο γιαλί στο Βόσπορο.
Τα πρώιμα γιαλιά όπως αυτό εδώ, χτιζόντουσαν
πάνω στο νερό, ενώ τα μεταγενέστερα
οικοδομούνταν πιο μέσα. Κτίστηκε το
1698 μετά από παραγγελία του Κιοπρουλή
Πασά ο οποίος προέρχονταν από την πολύ
γνωστή αλβανική οικογένεια των Κιοπρουλή
οι οποίοι είχαν μεγάλες θέσεις στην
οθωμανική ιεραρχία. Ο συγκεκριμένος
ήταν ο τέταρτος Μεγάλος Βεζίρης της
οικογένειάς του και υπηρέτησε τον
σουλτάνο Μουσταφά Βʼ. Το αρχοντικό αυτό
έμελλε να γίνει το θέατρο ενός πολύ
οδυνηρού για την οθωμανική αυτοκρατορία
ιστορικού γεγονότος: Εδώ το 1699 υπογράφηκε
η συνθήκη του Κάρλοβιτς, η οποία
σηματοδότησε την σταδιακή αποχώρηση
των Οθωμανών από την Ευρώπη: έχασαν τα
εδάφη τους στην Αυστρία, τη Βενετία, την
Πολωνία και την Ρωσία. Το γιαλί είναι
κλειστό για το κοινό.
Άλλο γιαλί στο
ίδιο χωριό είναι λίγο πιο νότια θα
συναντήσουμε το Γιαλί Ετχέμ Περτέβ
το οποίο είναι ένα άριστο δείγμα της
«κοσμοπολίτικης περιόδου» των γιαλιών
μεταξύ 1867 και 1908. Περιλαμβάνει και
λεμβοστάσιο, ενώ συνδυάζει τα μεταγενέστερα
περίτεχνα ξυλόγλυπτα με τα πιο παραδοσιακά
στοιχεία των γιαλών.
Πιο κάτω συναντάμε το Κάστρο της Ασίας/ Anadolu Hisari. Βρισκόμαστε ξανά στο πιο στενό σημείο του Βοσπόρου. Από την ασιατική μεριά συναντάμε το έτερο κάστρο το οποίο το είχε κτίσει ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Αʼ στα τέλη του 14ου αιώνα ως προγεφύρωμα για τις επιθέσεις του στο Βυζάντιο. Το κάστρο το ενίσχυσε ο Μωάμεθ το 1452, για να ανακόψει τη διέλευση των πλοίων στο Βόσπορο.
Δίπλα στο Κάστρο της Ασίας συναντάμε δύο όμορφα ποτάμια των οποίων η συμβολή χύνεται στον Βόσπορο. Το ένα ποτάμι ονομάζεται Kucuksu,όπως και το ανάκτορο και το άλλο Goksu. ΟΙ ευρωπαίοι στην περιοχή έδωσαν το ρομαντικό όνομα Γλυκά Νερά της Ασίας.
Νοτιότερα
συναντάμε το ανάκτορο Kucuksu. Στην
ακτή κοντά στο παλάτι βρίσκεται η
γραφική κρήνη της Βαλιντέ Σουλτάν
Μιχρισάχ διακοσμημένη
με πυργίσκους. Χρονολογείται από
το 1796 και είναι σε μπαρόκ στυλ.Πιο κάτω συναντάμε το Κάστρο της Ασίας/ Anadolu Hisari. Βρισκόμαστε ξανά στο πιο στενό σημείο του Βοσπόρου. Από την ασιατική μεριά συναντάμε το έτερο κάστρο το οποίο το είχε κτίσει ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Αʼ στα τέλη του 14ου αιώνα ως προγεφύρωμα για τις επιθέσεις του στο Βυζάντιο. Το κάστρο το ενίσχυσε ο Μωάμεθ το 1452, για να ανακόψει τη διέλευση των πλοίων στο Βόσπορο.
Δίπλα στο Κάστρο της Ασίας συναντάμε δύο όμορφα ποτάμια των οποίων η συμβολή χύνεται στον Βόσπορο. Το ένα ποτάμι ονομάζεται Kucuksu,όπως και το ανάκτορο και το άλλο Goksu. ΟΙ ευρωπαίοι στην περιοχή έδωσαν το ρομαντικό όνομα Γλυκά Νερά της Ασίας.
Ακόμη
νοτιότερα από το παλάτι του σουλτάνου
συναντάμε το Κιμπρισλί Γιαλί το
οποίο κτίστηκε το 1760. Η εξαιρετική λευκή
πρόσοψή του μήκους 60 μέτρων είναι η
μεγαλύτερη στο Βόσπορο. Πιο νότια ακόμη
βρίσκεται το Κιρμιζί (κόκκινο) Γιαλί
που λέγεται έτσι λόγω του χαρακτηριστικού
χρώματός του. Τα παραδοσιακά ξύλινα
γιαλιά ήταν συνήθως βαμμένα στο κόκκινο
χρώμα της σκουριάς γνωστό και ως
«οθωμανικό Ρόδο». Το γιαλί αυτό κτίστηκε
γύρω στο 1790 για τους Οστορόγκ, μια
οικογένεια ευρωπαίων αριστοκρατών.
Καθώς θα κατεβαίνουμε το Βόσπορο θα βλέπουμε αρκετά γιαλιά τα οποία έχουν επιζήσει από απειράριθμες πυρκαγιές. Τα περισσότερα από αυτά έχουν αναπαλαιωθεί και αποτελούν τις ιδιωτικές κατοικίες πλουσίων τούρκων. Η αγορά, η αναπαλαίωση και η συντήρηση ενός τέτοιου οικήματος ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Ενδιαφέροντα είναι δίπλα στο Τσενγκελκιόι το Γιαλί του Σαντουλάχ Πασά, κτίσμα του 1760, βαμμένο σε κοκκινοκαφέ χρώμα, και το Γιαλί του Φετχί Αχμέτ Πασά, γνωστό και ως Μοτζάν Γιαλί, κοντά στο Κουζγκουντσούκ, το οποίο χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα. Το επισκέφθηκε ο συνθέτης Φραντς Λιστ και ο αρχιτέκτονας Le Corbusier. Το οίκημα αυτό που ονομάζεται και Ροζ Γιαλί είναι σχεδόν αόρατο από την ξηρά.
Καθώς θα κατεβαίνουμε το Βόσπορο θα βλέπουμε αρκετά γιαλιά τα οποία έχουν επιζήσει από απειράριθμες πυρκαγιές. Τα περισσότερα από αυτά έχουν αναπαλαιωθεί και αποτελούν τις ιδιωτικές κατοικίες πλουσίων τούρκων. Η αγορά, η αναπαλαίωση και η συντήρηση ενός τέτοιου οικήματος ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Ενδιαφέροντα είναι δίπλα στο Τσενγκελκιόι το Γιαλί του Σαντουλάχ Πασά, κτίσμα του 1760, βαμμένο σε κοκκινοκαφέ χρώμα, και το Γιαλί του Φετχί Αχμέτ Πασά, γνωστό και ως Μοτζάν Γιαλί, κοντά στο Κουζγκουντσούκ, το οποίο χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα. Το επισκέφθηκε ο συνθέτης Φραντς Λιστ και ο αρχιτέκτονας Le Corbusier. Το οίκημα αυτό που ονομάζεται και Ροζ Γιαλί είναι σχεδόν αόρατο από την ξηρά.
Μεταξύ
του Γιαλί του Σαντουλάχ Πασά και του
Γιαλί του Φετχί Αχμέτ Πασά θα συναντήσετε
τα ανάκτορα του Μπειλέρμπεη.
Νοτιότερα
φθάνετε στο Uskudar/ Σκούταρι ή Χρυσούπολις
κατά τους αρχαίους έλληνες. Αν έχετε
φθάσει την ώρα της δύσης, το θέαμα της
Πόλης με τους τρούλους της και τους
μιναρέδες της η οποία θα βάφεται
χρυσοκόκκινη, είναι κάτι το αξέχαστο.
Είναι η ώρα πια το καράβι να στρίψει
προς τον Κεράτιο Κόλπο για να σας αφήσει
εκεί που σας παρέλαβε. Πηγαίνοντας όμως
προς τον Κεράτιο θα συναντήσετε ένα
μικρό νησάκι με έναν λευκό πύργο, τον
Πύργο του Λέανδρου, καθʼ ημάς και Kiz
Kulesi τουρκιστί (Πύργος της Κόρης). Ο
πύργος κτίστηκε τον 18ο αιώνα και
χρησιμοποιήθηκε ως χώρος λοιμοκαθαρτηρίου,
ως φάρος, ως τελωνείο και ως ναυτική
πύλη με διόδια. Σήμερα στεγάζει την
τουρκική ακτοφυλακή. Κατά το μεσαίωνα
υπήρχε ένα βυζαντινό κάστρο που έκτισε
ο Μανουήλ Αʼ Κομνηνός τον 12ο αιώνα. Η
ονομασία για εμάς τους έλληνες παραπέμπει
στο μύθο της Ηρούς και του Λεάνδρου,
όμως η ιστορία λαμβάνει χώρα στη Σηστό
και στην Άβυδο στα Δαρδανέλια και όχι
στην Πόλη. Ο τούρκικος θρύλος αναφέρεται
σε μια πριγκίπισσα η οποία θέλησε να
αποφύγει μια προφητεία ότι θα πέθαινε
από δάγκωμα φιδιού και κλείστηκε σε
αυτόν τον πύργο. Οι εχθροί της όμως
έκρυψαν το φίδι σε ένα καλάθι με φρούτα
και έτσι η πριγκίπισσα δεν γλίτωσε από
την μοίρα της. Προφανώς πέθανε από τον
τρόμο της.
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΑ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΑ
Κατά
τους βυζαντινούς χρόνους υπήρχαν εδώ
τα θερινά παλάτια πριγκίπων και αρχόντων,
αλλά και σκήτες και μοναστήρια στα οποία
εξόριζαν τους αντιπάλους τους οι
βυζαντινοί αυτοκράτορες. Στη διάρκεια
των γεγονότων της Άλωσης, τα Πριγκηπόννησα
αντιστάθηκαν μάταια στις επιθέσεις των
Οθωμανών, με αποτέλεσμα μετά την κατάκτησή
τους ο Μωάμεθ ο Πορθητής να πουλήσει
τους κατοίκους ως σκλάβους. Στα έρημα
νησιά μετέφερε υποχρεωτικά οικογένειες
από τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Οι
νέοι κάτοικοι επωφελήθηκαν από τις
φορολογικές απαλλαγές και κυρίως από
την εξαίρεση στο παιδομάζωμα και
αναπτύχθηκαν γρήγορα. Οι απαλλαγές
αυτές προσέλκυσαν κι άλλους χριστιανούς
από διάφορα μέρη της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα να πυκνώσει
ο πληθυσμός τους. Οι περιηγητές τα
θεωρούσαν αμιγώς ελληνικά νησιά (Iles
de Grece τα ονόμαζαν), αφού τα κατοικούσαν
κυρίως Έλληνες.
Στις αρχές του 18ου
αιώνα υπήρχαν κάτοικοι από την Χίο, τη
Νάξο, τη Μυτιλήνη, τον Πόντο, τη Θράκη
και τη Μικρά Ασία. Το δεύτερο μισό του
19ο αιώνα τα ατμόπλοια έκαναν εφικτή την
τακτική σύνδεση των νησιών με την
Κωνσταντινούπολη. Το γεγονός αυτό
συντέλεσε πολύ στην αύξηση των επισκεπτών
και στην αλλοίωση του πληθυσμού που ήδη
ήταν εγκατεστημένος εκεί, καθώς και
στον χαρακτήρα των νησιών ο οποίος
ξαναγίνεται παραθεριστικός. Εκτός από
τους έλληνες, υπήρξαν και κοινότητες
αρμενίων, εβραίων και φραγκολεβαντίνων
καθώς και ευρωπαίων διπλωματών οι οποίοι
έκτισαν υπέροχες ξύλινες συνήθως
επαύλεις.
Ο
20ός αιώνας ξεκίνησε με πολλά δεινά για
τους κατοίκους των Νησιών. Στη διάρκεια
των βαλκανικών πολέμων και του Αʼ
παγκοσμίου πολέμου η υποχρεωτική
στρατολόγηση των φτωχότερων κατοίκων,
η κατάληψη των κοινοτικών κτιρίων
(σχολών, ορφανοτροφείων κλπ) από Τούρκους
στρατιωτικούς και η εγκατάσταση
στρατευμάτων διαφόρων χωρών επέφερε
μεγάλες καταστροφές και απώλειες σε
έμψυχο και άψυχο υλικό. Η κατάρρευση
της Μεγάλης Ιδέας με την μικρασιατική
καταστροφή του 1922 πάγωσε το ρωμαίικο
στοιχείο που απέμεινε στην Τουρκία και
φυσικά στα Πριγκηπόννησα. Ως το 1955 υπήρξε
μια περίοδος ηρεμίας. Το πογκρόμ των
ελληνικών περιουσιών της Πόλης που
συνέβη τότε σήμανε την αρχή του τέλους.
Ακολούθησαν οι απελάσεις της δεκαετίας
του ’60. Η αίσθηση ανασφάλειας των
υπολοίπων τους οδήγησε σε σταδιακή
αναχώρηση, συχνά χωρίς τη διασφάλιση
της ιδιοκτησίας της ακίνητης περιουσίας
τους. Τη θέση τους πήραν μέτοικοι από
τα βάθη της Μικρασίας, κυρίως Κούρδοι
και Λαζοί. Σήμερα από τους 20.000 μόνιμους
κατοίκους ελάχιστοι είναι Ρωμιοί.
Το
τούρκικο όνομα των νησιών αυτών είναι
Kizil Adalar, δηλαδή κόκκινα νησιά από το
χρώμα των βράχων που απαντώνται στις
ακτές τους. Συνήθως όμως αναγνωρίζουν
και το πιο τουριστικό τους όνομα Princesʼ
Islands. Για να τα επισκεφθείτε θα πάρετε
το πλοίο από το το Kabatas (περιοχή που
βρίσκονται τα ανάκτορα Ντολμάμπαχτσέ).
Καθημερινά υπάρχουν πολλά δρομολόγια,
τουλάχιστον δέκα από τις επτά το πρωί
μέχρι τις δέκα το βράδυ.
Προσοχή:
Αν κάνετε την εκδρομή
αυτή καλοκαίρι και θελήσετε να επιστρέψετε
Κυριακή βράδυ,
φροντίστε εγκαίρως για τα εισιτήρια
επιστροφής, για να μην ξεμείνετε σε
καμία σκάλα των Πριγκιποννήσων
να περιμένετε το επόμενο πλοίο τη Δευτέρα
πρωί. Βλέπετε Κυριακή απογευμα και βράδι
επιστρέφουν όλοι
στην Πόλη και ο σώζων εαυτόν σωθήτω.
Το
ταξίδι είναι μαγεμένο γιατί το πλοίο
κατευθύνεται προς τα νότια, σε διαφορετική
κατεύθυνση από τη βαρκάδα στο Βόσπορο,
παραπλέοντας το ακρωτήριο του Τοπ Καπί
(Sarayburnu, τουρκιστί ή Βοσπόριον κατά τους
Βυζαντινούς). Έτσι έχετε μια ευκαιρία
να θαυμάσετε την Αγία Σοφία, το Τοπ Καπί
και το Μπλέ Τζαμί. Από την ασιατική
πλευρά θα βλέπετε το Σκούταρι (Uskudar) και
την Χαλκηδόνα (Kadikoy).
Τα νησιά είναι
δέκα, αλλά κατοικημένα είναι μόνο
τέσσερα: η Πρώτη (Kinali Ada), η Αντιγόνη
(Burgaz Ada), η Χάλκη (Heybeli Ada) και η Πρίγκηπος
(Buyuk Ada).
Πρώτα
φθάνετε στην Πρώτη/Kinali Ada. Στην
υψηλότερη κορφή του νησιού θα αντικρίσετε
τη Μονή της Μεταμόρφωσης. Δίπλα της
χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα το Εθνικό
Ορφανοτροφείο Θηλέων, δωρεά του ευεργέτη
Σινιόσογλου. Ήταν το τελευταίο ελληνικό
εκπαιδευτήριο που χτίστηκε και έμελλε
να λειτουργήσει μερικά μόνο χρόνια.
Είναι το νησί με το λιγότερο πράσινο
και παραμένει το λιγότερο αναπτυγμένο
απʼ όλα. Σαν να μη έφτανε αυτό, το φόρτωσαν
και με τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας.
Μεταφορικά μέσα δεν υπάρχουν, αλλά
μπορείτε να εξερευνήσετε το νησί με τα
πόδια μέσα σε μισή ώρα περίπου. Στη Χώρα
θα δείτε το ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Το
δεύτερο νησί στην κρουαζιέρα μας στη
θάλασσα του Μαρμαρά είναι η
Αντιγόνη/Burgazada. Μία υπόθεση για το
όνομά της είναι ότι προέρχεται από τον
Αντίγονο, πατέρα του Δημητρίου του
Πολιορκητού. Ο Βυζάντιος όμως, πιθανολογεί
ότι η ονομασία του νησιού οφείλεται στο
ότι εκεί είχε κτήματα ο γιος του Καίσαρα
Βάρδα, Αντίγονος. Υπήρξε θέρετρο της
μεσοαστικής ρωμαίικης κοινωνίας της
Πόλης και φημιζόταν για το θαυμάσιο
κλίμα της και την μακροβιότητα των
κατοίκων της και κατά παράδοση σε αυτόν
τον τόπο αποχωρούσαν οι έκπτωτοι
πατριάρχες.
Οι
Τούρκοι ονομάζουν το νησί αυτό Burgazada,
δηλαδή νησί του πύργου, από τα ερείπια
των τειχών της μονής της Θεοκορυφότου,
την οποία είχε κτίσει ο Βασίλειος ο
Μακεδών, αλλά ισοπέδωσε ανατινάζοντάς
την στις αρχές του 17ου αιώνα ο σουλτάνος
Μουράτ ο Δʼ. Η ανοικοδόμησή της έγινε
ξανά το 1889.
Ο ταξιδιώτης καθώς το πλοίο
προσεγγίζει το νησί αντικρίζει ένα
μοναδικό θέαμα. Ένα όμορφο χωριό είναι
σκαρφαλωμένο στην πλαγιά του λόφου όπου
διακρίνεται ο τρούλος της εκκλησίας
του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Ο
μολυβδοσκέπαστος επιβλητικός αυτός
ναός είναι έργο του Νικολάου Δημάδη ο
οποίος ήταν γιος του αρχιτέκτονα της
Μεγάλης του Γένους Σχολής και κτίστηκε
το 1899 πάνω στα ερείπια του παλαιότερου
ναού που είχε καταστραφεί από την μεγάλη
πυρκαγιά του 1894.
Αδιάψευστο
στοιχείο ότι προϋπήρξε βυζαντινό κτίσμα
στον ίδιο χώρο, αποτελεί η ύπαρξη κάτω
από την εκκλησία υπόγειας καμαροσκεπούς
πλινθόκτιστης κρύπτης, στην οποία,
σύμφωνα με την παράδοση, παρέμεινε
φυλακισμένος για επτά χρόνια μαζί με
δυο ληστές ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Μεθόδιος ο Ομολογητής. Μετά τον θάνατο
του εικονοκλάστη αυτοκράτορα Θεοφίλου
που τον είχε φυλακίσει, ο Μεθόδιος
συνεκάλεσε την Σύνοδο του 842 και αναστήλωσε
οριστικά τις εικόνες. Δίπλα στην κρύπτη
υπάρχει υπόγεια κιστέρνα, γεγονός που
επιβεβαιώνει την άποψη ότι πρόκειται
για χώρο μοναστηριακό.
Ο ναός, χτισμένος
με γαλλικά τούβλα, φάνταζε καταπόρφυρος
και θύμιζε καθολικό βυζαντινής μονής.
Το 1950 όμως, ο ευσεβής ζήλος των επιτρόπων
του ναού, τους ώθησε να προβούν σε
εργασίες ανακαίνισης, με αποτέλεσμα οι
εξωτερικές επιφάνειες να επιχρισθούν
και σήμερα ο ναός να έχει λευκή όψη, με
αποτέλεσμα να χάσει το βυζαντινό του
χαρακτήρα εις όφελος μιας πιο νεοκλασικής
όψης.
Ο
περίπατος στο χωριό γίνεται με τα πόδια
ή με άμαξα. Οι δρόμοι του νησιού περνούν
μέσα από γειτονιές με ξύλινα σπιτάκια
παλαιότερα, αλλά και νεώτερα (τα οποία
έχουν ενδεχομένως χαλάσει κάπως τη
φυσιογνωμία του νησιού), πολλά από τα
οποία αποτελούν πια μόνιμη κατοικία
για τους Κωνσταντινοπολίτες.
Το 2003
μια μεγάλη πυρκαγιά κατέκαψε τα 3/4 του
πανέμορφου πευκοδάσους της, είτε από
ατύχημα είτε σκόπιμα με στόχο την
οικοπεδοποίηση. Το αποτέλεσμα ήταν πολύ
άσχημο: η Αντιγόνη από ένα καταπράσινο
νησί μετατράπηκε σε μια πετρώδη περιοχή.
Το
τρίτο νησί που θα συναντήσουμε είναι η
Χάλκη/Heybeli Ada. Το όνομά της το έχει
πάρει από τα μεταλλεία χαλκού που υπήρχαν
στην αρχαιότητα. Το χωριό είναι πανέμορφο
με ξύλινα σπίτια και επαύλεις. Όπως και
στα δύο προηγούμενα δεν υπάρχουν
αυτοκίνητα και οι μετακινήσεις γίνονται
είτε με τα πόδια, είτε με παετόνια.
Από
τα πρωτοβυζαντινά χρόνια ένα πλήθος
αναχωρητές έζησαν εδώ σε ησυχαστήρια,
χτισμένα στις πιο απρόσιτες τοποθεσίες
της δυτικής ακτής. Λίγα χρόνια αργότερα
σύμφωνα με την παράδοση, ο Πατριάρχης
Φώτιος έκτισε τη Μονή της Αγίας Τριάδας
η οποία βρίσκεται σε ένα βορινό λόφο,
περιτριγυρισμένη από ένα αλσύλλιο με
πεύκα και κυπαρίσσια η οποία αποτέλεσε
τον πυρήνα της Θεολογικής Σχολής της
Χάλκης. Το κτίριο, στο οποίο στεγάστηκε
αρχικά η Μονή ήταν ξύλινο. Περιλάμβανε
τόσο χώρους για τη στέγαση των καθηγητών
και των σπουδαστών, όσο φυσικά και
αίθουσες διδασκαλίας, νοσοκομείο,
διευθυντήριο και το πατριαρχικό
διαμέρισμα. Σε παρακείμενη λιθόκτιστη
διώροφη οικοδομή στεγάστηκε η βιβλιοθήκη
του ιδρύματος. Ο σεισμός όμως της 28ης
Ιουνίου 1894 μετέτρεψε σε ερείπια τις
εγκαταστάσεις, εκτός του ναού, και
ανέστειλε τη λειτουργία του. Η σημερινή
μορφή τής Ιεράς Μονής και της Θεολογικής
Σχολής της Χάλκης οφείλεται στην προσφορά
του μεγάλου ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση
Στεφάνοβικ ο οποίος ανέθεσε στον
αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη την
οικοδόμηση των νέων εγκαταστάσεων σε
σχήμα Π. Τα εγκαίνια έγιναν το 1896. Κατά
την δεκαετία του ʼ50 άρχισαν και προοδευτικά
ολοκληρώθηκαν αρκετές εσωτερικές
μεταρρυθμίσεις του οικοδομικού
συγκροτήματος με στόχο την ικανοποίηση
των νέων αναγκών και απαιτήσεων. Κατά
την περίοδο αυτή έγιναν και οι εργασίες
επιδιόρθωσης του καθολικού. Οι κτιριακές
εγκαταστάσεις περιβάλλονται από όμορφους
κήπους. Πίσω από τον ναό της Μονής
υπάρχουν τάφοι Πατριαρχών, Μητροπολιτών
και Καθηγητών της Σχολής.
Η
Θεολογική Σχολή της Χάλκης ιδρύθηκε
για να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες
του Πατριαρχείου και της Ορθοδοξίας
γενικότερα. Την ίδρυσή της επέβαλε η
ευρύτερη αναγέννηση των γραμμάτων κατά
τον 19ον αιώνα και η ανάγκη της εκκλησιαστικής
και θεολογικής κατάρτισης του ορθόδοξου
κλήρου. Το 1971 η Σχολή έκλεισε, με νόμο
της τουρκικής κυβέρνησης που απαγόρευσε
τη λειτουργία ιδιωτικών ανωτάτων
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Τέλος, από το
1971 παρά τις κατά καιρούς υποσχέσεις των
τουρκικών αρχών η Σχολή της Χάλκης δεν
λειτουργεί. Στις εγκαταστάσεις της με
πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχου
διοργανώνονται διεθνή Οικολογικά
Συμπόσια και Συνέδρια με διάφορες
θεματικές.
Η
βιβλιοθήκη της Σχολής, η οποία θεωρείται
μια από τις πιο πλούσιες στον κόσμο σε
παλαιότυπα και σπάνια βιβλία, έχει την
αρχή της στους βυζαντινούς χρόνους,
δεδομένου ότι πολλά από τα χειρόγραφά
της προέρχονται από την εποχή του
Θεόδωρου Στουδίτη, του Φωτίου και της
Αικατερίνης της Κομνηνής. Κύριος
διοργανωτής και θεμελιωτής της
βιβλιοθήκης, πριν ακόμη υπάρξει η Σχολή,
υπήρξε ο πατριάρχης Μητροφάνης Γʼ
(1565-1572 και 1579-1580). Είναι εκείνος που μεταξύ
άλλων δώρισε και 300 σπάνια χειρόγραφα,
από την προσωπική του συλλογή, πολλά
από τα οποία σώζονται σήμερα στην Αίθουσα
Χειρογράφων της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης.
Η βιβλιοθήκη εμπλουτίστηκε με διάφορες
εκδόσεις από δωρεές και σημαντικές
αγορές. Κύριος δωρητής της υπήρξε το
Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο οποίο
ανήκει αυτή ως η δεύτερη Πατριαρχική
Βιβλιοθήκη, μετά από εκείνη που υπάρχει
στο Φανάρι. Πριν από τη λειτουργία της
Σχολής η βιβλιοθήκη αυτή ήταν πιθανώς
εγκατεστημένη σε ιδιαίτερο χώρο του
Πατριαρχείου. Μετά την ίδρυση της Σχολής
ο πατριάρχης Γερμανός Δʼ κατασκεύασε
διώροφο λιθόκτιστο κτίριο βιβλιοθήκης
το οποίο χρησιμοποιήθηκε μέχρι το σεισμό
του 1894. Τώρα η βιβλιοθήκη βρίσκεται μέσα
στο κτίριο της Σχολής. Υπάρχουν όμως
και άλλα χριστιανικά μνημεία του τόπου
τα οποία χάρισαν στο νησί τον τίτλο του
πνευματικού φάρου της ορθόδοξης
εκκλησίας.
Μονή
Καμαριώτισσας
Η
δεύτερη, κι οπωσδήποτε ιστορικά
σημαντικότερη, μονή του νησιού ήταν
κτισμένη σε ένα διάσελο ανάμεσα σε δύο
πευκόφυτους λόφους. Η απόκεντρη αυτή
περιοχή είχε προσελκύσει από τα πρώτα
βυζαντινά χρόνια μεμονωμένους αναχωρητές
οι οποίοι ζούσαν είτε σε σκηνές (σκηνίτες)
είτε σε μικρά κελιά και μερικοί ακόμη
και πάνω σε δέντρα. Οι μοναχοί αυτοί
κάποια στιγμή συγκρότησαν ένα κοινόβιο.
Αυτό υποθέτουμε ότι συνέβη μάλλον κατά
τον 11ο αιώνα.
Στη
θέση του κοινοβίου, το 15ο αιώνα ο
αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος
ανέγειρε ναό και μονή του Προδρόμου.
Τελικά, το συγκρότημα αυτό έμεινε γνωστό
ως “Μονή της Θεοτόκου Καμαριώτισσας”
από ένα μικρό ναό της Θεοτόκου, του
οποίου η καμπάνα ήταν κρεμασμένη σε μια
πετρόκτιστη καμάρα. Οι κάτοικοι
αποκαλούσαν τη μονή και “Κουμαριώτισσα”,
από τις πολλές κουμαριές που την
περιστοίχιζαν.
Το 1796 ο Αλέξανδρος
Υψηλάντης ανοικοδόμησε ριζικά το
μοναστήρι, το οποίο είχε περιπέσει σε
άθλια κατάσταση. Το προίκισε με πλούσια
μετόχια στο Βουκουρέστι και στη νήσο
Πρώτη. Όμως, σε αντάλλαγμα της ευεργεσίας
του πέτυχε να έχει λόγο η οικογένειά
του στο διορισμό του ηγουμένου.
Στην Καμαριώτισσα έγιναν πολλές συνάξεις Φιλικών στα χρόνια της προετοιμασίας της επανάστασης του 1821. Μάλιστα ένιωθαν τόσο ασφαλείς που τηρούσαν μάλιστα αρχεία και πρακτικά των συναντήσεών τους. Από το 1831 στη μονή στεγάστηκε το Ελληνικό Φροντιστήριο, σχολή που ίδρυσαν δεκαπέντε Έλληνες έμποροι με τη συνδρομή του πατριάρχη . Η “Ελληνεμπορική Σχολή”, όπως έμεινε γνωστή, λειτούργησε ως τον Αʼ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά σταμάτησε τη λειτουργία της μια και το 1905 είχε υποστεί ζημιές από πυρκαγιά. Το 1916 το κτίσμα κατέλαβε το υπουργείο Ναυτικών της Τουρκίας για να στεγάσει ναυτική σχολή. Όμως, το πατριαρχείο κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχό της κι εγκατέστησε εκεί την “Εθνική Στέγη”: ένα ορφανοτροφείο θηλέων προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής. Τελικά, το 1942 το Υπουργείο Ναυτικών κατέλαβε και πάλι τα κτίρια, αυτή τη φορά οριστικά, δημιουργώντας εκεί μια ναυτική ακαδημία. Τα κειμήλια της μονής, το τέμπλο και οι εικόνες μεταφέρθηκαν είτε στη μονή Αγ. Τριάδας είτε στο πατριαρχείο. Ο ναός της Θεοτόκου έχει παραμείνει από τότε σε αχρησία.
Στην Καμαριώτισσα έγιναν πολλές συνάξεις Φιλικών στα χρόνια της προετοιμασίας της επανάστασης του 1821. Μάλιστα ένιωθαν τόσο ασφαλείς που τηρούσαν μάλιστα αρχεία και πρακτικά των συναντήσεών τους. Από το 1831 στη μονή στεγάστηκε το Ελληνικό Φροντιστήριο, σχολή που ίδρυσαν δεκαπέντε Έλληνες έμποροι με τη συνδρομή του πατριάρχη . Η “Ελληνεμπορική Σχολή”, όπως έμεινε γνωστή, λειτούργησε ως τον Αʼ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά σταμάτησε τη λειτουργία της μια και το 1905 είχε υποστεί ζημιές από πυρκαγιά. Το 1916 το κτίσμα κατέλαβε το υπουργείο Ναυτικών της Τουρκίας για να στεγάσει ναυτική σχολή. Όμως, το πατριαρχείο κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχό της κι εγκατέστησε εκεί την “Εθνική Στέγη”: ένα ορφανοτροφείο θηλέων προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής. Τελικά, το 1942 το Υπουργείο Ναυτικών κατέλαβε και πάλι τα κτίρια, αυτή τη φορά οριστικά, δημιουργώντας εκεί μια ναυτική ακαδημία. Τα κειμήλια της μονής, το τέμπλο και οι εικόνες μεταφέρθηκαν είτε στη μονή Αγ. Τριάδας είτε στο πατριαρχείο. Ο ναός της Θεοτόκου έχει παραμείνει από τότε σε αχρησία.
Μονή
Αγίου Γεωργίου
Η
αγιοταφίτικη μονή Αγ. Γεωργίου βρίσκεται
στην ανατολική ακτή του νησιού, αντίκρυ
στην Πρίγκηπο σε μια εξαιρετική τοποθεσία.
Τα κελιά της μοιάζουν να αιωρούνται,
κρεμασμένα πάνω από τους γκρεμούς της
απότομης ακτής γι’ αυτό την αποκαλούσαν
και “Αγ. Γεώργιο του Κρημνού”.
Η
ακριβής χρονολογία ίδρυσης της μονής
δεν είναι εξακριβωμένη. Όμως, θεωρείται
επίσης αρχαία, όπως οι άλλες δυο μονές
του νησιού. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση
η σημερινή μονή ιδρύθηκε μετά την
Άλωση.
Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένη
και χρήζει αναστήλωσης, αφού από το
σεισμό της Νικομήδειας του 1999 έπαθε
σοβαρές ζημιές. Οι ιδιοκτησίες της μονής
περιορίζονται πλέον στον εντός του
περιβόλου χώρο, μιας και όλα τα υπόλοιπα
ακίνητα που είχε επί της νήσου τα κατέλαβε
αυθαιρέτως η τουρκική ναυτική σχολή.
Σκήτη Αγίου Σπυρίδωνα
Σκήτη Αγίου Σπυρίδωνα
Η
Σκήτη του Αγ. Σπυρίδωνα βρίσκεται στη
νοτιοανατολική πούντα, το απότομο
ακρωτήρι που οριοθετεί το λεγόμενο
“Τσαμλιμάνι” του νησιού, λόγω του
πυκνού πευκώνα που φτάνει ως την ακτή
(cam: πεύκο). Κτίστηκε στο β’ μισό του
19ου αιώνα από τον αναχωρητή Αρσένιο. Το
Τσαμλιμανί θεωρείται από τις πιο όμορφες
τοποθεσίες του νησιού.
Οι
ακτές και οι παραλίες του νησιού, τα
ειδυλλιακά τοπία του, τα καταπράσινα
δάση του πεύκου και της αγριελιάς καθώς
και η υπέροχη αρχιτεκτονική του θα σας
μαγέψουν. Όπως μάγεψαν από αρχαιοτάτων
χρόνων πλήθος αναχωρητών και ηγεμόνων.
Άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ευνοϊκές
καιρικές συνθήκες που επικρατούν στο
νησί, καθ’ όλη της διάρκεια του έτους,
ήταν και η απόφαση να δημιουργηθεί στη
Χάλκη το πρώτο Σανατόριο.
Και
τέλος θα επισκεφθούμε το τελευταίο και
μεγαλύτερο νησί του συμπλέγματος την
Πρίγκηπο. Κατά τους βυζαντινούς
χρόνους είχε και το όνομα Μεγάλη από το
οποίο προέκυψε το τουρκικό Buyukada:
Μεγάλη Νήσος. O αυτοκράτορας Ιουστίνος
Βʼ (565-576) έκτισε εκεί ένα παλάτι εξ ου
και το όνομα Πρίγκηπος. Το νησί αυτό
υπήρξε τόπος εξορίας αυτοκρατόρων
πριγκίπων και σημαντικών προσωπικοτήτων
Όταν
φθάσετε με το καλό στην αποβάθρα θα
θαυμάσετε ένα πολύ όμορφο ξύλινο κτίριο
με χρωματιστά τζάμια, το οποίο είναι ο
παλιός επιβατικός σταθμός που κτίστηκε
το 19ο αιώνα. Πλέον λειτουργεί ως καφέ
και ως εστιατόριο, από Απρίλιο μέχρι
και Οκτώβριο καθημερινά, και κατά τους
χειμωνιάτικους μήνες τα Σαββατοκύριακα,
εξυπηρετώντας όχι μόνο τους επισκέπτες
οι οποίοι περιμένουν το πλοίο της
επιστροφής αλλά και όσους θέλουν να
απολαύσουν, από την προβλήτα, την υπέροχη
θέα προς την Χάλκη, ειδικά την ώρα του
δειλινού
Και
στην Πρίγκηπο το χωριό είναι μαγεμένο
με τις όμορφες ξύλινες επαύλεις του οι
οποίες έχουν δαντελωτές διακοσμήσεις
κάτω από τις στέγες, πράγμα που θυμίζει
μια κάποια επιρροή από ρώσικες ντάτσες.
Θα
δείτε από μακριά τους δίδυμους τρούλους
του ξενοδοχείου Splendid Palace Hotel.
Το
ξενοδοχείο αυτό φέρνει στη μνήμη τις
παλιές εποχές και το πολυπολιτισμικό
περιβάλλον που κάποτε υπήρξε. Όσο θα
περπατάτε στην παραλία να έχετε κατά
νου ότι εδώ ήταν το περίφημο Ματζάρι,
εκεί δηλαδή όπου κάνανε την απογευματινή
τους βόλτα οι καλοντυμένες κυρίες της
εποχής. Γύρω γύρω υπήρχαν καφέ και
εστιατόρια και καζίνο.
Από
μοναστήρια και ναούς έχει ουκ ολίγα η
Πρίγκηπος, τα οποία μαρτυρούν την ύπαρξη
μιας μεγάλης και πλούσιας ελληνικής
κοινότητας η οποία τώρα πια έχει
φυλλορροήσει.
Μητροπολιτικός
Ναός του Αγίου Δημητρίου
Ο
Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Δημητρίου
θεμελιώνεται το 1860 πάνω στα ερείπια
βυζαντινού ναΐσκου. Είναι εντυπωσιακό
πέτρινο κτίσμα, μια τρίκλιτη βασιλική,
με τρεις εισόδους και ανοιχτή καμαρωτή
στοά στην πρόσοψη και στα δύο πλάγια.
Την κόγχη του Ιερού την είχαν ιστορήσει
καλόγεροι αγιορείτες και η αργυρή
επένδυση της εικόνας χρονολογείται στα
1800. Το τριώροφο πέτρινο κτίριο του
σχολείου στον αυλόγυρο του ναού, που
σήμερα παραμένει κλειστό, είναι κτίσμα
του 1910.
Η
Κοίμηση της Θεοτόκου
Στην
κεντρική πλατεία της Χώρας της Πριγκήπου,
η Κοίμηση της Θεοτόκου λίγο θυμίζει τον
ναό που είχε χτιστεί γύρω στα 1735, κοντά
στο Μεζάρι, το παλαιό νεκροταφείο.
Η
εκκλησία και τα κελιά που την περιέβαλαν
ανακαινίστηκαν το 1793, το 1871 όμως, τη
χρονιά που πραγματοποιήθηκαν τα μεγάλα
έργα επιχωματώσεων της ακτής, τα παλαιά
ξύλινα κελιά κατεδαφίστηκαν και την
θέση τους πήραν κτίσματα που προορίζονταν
να λειτουργήσουν ως καταστήματα.
Στον
ανοιχτό χώρο, μπροστά στην εκκλησία,
διακόσια με τριακόσια περίπου αμαξάκια
με τους αμαξηλάτες – τα μόνα μεταφορικά
μέσα στα νησιά, όπου απαγορεύεται η
κυκλοφορία αυτοκινήτων – περιμένουν
τους επισκέπτες για να τους σεργιανίσουν
και να καταλήξουν, ίσως, κοντά στο
μοναστήρι του θαυματουργού Άγιου
Γεωργίου του Κουδουνά.
Μονή
Αγ. Γεωργίου Κουδουνά
Η
μονή Αγ. Γεωργίου Κουδουνά είναι από
τις αρχαιότερες των Πριγκηπονήσων αφού
ήταν κτισμένη το 10ο αιώνα στα χρόνια
του Νικηφόρου Φωκά. Το 1204 πιθανότατα
ερειπώθηκε από τους Λατίνους επιδρομείς
της Δʼ Σταυροφορίας. Επίσης, το 1302 σε
πειρατική επιδρομή τα κτίριά της
καταστράφηκαν από φωτιά. Αναγκαστικά
οι μοναχοί της την εγκατέλειψαν, αφού
πρώτα έκρυψαν την εικόνα του Αγ. Γεωργίου
σε απόκρημνη, δυσπρόσιτη περιοχή. Την
εικόνα ανακάλυψε πολλούς αιώνες αργότερα
ένας τσοπάνος στον ύπνο του οποίου είχε
εμφανιστεί ο άγιος, σύμφωνα με τοπική
παράδοση. Έτσι ξαναχτίστηκε η μονή, στα
1751-1752 σύμφωνα με πατριαρχικά σιγίλια,
από τον μοναχό Ησαΐα.
Το
1781 η μονή προσαρτήθηκε στην Αγία Λαύρα
των Καλαβρύτων. Το 1821 με το ξέσπασμα της
ελληνικής επανάστασης οι Τούρκοι
γνωρίζοντας τη σχέση της μονής με τη
Λαύρα της Πελοποννήσου επιτέθηκαν στο
μοναστήρι και σκότωσαν τους καλογήρους.
Τα επόμενα χρόνια η μονή κατάφερε να
ξαναλειτουργήσει, έστω και με δυσκολία.
Μάλιστα, το 1884 ανεγέρθηκε διώροφο πέτρινο
κτίριο, από τον ηγούμενο Αρσένιο, ενώ
το 1908 κτίστηκε νέο ευρύχωρο καθολικό
από τον αρχιμανδρίτη Διονύσιο. Στο
μεταξύ μετά το 1922 η μονή έχασε την
κτηματική περιουσία της, η οποία
απαλλοτριώθηκε από το τουρκικό κράτος.
Μια πυρκαγιά που ξέσπασε το 1986 στις
πλαγιές του βουνού, έφτασε ως τα ιστορικά
κελιά της μονής καταστρέφοντάς τα. Έτσι
έχασε την επιβλητικότητά της και την
παραδοσιακή μορφή της. Οι μεταγενέστερες
ατυχείς παρεμβάσεις αλλοίωσαν τη
φυσιογνωμία της.
Μονή
του Σωτήρος Χριστού
Η
“Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή
της Θείας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος”,
πιο γνωστή ως “Χριστός”, είναι κτισμένη
στα νοτιοδυτικά της Χώρας, στα δασωμένα
υψώματα του ομώνυμου βουνού. Η ίδρυσή
της ανάγεται στα βυζαντινά χρόνια. Σε
χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Μανουήλ Αʼ
Κομνηνού του έτους 1158 υπονοείται η
ύπαρξη μιας μονής στην Πριγκήπο και
θεωρείται ότι πρόκειται για τη μονή του
Σωτήρος Χριστού. Το καθολικό της μονής
είναι κτισμένο σε θεμέλια αρχαιότερου
ναού, που χρονολογείται από τα χρόνια
της βασιλείας του Θεοδοσίου Αʼ. Την
πρώτη γραπτή μαρτυρία της ύπαρξης της
μονής έχουμε το 1563 από οθωμανικό κατάστιχο
ενώ το 1597 ανακαινίζεται από δυο μοναχούς.
Οι ιδιοκτησίες της εκτείνονταν σε όλο
το ομώνυμο βουνό και στις κατάφυτες με
αμπέλια και αγρούς πλαγιές του ως τις
περιοχές του Νιζαμιού και του Διάσκελου.
Στα ανατολικά οι κτήσεις της συνόρευαν
με τις ιδιοκτησίες του ναού ή μοναστηριού
του Αγ. Νικολάου.
Το
1753 η διαχείριση της μονής ανατέθηκε από
το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη συντεχνία
των μπεζηρτζήδων της Πόλης, οι οποίοι
το 1782 την ανέθεσαν στη Μονή Εσφιγμένου
του Αγίου Όρους, γιατί δε μπορούσαν
πλέον να τη συντηρούν. Τελικά, το 1793
τέθηκε πάλι υπό τη διοίκηση του
Πατριαρχείου, που ανέθεσε την επιστασία
και ανακαίνισή της στον άρχοντα Παχάρνικο
Χριστόδουλο Βλαχούτζη. Πέντε χρόνια
αργότερα ο Πατριάρχης Γρηγόριος Εʼ την
προσήλωσε στην “Κοινή Σχολή των ελληνικών
μαθημάτων”. Γενικά, στο θέμα της
επιστασίας οι περιπέτειες της μονής
συνεχίστηκαν και το 19ο αιώνα. Το 1866,
έπειτα από τη θητεία του στον οικουμενικό
θρόνο, ο τέως Πατριάρχης Σοφρώνιος Γʼ
αποσύρθηκε στο σπίτι του στην Πρίγκηπο.
Έμεινε ως το 1870 που εξελέγη Πατριάρχης
Αλεξανδρείας . Την περίοδο της παραμονής
του στο νησί, με δική του πρωτοβουλία
ανακαινίστηκαν τα κτίρια της μονής και
ανεγέρθηκε νέος μεγαλύτερος καθολικός
ναός, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν το
1869. Το 1903 τα εισοδήματα της μονής
εκχωρήθηκαν στο “Εθνικό Ορφανοτροφείο”,
εκτός από ένα τμήμα που θα πήγαινε στη
Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την
οποία ορίστηκε να εξαρτάται. Τα κτίρια
του Ορφανοτροφείου ανεγέρθηκαν με
χρήματα της ευεργέτιδος Ελένης Γεωργίου
Ζαρίφη. Μεταγενέστερα στα κελιά της
μονής φιλοξενήθηκαν εργαζόμενες κοπέλες
και πιο πρόσφατα ενοικιάζονταν ως θερινά
καταλύματα σε οικογένειες της Πόλης.
Ήδη από το 1964 είχε απαγορευτεί η λειτουργία
του Ορφανοτροφείου, το οποίο είχε μόλις
ανακαινιστεί. Το 1999, στο σεισμό της
Νικομήδειας, το καθολικό της μονής έπαθε
σοβαρές ζημιές και χρήζει επισκευής.
ΧΑΜΑΜ
Cemberlitas
Hamam. Διεύθυνση VezirhanCaddesi 8, Cemberlitas
Μετά
από τόσο περπάτημα και κούραση επιβάλλεται
ένα χαμάμ. Το πιο παλιό, ανακαινισμένο
σήμερα, το οποίο είναι και έργο του
Σινάν, είναι το Cemberlitas. Παραγγελία της
Νουρ Μπανού, συζύγου του Σελίμ Βʼ . Το
χαμάμ αυτο κτίστηκε το 1584 και ανακαινίστηκε
πέρσι. Τσίλικο λοιπόν και πολύ τουριστικό.
Κοντά στο Καπαλί Τσαρσί, δίπλα στη στήλη
του Κωνσταντίνου. Λειτουργεί μέχρι τις
11 το βράδι. Καλό είναι να κάνετε κράτηση,
δεδομένου ότι έχει πολύ κόσμο. Το
εξυπηρετεί το τραμ.
Cagaloglu
Hamam, Pro. Kazim Gurkan Caddesi 34,
Cagaloglu, Sultanahmet
Χτίστηκε
το 1741 από το σουλτάνο Μαχμούτ Αʼ και από
τότε δεν μπήκε καρφί που λέει ο λόγος.
Είναι από τα πιο διάσημα της Πόλης και
πολύ όμορφο. Είναι κοντά στην Αγία Σοφία.
Το servis του δε θεωρείται άψογο, η ατμόσφαιρα
όμως είναι εξαιρετική. Και αυτό είναι
τουριστικό.
Buyuk
Hamam, Pontinclier Sokak 22 Kasimpasa, Beyoglu
Και
αυτό έργο του Σινάν. Αρκετά κεντρικό
και λιγότερο τουριστικό. Όμορφο κτίσμα.
Galatasaray
Hamam Turnasibasi Sok.24
Το χαμάμ
του παρακείμενου
σχολείου
Γαλατά
Σαράι
Λισεσί. Παλιό
και τουριστικό.
Όπου
βλέπετε
να έχουν
site μπορείτε
να υποθέσετε
ότι το
κοινό
τους είναι
κυρίως
οι τουρίστες.
Καλό σας ταξίδι!!!
Καλό σας ταξίδι!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου